Η άποψη αυτή, η οποία απεικονίζει μέρος ενός λίθινου βάθρου με το αντίστοιχο τόξο, αποσαφηνίζει με λεπτομέρεια την αρχιτεκτονική της μεγάλης πέτρινης γέφυρας τη Λάρισας. Ολόκληρη η κατασκευή της, μήκους 120 μέτρων, στηριζόταν σε οκτώ βάθρα (τα μεσόβαθρα), τα οποία με τις όχθες δημιουργούσαν εννέα ελαφρώς ανισομεγέθη τόξα. Αποτελούνταν από πέτρες διαφόρων μεγεθών, ορθογώνια πελεκημένες και συνδέονταν μεταξύ τους με στέρεους λευκούς αρμούς (κουρασάνι)[3] μεγάλου πάχους. Γι' αυτό και οι εργάτες οι οποίοι μεταπολεμικά κατέστρεψαν τα πέτρινα απομεινάρια της γέφυρας από τις κατοχικές ανατινάξεις για να κτισθεί η καινούρια τσιμεντένια, είχαν να λένε για την ανθεκτικότητα των αρμών και προτιμούσαν να σπάζουν τις πέτρες παρά να τις διαχωρίζουν αυτούσιες. Εξ άλλου είναι γνωστό ότι οι τσιμεντένιες κολώνες της νέας γέφυρας "πάτησαν" επάνω στα βάθρα της παλιάς πέτρινης.
Κάθε βάθρο ήταν πολύ στερεά και σε ευρύ πλάτος στηριγμένο στο βάθος της κοίτης (πρόβολος). Για να αμβλύνεται δε η ισχύς της ροής του νερού πάνω τους σε περιόδους πλημμυρών, ο πρόβολος και στην ανάντι και στην κατάντι θέση ήταν τριγωνικός και εμφάνιζε κλιμακωτές διαβαθμίσεις, μειούμενες στα επάνω στρώματα. Επί πλέον κάθε βάθρο, πάνω από τους προβόλους είχε και ένα ανακουφιστικό άνοιγμα, τη λεγόμενη ψευτοκαμάρα. Τα εννέα τόξα της γέφυρας δεν ήταν εντελώς ημικυκλικά, αλλά στο κέντρο τους εμφάνιζαν ένα οξυκόρυφο κλείδωμα, τη λεγόμενη περσική αψίδα.
Με λίγη προσοχή όλα όσα αναφέραμε μπορεί κανείς να τα διακρίνει, αν μελετήσει προσεκτικά τις λεπτομέρειες της φωτογραφίας. Η τέχνη των λαϊκών μαστόρων της βυζαντινής και μεταβυζαντινής περιόδου ήταν ακαταμάχητη, η ανθεκτικότητα της κατασκευής παροιμιώδης και αν δεν είχε μεσολαβήσει η επάρατος κατοχή του 1941-1944, με τις δύο ανατινάξεις της γέφυρας, αυτή θα στόλιζε μέχρι κα σήμερα την πόλη.
Ο Γεώργιος Βαλσάμης που μας προσφέρει τη σημερινή εικόνα, υπήρξε μαζί με πολλούς άλλους φωτογράφους, παλιούς και νέους (Ιωάννης Παντοστόπουλος, Γεράσιμος Δαφνόπουλος, Νικόλαος Μούσιος, Δημήτριος Αρετόπουλος, Τάκης Τλούπας και μερικοί ακόμα) ένας ταλαντούχος καλλιτέχνης φωτογράφος της Λάρισας, που άφησε εποχή με την πλούσια και μακροχρόνια επαγγελματική του δραστηριότητα, συνδυασμένη με άψογο αισθητικό αποτέλεσμα. Η μητέρα του Χάιδω ήταν αδελφή του σπουδαιότερου φωτογράφου του μεσοπολέμου στη Λάρισα Γεράσιμου Δαφνόπουλου. Επομένως μεγάλωσε και ανατράφηκε σε μια μεγάλη καλλιτεχνική οικογένεια, η οποία λάτρευε την τέχνη της φωτογραφίας και επιβίωνε απ’ αυτήν. Συνεπαρμένος από την αίγλη του θείου του Γεράσιμου, προσκολλήθηκε από μικρός στο φωτογραφείο του, όπως έγινε και με τα ξαδέλφια του Δημήτριο Αρετόπουλο (1902-1968) και Νικόλαο Μούσιο (1906-1940). Και τα τρία ξαδέλφια εργάζονταν πλέον μαζί με τον θείο τους μέχρι τον θάνατό του το 1935.
Στη δουλειά του ο Γιώργος Βαλσάμης ήταν επιμελής και σχολαστικός. Είχε την ικανότητα να διορθώνει ατέλειες στα διάφορα πορτρέτα με ιδιαίτερη αισθητική ικανότητα. Επέλεγε τις στάσεις των προσώπων που φωτογράφιζε με μια έμφυτη καλλιτεχνική ευαισθησία. Οι φωτογραφίες που έβγαιναν μέσα στο studio, οι λεγόμενες «εβδομαδιαίες», είχαν όλες τη σφραγίδα της τέχνης του και νομίζω ότι δεν υπάρχει σήμερα σπίτι στη Λάρισα που να μην διαθέτει φωτογραφίες του από χαρμόσυνα γεγονότα. Σχεδόν όλα τα νιόπαντρα ζευγάρια της Λάρισας και όχι μόνον, μετά το μυστήριο του γάμου στην εκκλησία, κατέληγαν με τις άμαξες οικογενειακώς στο φωτογραφείο του στην οδό Μεγ. Αλεξάνδρου για τις αναμνηστικές φωτογραφίες. Στρατιωτικοί, ιερωμένοι, επώνυμα λαρισαϊκά ζευγάρια, φιλόδοξοι πολιτευτές, αθλητές, αθλητικές ομάδες και απλοί άνθρωποι, επιζητούσαν να φωτογραφηθούν από τον φακό του Γεωργίου Βαλσάμη και να απαθανατισθούν. Όπως αναφέρθηκε, δεν φωτογράφιζε συχνά τοπία. Συνήθως το έκανε με την ευκαιρία κάποιας εκδρομής στο ύπαιθρο, παρουσία κάποιου προσώπου μέσα στο πλάνο. Φωτογράφιζε επίσης κοσμικά, κοινωνικά, αθλητικά και πολιτικά γεγονότα και έχουν διασωθεί φωτογραφίες του από επισκέψεις επιφανών προσώπων, ιδιαίτερα του βασιλικού ζεύγους και διαφόρων πολιτικών κατά την επίσκεψή τους στην πόλη[4].
-------------------------------------------------------
[1]. Βλέπε: Παπαθεοδώρου Νικόλαος, Ο φωτογράφος Γεώργιος Βαλσάμης, εφ. "Ελευθερία", Λάρισα, φύλλο της 25ης Μαρτίου 2014. Του ιδίου, "Ιχνηλατώντας την παλιά Λάρισα-2014", Λάρισα (2016) σελ. 67-70.
[2]. Μια παρόμοια όμορφη φωτογραφία μας χάρισε και ο Τάκης Τλούπας, η οποία κόσμησε το εξώφυλλο από τις δύο πρώτες εκδόσεις του βιβλίου του "Λάρισα. Εικόνες του χθες", μόνο που ο τελευταίος εστίασε περισσότερο τον φακό του στο άνοιγμα ενός τόξου της γέφυρας και στην αντανάκλασή του στα νερά του Πηνειού.
[3]. Κουρασάνι ονομαζόταν ειδικό κονίαμα γνωστό από την αρχαιότητα, φτιαγμένο από παραδοσιακά υλικά στα οποία πρόσθεταν και άλλα δευτερεύοντα αδρανή στοιχεία. Πολλές φορές η υψηλή περιεκτικότητα του κονιάματος σε ηφαιστειακά υλικά, το καθιστούσαν εξαιρετικά ανθεκτικό στο χρόνο και στις δυσμενείς καιρικές συνθήκες και απρόσβλητο από την υγρασία.
[4]. Για τη φωτογραφία και τα βιογραφικά στοιχεία του Γεώργιου Βαλσάμη οφείλω να ευχαριστήσω θερμά την κόρη του φωτογράφου Χάιδω Βαλσάμη-Πανέλα, η οποία με προθυμία μου παρέσχε κάθε βοήθεια.
Από τον Νικ. Αθ. Παπαθεοδώρου
nikapap@hotmail.com