Το οφείλουμε στην κοινωνία, στους συνανθρώπους μας και σ' αυτούς που αγαπάμε. Είναι αλήθεια ότι έτσι ξαφνικά άλλαξε η ζωή μας και διάφοροι περιορισμοί μάς απομάκρυναν από τις συνήθειές μας. Αλλά αργά ή γρήγορα όλα θα περάσουν και θα μπούμε στην κανονική ζωή. Η ιστορία της Λάρισας είναι γεμάτη από λοιμούς, λιμούς, σεισμούς, καταποντισμούς, πυρκαγιές και άλλα φυσικά φαινόμενα. Και όμως τα ξεπέρασε όλα και σήμερα στέκεται σεμνή και όμορφη να αντιμετωπίζει όπως πρέπει μια ακόμη επιδημία [1].
Στο σημερινό σημείωμα θα περιγράψουμε δύο επώδυνες στιγμές στην ιστορία της παλιάς Λάρισας, οι οποίες έτυχε να συμβούν κατά τη Μ. Εβδομάδα και το Πάσχα στις χρονιές 1897 και 1941 και της στέρησαν, όπως και φέτος, τη χαρά να γιορτάσει σε μια έρημη πόλη, είτε από φυγή είτε από εγκλεισμό στα σπίτια.
-- Αρχές Απριλίου του 1897 άρχισαν οι πρώτες πολεμικές επιχειρήσεις κατά τη διάρκεια της ελληνοτουρκικής σύρραξης στα υψώματα της Μελούνας. Ας παρακολουθήσουμε πως περιγράφει τις οδυνηρές στιγμές της εγκατάλειψης της Λάρισας από τους κατοίκους της η Αμαλία Παπασταύρου [2],: " Απριλίου 10. Ήτο Μ. Πέμπτη και επεριμένομεν Πάσχα και όμως εις καμμίαν οικίαν δεν παρατηρείται η παραμικρά κίνησις εμφαίνουσα την προσέγγισιν της επισημοτέρας των εορτών. Ούτε συγύρισμα, ούτε βάψιμον αυγών, ούτε φεύ εκκλησία. Ο νους δεν είναι δυνατόν να προσηλωθή εις την προσευχήν, διότι επέτα προς τους μαχομένους αδελφούς μας και εκάστη βολή πυροβόλου συνεκλόνιζε και το σώμα και την ψυχήν μας … Απριλίου 11, Μ. Παρασκευή. Έφερον και τον γαμβρόν μας νεκρόν … Είναι δυνατόν να φανταστή τις ότι έχει νεκρόν προσφιλή και δεν δύναται να τω ανάψη ένα κερί. Ότι δεν ευρίσκεται ιερεύς να τον θάψη και ότι τέσσαρες φίλοι του τον τυλίγουν εις μίαν κουβέρταν και τον φέρουν εις τον τάφον. Ότι συγκεχυμέναι τρόμου φωναί από τον δρόμον φθάνουσι μέχρις ημών, μας ευρίσκουν αναισθήτους … Ότι μετά την εκφοράν του νεκρού, χωρίς να πάρωμεν τίποτε, χωρίς να κλείσωμεν τίποτε, αναχωρήσαμεν από την οικίαν … και εβαδίζομεν προς τον Σιδηρόδρομον. Ότι κόσμος πολύς, άνδρες, γυναίκες και παιδιά έτρεχον προς την αυτήν διεύθυνσιν. Ότι εις τον Σταθμόν εφύλαττε σκοπός και εμπόδιζε τους πολίτας να εισέρχονται … Εισήλθομεν ημείς εις διαμέρισμα τρίτης θέσεως όπου ήσαν άλλοι δέκα και ήτο ευτύχημα, διότι άλλοι δεν εύρισκον θέσιν" [3].
-- Μια οδυνηρή Μ. Εβδομάδα έζησε η Λάρισα και κατά το 1941. Είχε προηγηθεί ο μεγάλος σεισμός της 1ης Μαρτίου και οι φονικοί ιταλικοί βομβαρδισμοί της επομένης ημέρας. Στη συνέχεια άρχισε η επέλαση των Γερμανών. Τη Μ. Τρίτη 15 Απριλίου ένας ανελέητος γερμανικός βομβαρδισμός αποτελείωσε την καταστροφή της Λάρισας. Η πόλη ερημώθηκε από τους κατοίκους της, τα περισσότερα καταστήματα έκλεισαν και οι δημόσιες υπηρεσίες υπολειτουργούσαν. Ο δήμαρχος Στυλινός Αστεριάδης αφηγείται μεταπολεμικά στον δημοσιογράφο Λάζαρο Αρσενίου: "Τη Μεγάλη Παρασκευή 18 Απριλίου 1941 λίγο μετά το μεσημέρι, γερμανικά στρατεύματα κατακτούν τη Λάρισα … Τις προηγούμενες ημέρες την είχαν σκληρά βομβαρδίσει αεροπλάνα "Στούκας" που προκάλεσαν σοβαρές καταστροφές και θύματα. Οι κάτοικοί της, νοιώθοντας τον εχθρό να πλησιάζη, εγκαταλείπουν ομαδικά την πόλη τους με θλίψη, κουβαλώντας ό,τι πολυτιμότερο μπορούν. Και ανάλογα με τα μέσα που διαθέτουν, καταφεύγουν άλλοι σε κοντινά και άλλοι σε μακρινά χωριά ή πόλεις. Έτσι όταν οι Γερμανοί μπαίνουν στην Λάρισα δεν βρίσκουν πολίτες. Οι Λαρισινοί δεν θέλησαν να τους υποδεχθούν" [4].
Ο παλιός δήμαρχος Μιχαήλ Σάπκας περιγράφει ως εξής την είσοδο των Γερμανών στη Λάρισα: "Κατάστασις τελείως απελπιστική, πείνα, ερείπια, γύμνια και πλήρης ανεργία. Οι Γερμανοί εχαρακτήρισαν την στάσιν της Λαρίσης απέναντί των κατά την είσοδόν των, ως όλως εχθρικήν. Ανέμενον την ημέραν του Μεγάλου Σαββάτου προ της γεφύρας του Πηνειού ποταμού δι' όλης σχεδόν της ημέρας επιτροπήν των αρχών ή των κατοίκων όπως εμφανισθή προ του Στρατηγείου των προς παράδοσιν της πόλεως και συνεννόησιν δια την είσοδον και εγκατάστασιν των υπηρεσιών των εις την πόλιν και διά τινα στοιχειώδη υποδοχήν αυτών και παροχήν ευκολιών εις την εγκατάστασιν, αλλά ουδείς παρουσιάσθη [5].
Ο μετέπειτα δήμαρχος Δημήτριος Χατζηγιάννης αναφέρει για την είσοδο των Γερμανών: "Η πόλις της Λαρίσης ηρημώθη και κατοίκων και των αρχών της. Τα γερμανικά στρατεύματα άτινα την Μ. Παρασκευήν ήρχοντο να καταλάβουν την πόλιν, εστάθμευσαν έξω αυτής, εις την Γιάννουλην, εις απόστασιν τεσσάρων χιλιομέτρων. Ανέμειναν εκεί επί δίωρον μήπως πρεσβεία της πόλεως της παραδώση συμβολικά τας κλείδας της. Ουδείς, ούτε κληρικός, ούτε πολίτης, ούτε των τοπικών της αρχών εστάλη. Και ο γερμανικός στρατός εισελθών εις την ερειπωμένη Λάρισαν, διέταξε γενικήν λεηλασίαν της πόλεως … Ήταν τα αντίποινα κατά της υπερηφάνου πόλεως" [6].
Η φωτογραφία η οποία συνοδεύει το σημερινό κείμενο είναι συγκλονιστική. Εντοπίστηκε πριν από ένα χρόνο περίπου από τον Αχιλλέα Καλτσά, που είναι μέλος της Φωτοθήκης Λάρισας του Ομίλου Φίλων της Θεσσαλικής Ιστορίας σε διεθνή δημοπρασία παλιών φωτογραφιών. Απεικονίζει την κατάσταση στην οποία βρισκόταν το Ιερόν Βήμα του μητροπολιτικού ναού του Αγ. Αχιλλίου μετά τον σεισμό και τους συνεχείς βομβαρδισμούς. Δεξιά διακρίνεται μέρος της Αγίας Τραπέζης σκεπασμένης από ερείπια. Πίσω, στην κεντρική κόγχη του Ιερού υπάρχει το Σύνθρονο, ο θρόνος του αρχιερέως αλώβητος και ενδιάμεσα ο Σταυρός με τον Εσταυρωμένο έχει πέσει στα πλάγια. Η λήψη της φωτογραφίας έγινε από Γερμανό στρατιωτικό μετά την κατάληψη της Λάρισας, τον Απρίλιο του 1941.
Τη χρονιά εκείνη στη Λάρισα πραγματικά ο Χριστός ξανασταυρώθηκε.
---------------------------------------------------------------
[1]. Ο Θεόδωρος Παλιούγκας στο δίτομο έργο του "Η Λάρισα κατά την Τουρκοκρατία 1423-1881)" αφιερώνει στον 2ο τόμο ολόκληρο κεφάλαιο για να περιγράψει στις σελίδες 667-710 τις επιδημίες, τις μεγάλες φυσικές καταστροφές και άλλα δεινά της Λάρισας κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας.
[2]. Η Αμαλία Παπασταύρου-Χρυσοχόου (1856-1935) γεννήθηκε στη Ζίτσα της Ηπείρου και ήταν δασκάλα από την περίοδο της τουρκοκρατίας στη Λάρισα. Παντρεύτηκε τον ομοχώριό της φαρμακοποιό Κωνσταντίνο Παπασταύρου. Περισσότερα βλέπε: Παπαθεοδώρου Νικόλαος, Ιχνηλατώντας την παλιά Λάρισα-2014, Λάρισα (2016) σελ. 41-44.
[3]. Παπασταύρου Αμαλία. Ημερολόγιον του πολέμου ανευρεθέν εν Λαρίσση από 1-14 Απριλίου 1897, Αλεξάνδρεια (1897), σελ. 16-26.
[4]. Αρσενίου Λάζαρος, Η Θεσσαλία στην Αντίσταση, τόμ. Α΄, Αθήνα (1977) σελ. 18.
[5]. Σάπκας Μιχαήλ, Πεπραγμένα του εν Λαρίση τμήματος του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού από της ιδρύσεώς του κατά το 1922 μέχρι της 30 Ιουνίου 1955. Εν Λαρίση (1955) σελ. 18-19.
[6]. Αναμνήσεις Δημητρίου Χατζηγιάννη (1888-1973). Επιμέλεια-Εισαγωγή-Σχόλια Ιουλία Κανδήλα. Λάρισα (2011) σελ. 206.
Από τον Νικ. Αθ. Παπαθεοδώρου
nikapap@hotmail.com