Η ανάγκη για καταγραφή ιστορικών γεγονότων, σημαντικών ιδιωτικών στιγμών, αισθημάτων, γνωστικών αντικειμένων και γεωγραφικών αναζητήσεων, φαίνεται ότι δεν μπορούσε να ικανοποιηθεί πλήρως με τη βοήθεια του γραπτού σχεδίου και του προφορικού λόγου. Η χρήση της εικόνας, με την αδιαμφισβήτητη δύναμή της, έδωσε τη δυνατότητα για μια πιο ολοκληρωμένη καταγραφή τους. Με τη φωτογραφία ουσιαστικά έγινε κατορθωτό να μείνουν ανεξίτηλες στον χρόνο εικόνες κάθε ανθρώπινης δραστηριότητας και να αιχμαλωτισθούν ιστορικές στιγμές, οι οποίες αποτυπωμένες σε ειδικό χαρτί διαιώνιζαν τα γεγονότα. Η περιοχή μας είναι από τις πρώτες η οποία εννόησε την αξία και τη δύναμή της από πολύ νωρίς. Είναι γνωστό ότι η χρήση κινούμενης εικόνας για την καταγραφή πολεμικών γεγονότων, εμφανίσθηκε για πρώτη φορά παγκόσμια στη Θεσσαλία κατά τη διάρκεια του ελληνοτουρκικού πολέμου του 1897. Η αποτύπωση αυτή, σταθερή ή κινούμενη, παγιώνει τη μνήμη παρελθόντων γεγονότων σε φθαρτά υλικά που ο άνθρωπος με τις ικανότητές του έχει δημιουργήσει.
Μνήμη είναι η διαδικασία καταγραφής και ανάκλησης αποθηκευμένων γεγονότων και αποτελεί μία από τις θεμελιώδεις λειτουργίες του οργανισμού μας. Ο Αριστοτέλης πίστευε ότι ο άνθρωπος διαθέτει δύο μνήμες, την "απλή μνήμη", η οποία εδράζεται στον εγκέφαλο και είναι η μνήμη του νου, και την "ανάμνηση" που έχει κέντρο την καρδιά και είναι η μνήμη της ψυχής, η οποία δεν χάνεται. Ανάμνηση είναι η ανάκληση μιας εσώψυχης θύμησης. Θυμάμαι σημαίνει υπάρχω. Ένας άνθρωπος υγιής, αλλά χωρίς μνήμη, είναι "πρόβατον απολωλός", μια πόλη ευημερούσα, αλλά χωρίς ιστορική μνήμη είναι μια χώρα χωρίς δημιουργική πνοή για το παρόν και προοπτικές για το μέλλον.
Νομίζω ότι η εικόνα που συνοδεύει το σημερινό κείμενό μας έδωσε την ευκαιρία να ...φλυαρήσουμε κάπως, καθώς ο φωτογραφικός φακός σε μια ιστορικά τραγική στιγμή της πόλης αποτύπωσε συγκλονιστικά γεγονότα. Παρατηρούμε σήμερα εμβληματικά κτίρια της Λάρισας, ναούς, γέφυρες, περίτεχνα αρχοντικά, όλα παραμορφωμένα, να κείτονται σχεδόν ισοπεδωμένα από τις βάρβαρες ενέργειες ενός ισχυρού εχθρού. Μια πόλη να είναι νεκρή και ερειπωμένη και ένας κόσμος να περιφέρεται ανέστιος, όμως ο κατακτητής να παρελαύνει με τα βαριά πολεμικά οχήματά του υπερήφανος μέσα από τους δρόμους της. Κατόρθωμα; Πρόσκαιρο για τους κατακτητές. Η ιστορία όμως το κατέγραψε σαν έγκλημα.
Η σημερινή εικόνα προέρχεται από το αρχείο του Θεσσαλονικιού συλλέκτη Βύρωνα Μήτου, ο οποίος συγκεντρώνει από χρόνια φωτογραφίες από την περίοδο της κατοχής οι οποίες αφορούν ολόκληρη τη χώρα. Από τις φωτογραφίες αυτές άλλες προέρχονταν από τη γερμανική προπαγάνδα η οποία τις διοχέτευε στην κυκλοφορία για να κάμψει τα φρόνημα των Ελλήνων και άλλες από λήψεις που έκαναν Γερμανοί στρατιώτες κατά την ολιγόωρη άδεια εξόδου τους από το στρατόπεδο. Μερικές απ' αυτές τις εμφάνιζαν σε φωτογραφεία της Λάρισας, επειδή όμως οι μετακινήσεις τους ήταν συχνές, οι περισσότερες εμφανίζονταν στη Γερμανία, με κάποιον τρόπο. Το διαπιστώνουμε συχνά στις φωτογραφίες της συλλογής, όπου στο πίσω μέρος πολλών απ' αυτές υπάρχουν σφραγίδες γερμανικών φωτογραφείων.
Η λήψη της συγκεκριμένης φωτογραφίας έγινε από τη διασταύρωση των οδών Μακεδονίας (Βενιζέλου) και Ολύμπου και ο φακός στόχευσε σε όλο το βάθος της την οδό Μακεδονίας. Αριστερά δύο Έλληνες στρατιώτες, επιστρέφοντας στις πατρίδες τους μετά την κατάρρευση του ελληνοαλβανικού μετώπου, ύστερα από την εισβολή στη χώρα μας των Γερμανών, αφοπλισμένοι και ρακένδυτοι, κρατώντας τον απαραίτητο ρουχισμό στα χέρι τους, παρακολουθούν από το πεζοδρόμιο σιωπηλοί την πορεία μιας γερμανικής φάλαγγας. Ο δρόμος είναι γεμάτος από άρματα και αυτοκίνητα εφοδιασμού που κατευθύνονται προς το κέντρο της Λάρισας. Τα κτίρια του δρόμου κρύβονται από τα φυλλώματα των δένδρων και μόνο στη δεξιά πλευρά διακρίνεται ένα ισόγειο κτίσμα, του οποίου διακρίνεται η επιγραφή "Εστιατόριον ο Ζουρτός". Ήταν ένα από τα πιο καλύτερα καταστήματα εστίασης της προπολεμικής περιόδου και συγκέντρωνε συνήθως τους επαγγελματίες της αγοράς. Το λειτουργούσαν οι αδελφοί Ζουρτού. Εμφανίζει τέσσερα όμορφα τοξωτά ανοίγματα τα οποία είναι παραβιασμένα. Το κατάστημα φαίνεται λεηλατημένο, με σπασμένες τζαμαρίες και σημαντικές εξωτερικές ζημιές. Ως γνωστόν μεταπολεμικά και για πολλά χρόνια οι ίδιοι είχαν μετακομίσει σε ιδιόκτητο κατάστημα στην οδό Νιρβάνα και οι παλαιότεροι Λαρισαίοι θυμούνται τα ψητά εδέσματα που προσέφερε.
Στο διώροφο κτίριο δίπλα του, ο επάνω όροφος φαίνεται ακατοίκητος, καθώς δεν έχει ολοκληρωθεί. Στο ισόγειο στεγάζεται, όπως αναφέρει η επιγραφή, το "Φαρμακείον Αναστασίου Ν. Βάη". Το φαρμακείο αυτό έχει μεγάλη ιστορία, καθώς αποτελεί τη συνέχεια κατά κάποιον τρόπο του ιστορικού Φαρμακείου του Κωνσταντίνου Παπασταύρου. Ο τελευταίος εγκαταστάθηκε στη Λάρισα αμέσως μετά την απελευθέρωση του 1881. Διαβάζουμε σε εφημερίδα της εποχής: «Ο κ. Κ. Παππασταύρος, επιστήμων φαρμακοποιός ηνέωξεν φαρμακείον και φαρμακεμπορείον εν τη συνοικία Δάρκουλη, εφωδιασμένον με άπαντα τα είδη εκλεκτών φαρμάκων εκ Παρισίων»[1]. Νυμφεύθηκε εδώ σε δεύτερο γάμο τη δασκάλα Αμαλία Χρυσοχόου. Απ' όσο γνωρίζουμε το ζευγάρι δεν έκανε παιδιά. Ο Κων. Παπασταύρου από τον πρώτο του γάμο είχε τρία τέκνα:
-Τον Σταύρο, ο οποίος σπούδαζε Χημεία στο εξωτερικό, με σκοπό να διατηρήσει το φαρμακείο του πατέρα του στη Λάρισα, αλλά το 1900 πέθανε στην Τεργέστη σε ηλικία 25 ετών.
-Την Αικατερίνη, για την οποία γνωρίζουμε ότι το 1893 μνηστεύθηκε τον ανθυπολοχαγό του 7ου Ευζωνικού τάγματος Δημήτριο Κλείτσα. Ο άνδρας της δυστυχώς σκοτώθηκε τη Μ. Παρασκευή 11 Απριλίου του 1897 κατά τη διάρκεια του ατυχούς ελληνοτουρκικού πολέμου.
-Και τη Βαρβάρα η οποία παντρεύτηκε τον γιατρό Νικόλαο Βάη από τη Ζίτσα. Μαζί του απέκτησε έξι τέκνα. Από αυτά τα τρία δραστηριοποιήθηκαν στη Ζίτσα, ενώ τα άλλα τρία (ο Βασίλης, ο Τάκης και ο Τάσος) ήλθαν στη Λάρισα. Ο Παπασταύρου μετά τον θάνατο του γιου του Σταύρου το 1900, έστειλε για σπουδές φαρμακευτικής τον εγγονό του Βασίλη, ο οποίος και τον διαδέχθηκε στο φαρμακείο το 1920. Ο Τάκης Βάης παρέμεινε άγαμος και επαγγελματικά διατηρούσε κατάστημα οπτικών ειδών δίπλα από το φαρμακείο του αδελφού του Βασίλη, επί της σημερινής οδού Ρούσβελτ[2]. Ο Τάσος Βάης ήταν ο μικρότερος όλων. Σπούδασε και αυτός φαρμακευτική με τη βοήθεια του μεγαλύτερου αδελφού του Βασίλη. Το φαρμακείο του αρχικά ήταν στη γωνία των οδών Βενιζέλου και Ολύμπου και είναι αυτό που φαίνεται στη φωτογραφία. Λίγα χρόνια μετά το τέλος του πολέμου μεταφέρθηκε στη γωνία των σημερινών οδών Κούμα και Ασκληπιού, όπου παραμένει μέχρι και σήμερα και το λειτουργούν οι απόγονοι του.
[1]. εφ. "Ανεξαρτησία", εν Λαρίσση, φύλλο της 5ης Δεκεμβρίου 1882
[2]. Την περίοδο εκείνη και μέχρι τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια ονομαζόταν οδός Φαρσάλων.
Από τον Νίκο Παπαθεοδώρου
nikapap@hotmail.com