Ο Στέφανος Δούγκας ήταν λόγιος κληρικός που γεννήθηκε το δεύτερο μισό του 18ου αιώνα στον Τύρναβο (πιθανόν το 1760) και ήταν μαθητής του περίφημου δασκάλου Ιωάννη Πέζαρου. Σπούδασε στη Γερμανία, στα Πανεπιστήμια της Χάλε, του Γκέτινγκεν και της Ιένας, μαθηματικά και φιλοσοφία. Το 1809 ανέλαβε στην Κωνσταντινούπολη τη διεύθυνση της Μεγάλης του Γένους Σχολής, αλλά μετά από σύντομο χρονικό διάστημα παραιτήθηκε. Το 1813 ο ηγεμόνας της Μολδοβλαχίας Σκαρλάτος Καλλιμάχης τον προσκάλεσε και τελικά ανέλαβε τη διεύθυνση του σχολείου στο Ιάσιο. Επηρεασμένος από τις σπουδές που είχε κάνει στις φυσικές επιστήμες και στη φιλοσοφία και την περίοδο στο Ιάσιο, προσπάθησε να συμβιβάσει όσα είχε σπουδάσει με τη θεολογία. Το γεγονός αυτό δημιούργησε αρκετές παρεξηγήσεις και εντάσεις, με αποτέλεσμα ο Δούγκας να αναγκαστεί να στείλει στο Οικουμενικό Πατριαρχείο επιστολή με την οποία ομολογούσε την ορθόδοξη πίστη του. Αργότερα χειροτονήθηκε διάκονος και διορίστηκε ηγούμενος στη Ρακετώσα της Μολδαβίας, μοναστήρι που ήταν μετόχι της Μονής Βατοπεδίου του Αγίου Όρους.
Επρόκειτο για έναν εξαιρετικά μορφωμένο και ανήσυχο άνθρωπο, που σχεδίαζε να δημιουργήσει πανεπιστήμιο στα Αμπελάκια, μαζί με τον Γρηγόριο Κωνσταντά και άλλους, αλλά τελικά δεν τα κατάφερε εξαιτίας της έκρηξης της Επανάστασης το 1821. Μάλιστα είχε ξοδέψει αρκετά χρήματα για την αγορά οργάνων φυσικής, χημείας και αστρονομίας. Πέθανε το 1830 στη Βεσσαραβία (περιοχή που σήμερα το μεγαλύτερο τμήμα της ανήκει στη Μολδαβία και το υπόλοιπο στην Ουκρανία).
Επιμέλεια: Νίκος Τάχατος