Οι παρελαύνουσες βρίσκονται στο ύψος του υποκαταστήματος της Εθνικής Τράπεζας στην Κεντρική πλατεία και αποδίδουν τιμές σε λευκό γλυπτό πορτραίτο του βασιλιά Κωνσταντίνου, τοποθετημένο σε ψηλή βάση, στο κάτω μέρος της οποίας διακρίνονται τα στεφάνια τα οποία κατατέθηκαν πιο πριν από τους επισήμους. Η προτομή είναι στημένη επί τετράγωνης λευκής εξέδρας και παραστάτες της είναι δύο εύζωνοι. Στη φωτογραφία απεικονίζεται ένα γυναικείο τμήμα της ΕΟΝ (Εθνική Οργάνωση Νεολαίας)[3], που είχε ιδρύσει ο δικτάτορας Ιωάννης Μεταξάς στο πρότυπα των ναζιστικών νεολαιών. Είναι οι λεγόμενες φαλαγγίτισσες.
Οι επίσημοι στέκονται όρθιοι στο πεζοδρόμιο έξω από την Τράπεζα και ο φακός συνέλαβε στην άκρη αριστερά μόνον δύο εξ αυτών, τον μητροπολίτη Λαρίσης Δωρόθεο[4] και δίπλα του ένα άλλο επίσημο άτομο με βελάδα και ημίψηλο καπέλο, το οποίο εκπροσωπούσε την κυβέρνηση, προφανώς τον Νομάρχη. Δήμαρχος Λαρίσης την περίοδο εκείνη ήταν ο Στυλιανός Αστεριάδης, ο οποίος μαζί με τους υπόλοιπους επισήμους είναι εκτός φωτογραφικού πλάνου. Κοντά στον φακό διακρίνεται και ένα άλλος εύζωνας, ο οποίος παριστάνει τον δείκτη για τους παρελαύνοντες.
Η ημέρα είναι ηλιόλουστη, ο κόσμος έχει κατακλύσει πεζοδρόμια παράθυρα και πόρτες και η επισημότητα εμφανής. Με την ευκαιρία αυτή έχουμε τη δυνατότητα να παρατηρήσουμε τη φωτογραφία και να μελετήσουμε λεπτομέρειες από το υπέροχο προπολεμικό κτίριο της Εθνικής Τράπεζας. Μόλις διακρίνεται το προστώο της εισόδου στο ισόγειο με τα τρία συμμετρικά ανοίγματα, καθώς και τα υπόλοιπα νεοκλασικά στοιχεία με τα οποία ήταν κοσμημένη. Τη μελέτη του έργου κατασκευής του κτιρίου είχε εκπονήσει ο περίφημος πολιτικός μηχανικός των Αθηνών Νικόλαος Μπαλάνος, ενώ τα εγκαίνια είχαν γίνει τον Ιούνιο του 1907 και όπως αναφέρει ο τοπικός τύπος το οίκημα αποτελούσε «λαμπρόν μέγαρον, το οποίον ιδίαις δαπάναις η Τράπεζα ωκοδόμησεν». Ολόκληρο το οικοδόμημα ήταν μια τριώροφη οικοδομή με υπόγειο. Το ισόγειο φιλοξενούσε τα γραφεία και τις διάφορες υπηρεσίες της Τράπεζας, στον επάνω όροφο βρισκόταν η κατοικία του διευθυντού, ενώ ο τρίτος όροφος αποτελούνταν από επίμηκες υπερώο, με τριγωνική αετωματική πρόσοψη, το οποίο κάλυπτε μέρος του όλου εμβαδού. Όλη όμως η ομορφιά του κτίσματος επικεντρωνόταν στο νεοκλασικό προστώο του το οποίο έβλεπε προς την πλευρά της πλατείας. Μετά τον σεισμό του 1941 το υπερώο καταστραφέν, κατεδαφίστηκε και τη δεκαετία του 1960 κατεδαφίστηκε και το υπόλοιπο κτίριο, αληθινό κόσμημα, για τα τότε δεδομένα της Λάρισας, για να κατασκευαστεί ο σημερινός άγευστος αισθητικά τεράστιος τσιμεντένιος κύβος, επενδεδυμένος με μάρμαρα, που αντικρίζουμε.
Περισσότερα στοιχεία μπορεί να μας δώσει η φωτογραφία για το άλλο, το διπλανό κτίριο. Πρόκειται για γωνιαίο κτίριο που βασίζεται στο προνόμιο να έχει πρόσοψη σε τρεις δρόμους, Ακροπόλεως (Παπαναστασίου), Αλεξάνδρας (Κύπρου) και Απόλλωνος. Είναι διώροφο. Στο ισόγειο λειτούργησε ένα από τα μεγαλύτερα και μακροβιότερα καταστήματα τροφίμων και αποικιακών ειδών της Λάρισας από τις αρχές του 20ού αιώνα μέχρι το 1941. Ιδρύθηκε από τον Κωνσταντίνο Μακρυγιάννη και λόγω της καταγωγής του από την Κρήτη ήταν γνωστός και ως «Κρητικός».
Πριν εγκατασταθεί σ’ αυτό το κατάστημα, ο Κώστας Μακρυγιάννης διατηρούσε ακριβώς απέναντι μεγάλη αποθήκη κρασιών, με τα οποία εφοδίαζε πολλά ξενοδοχεία φαγητού (εστιατόρια) και ταβέρνες της Λάρισας. Όταν όμως ανεγέρθηκε η διώροφη οικοδομή στη γωνία των οδών Ακροπόλεως, Αλεξάνδρας και Απόλλωνος, εγκατέλειψε την κρασαποθήκη και άνοιξε το κατάστημα αποικιακών, το οποίο είχε πρόσοψη και από τις τρεις πλευρές, με είσοδο από την οδό Απόλλωνος. Το μαγαζί αυτό συνέχισε τη λειτουργία με τους γιους του ιδρυτή του, Δημήτριο, Ιωάννη και Ρηγίνο Μακρυγιάννη. Στο ισόγειο, εκτός από το κατάστημα του Μακρυγιάννη, υπήρχαν βορειότερα και άλλα καταστήματα, τα οποία κατά καιρούς άλλαζαν χρήση και ενοικιαστή.
Στον επάνω όροφο του ίδιου κτιρίου στεγάσθηκε το Ξενοδοχείο «Όλυμπος» του Χαράλαμπου Βουζίκα. Αρχιτεκτονικά στο εξωτερικό του το κτίριο ακολουθούσε τον ρυθμό της εποχής, τον νεοκλασικό. Διέθετε κομψούς εξώστες με σιδερένια κιγκλιδώματα, στηριγμένους σε γλυπτά μαρμάρινα φουρούσια, παραστάδες γύρω από τα ανοίγματα, και άλλα ήπια αρχιτεκτονικά στοιχεία, όπως σχεδόν όλα τα κτίρια της Πλατείας Θέμιδος (Κεντρική πλατεία), κατά την προπολεμική περίοδο. Η κεντρική είσοδος του ξενοδοχείου βρισκόταν επί της οδού Ακροπόλεως. Το τμήμα του κτιρίου αυτού που διακρίνεται στη φωτογραφία είχε άσχημο τέλος. Κατά τον ιταλικό βομβαρδισμό της 21ης Δεκεμβρίου 1940 μια εχθρική βόμβα έπεσε επάνω στη στέγη του, η οποία το μετέτρεψε σε ερείπια.
Από τον Νίκο Παπαθεοδώρου
nikapap@hotmail.com
[1]. Η χρονολόγηση της εικόνας συνάγεται και από την παρουσία του αποσπάσματος της Ε.Ο.Ν., της οποίας το πρώτο παράρτημα στην Ελλάδα ως γνωστόν ιδρύθηκε τον Νοέμβριο του 1937 στην Πάτρα. Βλέπε: Γρηγορίου Δαφνή. Η Ελλάς μεταξύ δύο πολέμων (1923-1940). Αθήναι (1955), Β’ τόμ., σελ. 470.
[2]. Είναι γνωστό ότι τον Ιανουάριο του 1923 απεβίωσε σε ξενοδοχείο στο Παλέρμο της Σικελίας ο εξόριστος βασιλιάς Κωνσταντίνος και ενταφιάστηκε με ενέργειες της Ρωσίδας μητέρας του βασίλισσας Όλγας στην κρύπτη της ρωσικής εκκλησίας της Φλωρεντίας. Όταν τον Νοέμβριο του 1935 αποκαταστάθηκε η βασιλευόμενη δημοκρατία με βασιλιά τον Γεώργιο Β’, τέθηκε θέμα επιστροφής της σορού του Κωνσταντίνου στην Ελλάδα. Προς τούτο η κυβέρνηση απέστειλε το θωρηκτό «Αβέρωφ» στο Μπρίντιζι για να παραλάβει τα οστά του Κωνσταντίνου, της μητέρας του, βασίλισσας Όλγας, και της συζύγου του βασίλισσας Σοφίας, οι οποίες είχαν πεθάνει επίσης εκτός Ελλάδας. Το πλοίο κατέπλευσε στον Πειραιά στις 17 Νοεμβρίου 1936. Με επίσημη πομπή οι σοροί μεταφέρθηκαν στη Μητρόπολη Αθηνών για λαϊκό προσκύνημα διάρκειας έξι ημερών και ακολούθως, ενταφιάστηκαν στο βασιλικό κοιμητήριο στο Τατόι.
[3]. Μέσα από την Εθνική Οργάνωση Νεολαίας γινόταν συστηματική προσπάθεια διαπαιδαγώγησης και προπαγάνδας υπέρ του καθεστώτος.
[4]. Δωροθεος Κοτταράς (1888-1956). Σπούδασε Θεολογία και εν συνεχεία Νομική στην Αθήνα και τη Λειψία. Ειδικεύθηκε στο εκκλησιαστικό δίκαιο. Στις 18 Δεκεμβρίου 1922 προχειρίστηκε πρεσβύτερος και μετά δύο ημέρες χειροτονήθηκε μητροπολίτης Κυθήρων και Αντικυθήρων. Στις 15 Ιανουαρίου 1935 μετατέθηκε στη Μητρόπολη Λαρίσης και Πλαταμώνος στη θέση του αποθανόντος Αρσενίου, όπου έμεινε μέχρι στις 29 Μαρτίου 1956, όταν εκλέχθηκε Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος. Απεβίωσε σε νοσοκομείο της Στοκχόλμης στις 26 Ιουλίου 1957 από όγκο του εγκεφάλου. Υπήρξε ικανότατος ομιλητής και η γνώμη του ήταν πάντα βαρύνουσα κυρίως επί θεμάτων εκκλησιαστικού δικαίου.