πρώτες δεκαετίες μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλίας το 1881. Το έργο αυτό είναι ογκώδες (περίπου χίλιες χειρόγραφες σελίδες και διάφορα σημειώματα) και αναφέρεται στην ιστορία, τη γεωγραφία, τη λαογραφία και σε άλλα ενδιαφέροντα στοιχεία τα οποία αφορούν τη Θεσσαλία, τη Μακεδονία και τα νησιά του Αιγαίου. Το υλικό αυτό στην ολότητά του είναι αδημοσίευτο, εκτός από ορισμένα μέρη που έχουν δει το φως της δημοσιότητας σε περιοδικά και εφημερίδες του Βόλου της Αθήνας και της Αιγύπτου.
Ο Γεώργιος Σακελλαρίδης Θετταλομάγνης γεννήθηκε στον Άγ. Λαυρέντιο του Πηλίου. Ο πατέρας του Κωνσταντίνος Σακαλλαρίδης ο Θετταλομάγνης ήταν και αυτός λόγιος και δημοσιογράφος και είναι διαπιστωμένο ότι πατέρας και υιός πρωταγωνίστησαν στο επαναστατικό κίνημα της Θεσσαλομαγνησίας του 1878. Ο Γεώργιος έζησε για ορισμένο διάστημα και στην Αίγυπτο, όπου μάλιστα το 1899 άρχισε να εκδίδει το περιοδικό «Άμμων». Αρχές της πρώτης δεκαετίας του 20ού αιώνα επέστρεψε στον Βόλο, όπου διετέλεσε μάχιμος δημοσιογράφος. Παρακολουθούσε από κοντά τα προβλήματα της Θεσσαλίας που μόλις είχε ενσωματωθεί στο ελληνικό βασίλειο, αλλά και γενικότερα του ελληνισμού. Διαπίστωνε όμως ότι η μεταπολεμική νεοελληνική κοινωνία και ιδιαίτερα η θεσσαλική απείχε πολύ από τα νεανικά του οράματα. Όσο βρισκόταν στον Βόλο έγραψε το έργο του στο οποίο θα αναφερθούμε. Πέθανε στη Θεσσαλονίκη το 1931.
Στο έργο του ο Γεώργιος Σακελλαρίδης ένα μεγάλο κομμάτι, περίπου 450 χειρόγραφες σελίδες τις έχει αφιερώσει για τη Θεσσαλία. Οι πληροφορίες που αφορούν την περιοχή αυτή είναι λεπτομερέστερες και αρτιότερα τεκμηριωμένες. Θα μας απασχολήσει κυρίως το τμήμα που αναφέρεται στη Λάρισα για ευνόητους λόγους. Σ' αυτό επιχειρεί να σκιαγραφήσει το πορτρέτο μιας πόλης, η οποία μετά την απελευθέρωση καλείται να διαδραματίσει έναν καινούριο ρόλο στη μακροχρόνια ιστορική πορεία της, βασιζόμενος στις δύο περίπου δεκαετίες ελεύθερης ζωής. Αν και Βολιώτης, αναγνωρίζει εκ προοιμίου τη Λάρισα ως πρωτεύουσα της Θεσσαλίας και αναφέρεται εν συντομία στην ιστορία της πόλης από την αρχαιότητα μέχρι τα μέσα περίπου του 19ου αιώνα, επιχειρεί μια αναλυτική ιστορία της εκκλησίας της Λάρισας, με την αναγραφή καταλόγων επισκόπων της, περιγράφει τη σύγχρονη Λάρισα με λεπτομερείς αναφορές σε σημαντικά γεγονότα που σφράγισαν την περίοδο αυτή της ιστορίας της και τέλος καταγράφει τα ήθη και τα έθιμα του τόπου.
Όσον αφορά τη Λάρισα της εποχής του, την θεωρεί μία «υπό κατασκευήν πόλη», μετά τη σταδιακή εφαρμογή του σχεδίου πόλης του 1882. Στην ουσία ήταν ακόμα κατά 80% τουρκόπολη, με όλα τα κατάλοιπα του ρόλου που διαδραμάτισε στο παρελθόν. Έκδηλη ήταν ακόμα και η ανησυχία για τον ρόλο που καλείτο να παίξει στο μέλλον της[1]. Το ανέκδοτο αυτό έργο του Γεωργίου Σακελλαρίδη συμπληρώνει τις γνώσεις μας για τη Λάρισα και διαφωτίζει ορισμένες πτυχές της. Η πρωτοτυπία του έγκειται στις πληροφορίες που μας δίνει απλόχερα για τον λαϊκό της πολιτισμό, τον οποίο ελάχιστα γνωρίζουμε γι' αυτή την περίοδο.
Αν και η ολοκληρωμένη δημοσίευση του ανέκδοτου αυτού υλικού του Σακελλαρίδη θα έδινε στην πραγματική του διάσταση ανάγλυφο όλο το μέγεθος της προσφοράς του στην ανίχνευση της ιστορίας της Θεσσαλίας, επειδή αυτό δεν είναι δυνατόν, θα παραθέσουμε ορισμένα αποσπάσματα από τα οποία θα αποδειχθεί του λόγου το αληθές. Αρχίζει ο συγγραφέας την περιγραφή του από τη Λάρισα για να δώσει, όπως γράφει, μεγαλύτερη σημασία και προσοχή στην πεδινή Θεσσαλία, αν και επί τουρκοκρατίας η πεδινή αυτή χώρα δεν είχε αξιόλογη εξέλιξη λόγω της μεγάλης παρουσίας Τούρκων. Στη συνέχεια αναλύει τους λόγους στους οποίους, κατά την άποψή του, οφείλεται η καθυστερημένη ανάπτυξη της Λάρισας. Αρχικά οφείλεται στη βαθμιαία αναχώρηση των Οθωμανών από την πόλη. Το γεγονός αυτό είχε ως επακόλουθο τη μεταφορά μεγάλων χρηματικών κεφαλαίων στο εξωτερικό και φυσικά την οπισθοδρόμηση της καλλιέργειας και τη μείωση των αγορών. Άλλος λόγος ήταν η αφορία των καρπών της γης για επτά και πλέον χρόνια λόγω δυσμενών φυσικών φαινομένων, όπως η ανομβρία, οικονομικής δυσπραγίας από την πλημμελή καλλιέργεια και ιστορικών γεγονότων όπως ο ελληνοτουρκικός πόλεμος του 1897. Ένας επιπλέον λόγος ήταν και η μείωση του εμπορίου της λόγω της μεγάλης συγκέντρωσης της εμπορικής κίνησης στον Βόλο, όπου οι εκεί έμποροι αποδείχτηκαν εξυπνότεροι και ειδικότεροι. Αυτή την περίοδο η Λάρισα αναγνώριζε όχι μόνο την εμπορική επάρκεια των γειτόνων της, αλλά και ό,τι νεωτεριστικό στον τομέα των ιδεών ή του τεχνικού πολιτισμού ερχόταν από τον Βόλο. Ο μεγάλος ανταγωνισμός ανάμεσα στις δύο πόλεις θα εμφανιστεί αργότερα, όταν πλέον η Λάρισα, με την επέκταση των σιδηροδρόμων, του οδικού δικτύου και της μεγάλης εμπορικής σημασίας που της έδινε η ετήσια εμποροπανήγυρη, την καθιέρωσε βαθμηδόν σε εμπορικό κέντρο της χώρας, παίρνοντας τα πρωτεία από τον Βόλο.
Χαρακτηριστική είναι η διαφημιστική προβολή των Ιππικών αγώνων, οι οποίοι συνδέονταν χρονικά και τελετουργικά με την εμποροπανήγυρη. Γράφει ο Σακελλαρίδης: «Είθισται κατά τη γενομένην ετησίως την 24ην Σεπτεμβρίου εμπορικήν πανήγυριν να τελώνται αγώνες ιππικοί, ως τουτ' αυτό εγίνετο εν τη αρχαία εποχή υπό των ενδόξων βασιλέων Σκοπαδών και Αλευαδών. Η εμπορική πανήγυρις εν Λαρίση και ταις λοιπαίς θεσσαλικαίς πόλεσι είναι γεγονός αναδεικνύον την συγγένειαν ημών των νεωτέρων Ελλήνων Θεσσαλών και την κατ' ευθείαν καταγωγήν μας μετά των αρχαίων, αγωνιζόμενοι εν ιππικοίς αγώσι και ασχολούμενοι εις την γεωργίαν και την κτηνοτροφίαν... Η Θεσσαλία επικοινωνεί μετά δύο άλλων ελληνίδων χωρών, Ηπείρου και Μακεδονίας, ου μην αλλά και της Ιλλυρίας , δια των ερχομένων εκείθεν βαθυπλούτων Ιλλυρικών πομεναρχών, ών τα εξ ενός εκατομμυρίου ποίμνια βόσκουσι ετησίως εν τη πεδινή Θεσσαλία από του μηνός Σεπτεμβρίου και Οκτωβρίου, μέχρι τέλη Απριλίου ... Προσοχήν δέον να δώσωσιν εις την τυροκομίαν και αλλαντοποιίαν, ου μην αλλά και εις την χοιροτροφίαν και πτηνοτροφίαν, αφ' ών όντως η Θεσσαλία θέλει ανακύψη εκ του άχθους της πτωχίας και τυρρανίας».
Εν συνεχεία ο Σακελλαρίδης δίνει λεπτομερή στοιχεία για τις συνοικίες της Λάρισας, τη διάταξη των διαφόρων δημοσίων κα δημοτικών κτιρίων στο οικιστικό σχέδιο της πόλης, την παιδεία των Ελλήνων αλλά και των Τούρκων, τις αρχαιότητες, το κλίμα και τη νοσηρότητα της περιοχής, κυρίως από την ελονοσία. Επίσης καταγράφει και το εθνογραφικό πορτρέτο της πόλης, η οποία δεν πρόλαβε ακόμα να αστικοποιηθεί αυτή την περίοδο. Ο συγγραφέας μέσα στη μάλλον γραφική πολυμορφία και πολυχρωμία της πόλης διακρίνει βασικά τον πληθυσμό σε Έλληνες, Τούρκους και Εβραίους και περιγράφει τον πολιτισμό τους ξεχωριστά. Τους Έλληνες Θεσσαλούς τους διακρίνει σε πεδινούς (Καραγκούνηδες), βλάχους, ορεινούς (Πηλιορείτες, Αγραφιώτες, Χασιώτες), η δε πρωτεύουσα Λάρισα περιλαμβάνει μικτό πληθυσμό, με τα αντίστοιχα ήθη και έθιμα κάθε ομάδας.
Τέλος ο συγγραφέας αναφέρεται στο θέμα των προλήψεων και δεισιδαιμονιών της περιοχής. Αναφέρει επί λέξει ο Σακελλαρίδης : «Ο σκοπός ημών είναι να γνωρίσωμεν τοις Θεσσαλοίς αναγνώσταις και τοις Έλλησιν ό,τι επρεσβεύετο και έτι πρεσβεύεται εν τοις χωρίοις και πόλεσι της Θεσσαλίας. Αν δε αι κρατούσαι προλήψεις και δεισιδαιμονίαι πιστευόμεναι υπό του αμαθούς λαού ωφελούσιν ή βλάπτουσι τούτο, αφίεται εις τον ιερόν κλήρον και τους διδασκάλους, οίτινες και καθήκον έχουσι και υποχρέωσιν ανέλαβον να διαφωτίσωσι τον θεσσαλικόν λαόν περί ούτινος ήδη πρόκειται. Αφίεται συνάμα το εκπολιτιστικόν τούτο ζήτημα και εις τον πανδαμάτορα χρόνον, όστις είναι ο σοφώτερος όλων μας και διδάσκαλος του μέλλοντος¨[2].
-------------
[1]. Είναι πολύ χαρακτηριστική και εύστοχη η εικόνα που μας δίνει ο Βλάσης Γαβριηλίδης για τη Λάρισα. Μεταξύ άλλων γράφει: «Όστις θέλει να ιδή κυοφορουμένας πόλεις, ας την επισκεφθή. Παρουσιάζει το θέαμα οικίας κτιζόμενης. Η Λάρισσα κτίζεται. Όλα γίνονται τώρα. Δρόμοι, πλατείαι, καταστήματα, οικοδομαί, ξενοδοχεία, εμπορικά, αγοραί. Σχεδόν και άνθρωποι. Διότι η Λάρισσα είναι χωρίς Λαρισσηνούς. Βλέπεις Αθηναίους, Πελοποννησίους, Στερεοελλαδίτας, Οθωμανούς, Εβραίους, Βλάχους, Γκέγκηδες, Ιταλούς, Φράγκους, Κωνσταντινουπολίτας, μόνον Λαρισσηνούς δεν βλέπεις. Πού είναι; Γίνονται. Βράζουν ...». Παπαθεοδώρου Νικόλαος. «Η Λάρισα του Βλάση Γαβριηλίδη (1890)», εφ. «Ελευθερία», Λάρισα, φύλλο της 12ης Σεπτεμβρίου 2018.
[2]. «Η Λάρισα στα τέλη του 19ου αιώνα, με ιστορικά, κοινωνικά και λαογραφικά στοιχεία της Θεσσαλικής πρωτεύουσας. Από το ανέκδοτο έργο του Γ. Σακελλαρίδη», εφ. «Ελευθερία», φύλλο της 5ης Ιανουαρίου 1985.
Του Νικ. Αθ. Παπαθεοδώρου (nikapap@hotmail.com)