Ο αποστολέας απευθυνόμενος στην "Κυρίαν Μαριέτταν Ι. Κεφαλά" στην Αθήνα γράφει χαρακτηριστικά: "Λάρισσα, Οκτώβριος 1912. Έφθασα καλά. Πριν αναχωρήσω δεν μας είπαν ακόμη τίποτε. Όταν φύγω θα σας γράψω. Ασπασμούς. (υπογραφή δυσανάγνωστη)". Δυσνόητο το νόημα του μηνύματος, ίσως και ηθελημένα. Από την ημερομηνία γίνεται κατανοητό ότι η χώρα μας βρισκόταν τότε στις παραμονές του ελληνοτουρκικού πολέμου και στη Λάρισα είχαν συγκεντρωθεί μεγάλες μονάδες στρατού. Φαίνεται ότι ο συγκεκριμένος εγγράμματος αποστολέας δεν ήταν ένας τυχαίος επισκέπτης της πόλης μας, αλλά είχε κάποια σχέση με την έναρξη του Βαλκανικού πολέμου, κατά τον οποίο αρχικά ως γνωστόν απελευθερώθηκε στις 6 Οκτωβρίου η Ελασσόνα. Από την άποψη αυτή η κάρτα έχει και μια ιστορική αξία.
Φωτογράφος του επιστολικού δελταρίου είναι ο Στέφανος Στουρνάρας. Στο πίσω μέρος του είναι εκτυπωμένα με πράσινα γράμματα τα εξής: "Εκδότης Στέφανος Στουρνάρας εν Βόλω. Νο 244". Ο Στουρνάρας (1867-1928) μάς είναι γνωστός και από άλλες φωτογραφίες, τις οποίες κατά καιρούς δημοσιεύσαμε και θεωρείται ένας από τους σπουδαιότερους Έλληνες φωτογράφους και εκδότες καρτών των πρώτων δεκαετιών του 20ού αιώνα. Γεννήθηκε στη Ζαγορά του Πηλίου και φοίτησε για επτά χρόνια στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών ζωγραφική και χαρακτική. Παρ' όλα αυτά όμως διακρίθηκε στη φωτογραφία όπου υπήρξε αυτοδίδακτος, μελετώντας σχετικά γαλλικά βιβλία. Στον Βόλο εγκαταστάθηκε το 1889. Η Λάρισα είχε την τύχη να είναι μία από τις περιοχές της Ελλάδος που έχουν επισκεφθεί και φωτογραφήσει τόσο ο ίδιος, όσο και οι γιοι του Κωνσταντίνος και Νικόλαος, ιδιαίτερα ο τελευταίος. Χάρη στον Στέφανο Στουρνάρα η πόλη μας έχει μια μεγάλη σειρά από φωτογραφίες του, οι οποίες χρονικά κυμαίνονται από τα τέλη του 19ου αιώνα, μέχρι τα μέσα της τρίτης δεκαετίας του 20ού αιώνα. Μια χρονική περίοδο κατά την οποία οι πολλοί και καλοί φωτογράφοι της πόλης μας (Παντοστόπουλος, Αποστολίδης, Δαφνόπουλος) ασχολούνταν κυρίως με φωτογραφίες Studio, ενώ δεν έχουμε εντοπίσει απ' αυτούς φωτογραφίες τοπίου. Από την άποψη αυτή ο Στέφανος Στουρνάρας θα πρέπει να θεωρηθεί φωτογραφικός ευεργέτης της Λάρισας, καθώς έχει αποτυπώσει με τον φακό του τα πιο δημοφιλή σημεία της πόλης σε μια χρονική περίοδο, κατά την οποία η πρωτεύουσα της Θεσσαλίας αναπτύσσονταν αλματωδώς.
Η σημερινή εικόνα απεικονίζει μέρος της Κεντρικής πλατείας (Δικαστηρίων ή Θέμιδος τότε), με αποτύπωση των κτιρίων της βόρειας πλευράς. Αφού η αποστολή της κάρτας έχει χρονολογία 1912, η λήψη της φωτογραφίας της θα πρέπει να είναι προγενέστερη, ίσως το 1910, χρονολογία κατά την οποία ο φωτογράφος βρέθηκε στη Λάρισα και φωτογράφισε πολλά σημεία της, τα οποία και τα περιέλαβε σε πολλές χρωμολιθόγραφες κάρτες του. Το ενδιαφέρον της δημοσιευόμενης φωτογραφίας επικεντρώνεται στο γεγονός ότι ο χώρος της πλατείας είναι γυμνός, καθώς περιφερειακά έχουν δημιουργηθεί πεζοδρόμια με δύο σειρές δένδρων τα οποία μόλις έχουν φυτευτεί. Το γεγονός αυτό βοηθάει να αποτυπωθούν και τα ισόγεια των απεικονιζόμενων κτισμάτων, τα οποία σε μεταγενέστερες φωτογραφίες καλύπτονται από δένδρα.
--Σχολιάζοντας τη φωτογραφία και ξεκινώντας από αριστερά, το πρώτο κτίριο που βλέπουμε στη φωτογραφία είναι το "Μέγα Ξενοδοχείον Το Στέμμα". Κατασκευάσθηκε επί δημαρχίας Διονυσίου Γαλάτη σε χώρο όπου υπήρχαν παλαιές και ερειπωμένες ιδιοκτησίες Οθωμανών, οι οποίες περιήλθαν στη δημοτική αρχή κατόπιν αγοράς, μετά την αποχώρησή τους από τη Λάρισα το 1881. Άρχισε να λειτουργεί από το 1887 ως δημοτική επιχείρηση, με ανεπτυγμένα 18 δωμάτια στον όροφο. Στο ισόγειο υπήρχαν δύο μεγάλες αίθουσες, η μία στέγαζε εστιατόριο και η άλλη καφενείο. Υπήρχαν όμως και ορισμένες μεμονωμένες πόρτες, οι οποίες οδηγούσαν σε διάφορα γραφεία και καταστήματα. Στο βάθος της εισόδου αναφέρεται ότι υπήρχαν 20 περίπου μεγάλα κιούπια, τα οποία γέμιζαν καθημερινά με νερό οι σακάδες του Πηνειού. Αποτέλεσε ένα από τα πρώτα επιβλητικά δημόσια κτίρια που δημιουργήθηκαν στην μεταπελευθερωτική Λάρισα και για την εποχή του ήταν ένα άνετο και πολυτελές κατάλυμα για τους εφήμερους επισκέπτες της πόλης.
-Ακριβώς δίπλα από το ξενοδοχείο και σε επαφή μαζί του ήταν ένα ισόγειο γωνιακό οίκημα, το οποίο έβλεπε και επί της οδού Φιλελλήνων. Από την πλευρά της οδού Κύπρου παρατηρούμε ότι υπάρχουν ορισμένα μεμονωμένα καταστήματα. Αργότερα ο χώρος αυτός νοικιάσθηκε για να στεγασθεί για πολλά χρόνια το υποκατάστημα της Λαϊκής Τράπεζας.
-Μεσολαβεί η οδός Φιλελλήνων και το επόμενο κτίριο αποτέλεσε το κομψότερο κτίσμα της πλατείας στην προπολεμική Λάρισα. Το 1905 ισοπεδώθηκαν οι ποινικές φυλακές και ορισμένα καταστήματα του μουσουλμάνου μεγαλοκτηματία Χατζημέτου που υπήρχαν στην περιοχή και στη θέση τους κατασκευάσθηκε διώροφη οικοδομή, η οποία εκμεταλλευόμενη τη γωνιακή της θέση κοσμήθηκε στη στέγη με έναν κομψό τρούλο. Το 1906, στον όροφο ο επιχειρηματίας Ιωάννης Ασλάνης δημιούργησε τη περίφημη Λέσχη που αναβάθμισε την κοινωνική ζωή της Λάρισας. Το 1919 στη θέση της Λέσχης στεγάσθηκε το ξενοδοχείο «Μεγάλη Βρετανία» των αδελφών Μίχου. Το 1935 το κτίριο παραχωρήθηκε στον Στρατό αποκλειστικά για τη στέγαση της Λέσχης Αξιωματικών. Στο ισόγειο λειτουργούσαν τα καταστήματά τους διάφοροι Λαρισαίοι επιχειρηματίες και από την πλευρά της πλατείας υπήρξε και το περίφημο καφενείο του Μπόκοτα, το πρώτο στη Λάρισα που έφερε τραπέζια μπιλιάρδου.
-Σε επαφή με το προηγούμενο, διακρίνεται ισόγειο κτίσμα με καταστήματα, τα οποία κατά τον μεσοπόλεμο συνενώθηκαν και δημιουργήθηκε το Καφενείον «Εμπορικόν», το οποίο υπήρχε στη θέση αυτή μέχρι τη δεκαετία του 1980.
-Δίπλα του βρισκόταν το Φαρμακείο Αγαμέμνονα Αστεριάδη. Θεωρείται ότι ήταν το παλαιότερο της Λάρισας και η λειτουργία του ανιχνεύεται από την περίοδο της τουρκοκρατίας.
-Αμέσως μετά, στη γωνία με την οδό Πανός, το διώροφο κτίριο που συναντάμε σε μεταγενέστερες φωτογραφίες δεν έχει ακόμα κτισθεί και στη θέση του υπάρχει ένα χαμηλό κτίσμα.
Στο βάθος του ορίζοντα διακρίνεται επιβλητική η κωνική κορυφή της Όσσας (Κίσσαβος).
Από τον Νικ. Αθ. Παπαθεοδώρου
nikapap@hotmail.com