Ήταν ό,τι ομορφότερο συναντούσαν στην πόλη μας. Αρκετοί μάλιστα την αποτύπωσαν και στο χαρτί. Η παλαιότερη ζωγραφική απεικόνιση της γέφυρας τοποθετείται το 1545 και υπάρχει στο βιβλίο του Jacobo Gronovius «Thesaurus Graecarum Antiquitatum»[1], στις σελίδες του οποίου γίνεται περιγραφή του αρχαίου ελληνικού χώρου. Εξ άλλου υπάρχει μεταξύ των φανατικών φίλων της στήλης (αναφέρω ενδεικτικά τους Νικ. Δ., Φαν. Γ. και Γορ. Γ.) ιδιαίτερη προτίμηση στις περιγραφές και κυρίως στις αποτυπώσεις της γέφυρας σε χαρακτικά και φωτογραφίες, οι οποίες σημειωτέον είναι πολυάριθμες.
Το πότε οικοδομήθηκε η γέφυρα αυτή δεν είναι επαρκώς τεκμηριωμένο. Ο Ερρίκος της Βαλανσιέν αναφέρει ότι το 1209 η διάβαση του Πηνειού στη Λάρισα γινόταν με ξύλινη γέφυρα και βάρκες[2]. Επομένως δεν υπήρχε τον 14ο αιώνα. Σύμφωνα με όλα τα δεδομένα η μεγάλη πέτρινη γέφυρα της Λάρισας κατασκευάσθηκε επί τουρκοκρατίας, την εποχή που διοικητής της περιοχής ήταν ο Χασάν μπέης και θεωρείται ότι ήταν η πρώτη πέτρινη αμαξιτή γέφυρα στον θεσσαλικό χώρο. Ο Χασάν μπέης ήταν γιος του Ομέρ μπέη και εγγονός του κατακτητή της Θεσσαλίας [1423] Τουρχάν μπέη. Ο συσχετισμός του μουσουλμανικού τεμένους που ανεγέρθηκε προς τιμήν του δίπλα στη γέφυρα που ο ίδιος έκτισε, είναι προφανής.
Η πέτρινη γέφυρα της Λάρισας ήταν από τις μεγαλύτερες και στατικά στερεότερες του ελλαδικού χώρου. Είχε μήκος 120 μ. και πλάτος 4,5 μ., ικανό να επιτρέπει έστω και με δυσκολία τη διασταύρωση δύο αμαξών. Εκτεινόταν επάνω σε εννέα τόξα. Στα χαρακτικά του 19ου αιώνα και στη φωτογραφία που συνοδεύει το σημερινό κείμενο, είναι εμφανής η ελαφρά καμπύλη υπερύψωση που είχε το οδόστρωμα στο κέντρο της. Πεζοδρόμια δεν υπήρχαν και στα πλάγια ο δρόμος προστατευόταν σε χαμηλό ύψος περίπου 80 εκ. με λίθινα στηθαία, κατασκευασμένα από μεγάλες, παχιές μονοκόμματες και τετραγωνισμένες πλάκες, τοποθετημένες κάθετα. Τα στηθαία αυτά παρακολουθούσαν την αμφικλινή πορεία του οδοστρώματος σε ολόκληρη την πορεία του.
Κατά την απελευθέρωση[3] της Λάρισας το 1881, ολόκληρο το κτίσμα παρουσίαζε σημαντικές φθορές, από τη μακροχρόνια έλλειψη συντήρησης από μέρους των Τούρκων. Ειδικά τα ογκώδη στηθαία, από την πρόσκρουση των αμαξών επάνω τους καθώς διασταυρώνονταν στο οδόστρωμα, είχαν χάσει τη σταθερότητά τους και οι μεταξύ των αρμοί είχαν χαλαρώσει επικίνδυνα. Επίσης το οδόστρωμα παρουσίαζε ρωγμές και επικίνδυνα χάσματα. Η πρώτη επέμβαση λοιπόν που καταγράφεται στη γέφυρα αμέσως μετά την απελευθέρωση είναι η ενίσχυση των αρμών μεταξύ των στηθαίων. Ο φωτογράφος Δημήτριος Μιχαηλίδης δημοσίευσε το 1884 στο λεύκωμα "Souvenir de Thessalie" φωτογραφία της γέφυρας σε περίοδο πλημμύρας, στην οποία φαίνεται καθαρά η ενίσχυση των στηθαίων με αρμούς σε λευκό χρώμα.
Αυτό όμως δεν αρκούσε. Έτσι, ένα τάγμα μηχανικού του ελληνικού στρατού ανέλαβε το 1886 να την επιδιορθώσει και να τη διαπλατύνει. Απομακρύνθηκαν τα ογκώδη πέτρινα στηθαία, εξομαλύνθηκε η καμπύλη πορεία της γέφυρας με νέο οδόστρωμα και αυξήθηκε σημαντικά το εύρος της. Με τις βελτιώσεις αυτές και ιδίως με τη διαπλάτυνση, δόθηκε η δυνατότητα να κατασκευασθούν εκατέρωθεν πεζοδρόμια και επιπλέον να γίνει ασφαλής η διασταύρωση αμαξών μέσα στη γέφυρα. Ξύλινα κιγκλιδώματα σε σχήμα Χ τοποθετήθηκαν σαν στηθαία και από τις δύο πλευρές. Τα επόμενα χρόνια έγιναν και άλλες βελτιώσεις της γέφυρας.
Η επιμελημένη κατασκευή που είχε την κράτησε στερεή καθ' όλη την περίοδο της τουρκοκρατίας, μέχρι και το 1941. Τη Μ. Εβδομάδα του 1941 η διάρκεια ζωής της συμπλήρωνε περίπου 4,5 αιώνες, όταν τμήμα της γέφυρας προς την πλευρά του Αλκαζάρ ανατινάχθηκε από στρατεύματα Νεοζηλανδών κατά την υποχώρησή τους, για να επιβραδυνθεί η προέλαση των γερμανικών στρατευμάτων. Το γεγονός αυτό υπήρξε και η αρχή του τέλους της.
Η φωτογραφία που δημοσιεύεται σήμερα αποτυπώνει τα τρία μεσαία τόξα από τα εννέα που διέθετε η γέφυρα κατά την τουρκοκρατία. Σ΄ αυτή διακρίνονται η ελαφρά κεντρική υπερύψωση του οδοστρώματος και τα λίθινα στηθαία και προβάλλει η ομορφιά της, αποτέλεσμα της δεξιοτεχνίας των εμπειρικών μαστόρων στη μνημειακή κατασκευή της.
--------------------------------------------------
[1]. Nicolai Gerbelii, in Graeciae Sophiani descriptionem explicatio, Thesaurus Graecarum Antiquitatum ab Jacobo.Gronovio, M.DC.XCIX [=1699].
[2]. Ερρίκος της Βαλανσιέν, Η ιστορία του αυτοκράτορα Ερρίκου της Κωνσταντινούπολης (συνέχεια του χρονικού του Βιλλαρδουίνου), μετ. Κώστας Αντύπας, Αθήνα (1989) σελ. 110. Αναφέρεται στην κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης το 1204 από τους Δυτικούς κατά τη διάρκεια της 4ης Σταυροφορίας.
[3]. Ο όρος απελευθέρωση της Θεσσαλίας στη συγκεκριμένη περίπτωση πιστεύεται ότι δεν είναι σωστός, διότι η απελευθέρωση προϋποθέτει ότι πρέπει να έχει προηγηθεί ένοπλος αγώνας, όπως το 1821. Σήμερα έχουν καθιερωθεί δύο άλλοι όροι, προσάρτηση και ενσωμάτωση, οι οποίοι ουσιαστικά σημαίνουν την παραχώρηση εδάφους σε μια χώρα μέσω διπλωματικών ενεργειών. Πάντως στη συμφωνία μεταξύ Ελλάδος και Οθωμανικής αυτοκρατορίας (Συνθήκη του Βερολίνου το 1878), δεν αναφέρεται κανένας από τους όρους αυτούς. Απλώς στο σχετικό συμφωνητικό, η παραχώρηση της Θεσσαλίας και τμήματος της Ηπείρου στην Ελλάδα αναφέρεται ως "επέκτασις των ορίων του ελληνικού κράτους".
Του Νικ. Αθ. Παπαθεοδώρου
nikapap@hotmail.com