Ιδρυτές του υπήρξαν τα τρία αδέλφια Βρεττόπουλου. Ο Μήτσος, ο Θανάσης και ο Γιώργος. Ο Μήτσος Βρεττόπουλος[1] ήταν ο μεγαλύτερος σε ηλικία και ο ιθύνων νους της επιχείρησης. Σε νεαρότερη ηλικία είχε θητεύσει υπάλληλος στο ζαχαροπλαστείο Πατέρα στη Λάρισα και ανήσυχος καθώς ήταν πήγε στου Φλόκα στη Θεσσαλονίκη και στο ζαχαροπλαστείο του Λουμπιέ στην Αθήνα, το οποίο βρισκόταν στην οδό Πατησίων, απέναντι από την πλατεία Αιγύπτου, κοντά στο νεοκλασικό κτίριο της ΓΣΕΕ. Σ' αυτά τα ξακουστά μαγαζιά κατόρθωσε να αποκτήσει μια σπουδαία εμπειρία στην τέχνη της παρασκευής, της άρτιας εμφάνισης και της καλής ποιότητας γλυκισμάτων.
Το ζαχαροπλαστείο "Κυβέλεια" το άνοιξαν μετά τον Α' Παγκόσμιο πόλεμο σε ένα ισόγειο κτίσμα, το οποίο βρισκόταν επί της οδού Ακροπόλεως, ακριβώς απέναντι από το σημερινό ξενοδοχείο "Διβάνη Παλλάς". Με την έναρξη της λειτουργίας του ο Μήτσος είχε την έμπνευση να στείλει στο Παρίσι τον μικρότερο αδελφό του Γιώργο, έναν ατίθασο και επαναστατικό χαρακτήρα, για να εκπαιδευθεί στην εκμάθηση της σύγχρονης ευρωπαϊκής ζαχαροπλαστικής και μάλιστα σε ένα από τα αριστοκρατικότερα ζαχαροπλαστεία. Αλλά η γαλλική πρωτεύουσα εκτός από τα καλά γλυκά διέθετε και γλυκύτατες γαλλιδούλες. Όταν το πληροφορήθηκαν εδώ ότι οι σπουδές του δεν πήγαιναν καλά, τον ανακάλεσαν και τον τοποθέτησαν ως υπάλληλο στο εργαστήριο του "Κυβέλεια". Δεν έμεινε όμως για πολύ και έφυγε για την Αθήνα όπου άνοιξε ζαχαροπλαστείο. Κατά την Κατοχή επέστρεψε στη Λάρισα και άνοιξε ένα μικρό δικό του ζαχαροπλαστείο στην οδό Ολύμπου, κοντά στα σκαλάκια.
Με τη φυγή του Γιώργου η διαχείριση του "Κυβέλεια" έμεινε στους δύο αδελφούς Μήτσο και Θανάση. Ο πρώτος ήταν άριστος στην τέχνη της ζαχαροπλαστικής, αλλά και ένας πανέξυπνος επιχειρηματίας. Παρ' ότι οι σπουδές του υπήρξαν περιορισμένες, εν τούτοις η ευφυΐα του, η έφεση για μάθηση, οι γνώσεις που αποκόμισε από συναναστροφές με επιστήμονες και διανοούμενους της Λάρισας και το χιούμορ του τον έκαναν περιζήτητο συζητητή. Ο Θανάσης πάλι ήταν πλασμένος για πωλητής. Ήταν πολύ περιποιητικός, δεν έκανε διακρίσεις μεταξύ των πελατών, τους υποδεχόταν με ευγένεια και εγκαρδιότητα και πάντα κάτι τους πρόσφερε για το καλωσόρισμα, με αποτέλεσμα ελάχιστοι να φεύγουν χωρίς να αγοράσουν κάτι.
Το «Κυβέλεια» για την εποχή του ήταν για τη Λάρισα ό,τι στην Αθήνα του Ζαχαράτου και του Ζαβορίτη. Μαζί με το "Ντορέ" στην Κεντρική πλατεία και τον «Κήπο του Χαλήμαγα» στην πλατεία του Αγίου Βησσαρίωνος, ήταν τα κέντρα στα οποία περνούσε τις ώρες της η υψηλή κοινωνία της Λάρισας. Η διάκριση των κοινωνικών τάξεων ήταν ακόμα αυστηρή την περίοδο εκείνη. Το "Κυβέλεια" είχε έναν άνετο χώρο που φιλοξενούσε αρκετά τραπέζια, είχε πολύ καλή διακόσμηση και αποτελούσε εντευκτήριο πολλών Λαρισαίων και παρεπιδημούντων ξένων. Επιπλέον εξυπηρετούσε και ελεύθερους πελάτες, οι οποίοι έρχονταν για να παραγγείλουν και να αγοράσουν γλυκίσματα.
Το 1930 ο επιχειρηματίας του "Ντορέ"[2] στην Κεντρική πλατεία Κωνσταντίνος Πάλτσος πήρε την απόφαση να εγκαταλείψει τη Λάρισα και να εγκατασταθεί στην Αθήνα. Τότε ο Μήτσος Βρεττόπουλος άφησε το "Κυβέλεια" στον αδελφό του Θανάση να το δουλέψει μόνος του και ήλθε σε επαφή με τον Κωνσταντίνο Πάλτσο, από τον οποίο πήρε όχι μόνο την άδεια, αλλά αγόρασε και όλα τα έπιπλα (τραπεζοκαθίσματατα, τεράστιοι βιεννέζικοι καθρέπτες και άλλα πολλά), τα οποία βρίσκονταν εντός του καταστήματος και του ανήκαν. Επανέφερε σ' αυτό το παλαιό όνομα "Πανελλήνιον", το οποίο το δούλεψε με μεγάλη επιτυχία μέχρι το 1937, όταν παρεχώρησε τη διαχείρισή του στον υπάλληλό του Μήτσο Γάβρο. Όπως ήταν φυσικό, το "Κυβέλεια" με την απομάκρυνση του Μήτσου Βρεττόπουλου έχασε τον πρωτεργάτη τους κι οι πολλοί φίλοι του τον ακολούθησαν στο "Πανελλήνιο". Όμως το ζαχαροπλαστείο εξακολούθησε να λειτουργεί όπως και πρώτα, χάρη στην έμφυτη ικανότητα του Θανάση Βρεττόπουλου στον τομέα των πωλήσεων και λόγω της καλής ποιότητας των σακχαρωδών παρασκευασμάτων που παρασκεύαζε.
Το 1937 φεύγοντας από το "Πανελλήνιον" ο Μήτσος Βρεττόπουλος συνέχισε την επαγγελματική του δραστηριότητα ανοίγοντας το ζαχαροπλαστείο «Αίγλη», το οποίο βρισκόταν στη δυτική πλευρά της Πλατείας Ταχυδρομείου, επί της οδού Φαρσάλων (Ρούσβελτ σήμερα), στο ύψος της οδού Πρωτοπαπαδάκη. Στον ίδιο χώρο εγκατέστησε και ειδικό μηχανικό εξοπλισμό που αγόρασε από τον Βόλο, για τη δημιουργία εργοστασίου χονδρικής παρασκευής γλυκών και παγωτού, τα οποία έφεραν την ονομασία «Βρεττό». Η διάρκεια ζωής της "Αίγλης" όμως ήταν σύντομη. Έπειτα από τον ισχυρό σεισμό του Μαρτίου 1941 και την επακολουθήσασα κατοχή, η λειτουργία της σταμάτησε.
Κατά τη διάρκεια της Κατοχής ο Μήτσος Βρεττόπουλος συνεργάσθηκε και πάλι στο «Κυβέλεια» με τον αδελφό του. Τώρα όμως η επιχείρηση επεκτάθηκε και μαζί με το ζαχαροπλαστείο δημιουργήθηκε και ειδική αίθουσα εστιατορίου, στην οποία εκτός της καλής κοινωνίας της Λάρισας, σύχναζαν πολλοί Ιταλοί και Γερμανοί αξιωματικοί. Τακτικός επισκέπτης ήταν και ο υπάλληλος της Γεωργικής Σχολής Νταβίντωφ, ο γνωστός συνταγματάρχης Λιάπκιν του Μ. Καραγάτση.
Τον Μάρτιο του 1947 ο πάντα ανήσυχος Μήτσος Βρεττόπουλος εγκατέλειψε πάλι το "Κυβέλεια" και μίσθωσε από τον Δήμο για 15 χρόνια τον χώρο του Αλκαζάρ, με την υποχρέωση να κατασκευάσει ειδικό περίπτερο και να εξωραΐσει τον περιβάλλοντα χώρο με δικά του έξοδα. Το κέντρο «Αλκαζάρ» διέγραψε μια καταπληκτική πορεία στον χώρο της ψυχαγωγίας και αναψυχής. Αντιθέτως το "Κυβέλεια" μεταπολεμικά άρχισε να αισθάνεται έντονα τον μεγάλο ανταγωνισμό από το «Ολύμπιον» του Γκονταρούλη στην Κύπρου και την «Κυψέλη» στην Κεντρική πλατεία, καθώς είχε μετατοπισθεί το ενδιαφέρον του κόσμου προς αυτές τις περιοχές. Για κάποιο διάστημα στους χώρους του "Κυβέλεια" φιλοξενήθηκε και το πρακτορείο των υπεραστικών λεωφορείων[3]. Το 1952 ο Μήτσος Βρεττόπουλος αρρώστησε από ανίατη ασθένεια και αναγκάσθηκε να εκμισθώσει την επιχείρηση του «Αλκαζάρ» σε άλλους επιχειρηματίες. Πέθανε στις 22 Δεκεμβρίου 1957 σε ηλικία 66 ετών.
Το 1961 ο γιος του Μήτσου, Κώστας Βρεττόπουλος, θέλοντας να συνεχίσει την οικογενειακή παράδοση, ανέλαβε τη διαχείριση του "Κυβέλεια". Το ανακαίνισε σύμφωνα με τις σύγχρονες απαιτήσεις αισθητικής των καταστημάτων αυτών, αλλά η προσπάθεια δεν στέφθηκε από την αναμενόμενη επιτυχία και κάποια στιγμή το "Κυβέλεια" σταμάτησε για πάντα τη λειτουργία του[4]. Το κέντρο βάρους της αγοράς της Λάρισας είχε μετατοπισθεί πλέον προς άλλες κατευθύνσεις.
[1]. Έχουμε αναφερθεί και άλλες φορές στην προσωπικότητα αυτού του ανθρώπου, ο οποίος δέσποζε στον τομέα της ψυχαγωγίας στη Λάρισα για πολλά χρόνια. Σχετικά βλέπε: Παπαθεοδώρου Νικόλαος, Μήτσος Βρεττόπουλος, ένας ευφυής επιχειρηματίας, εφ. "Ελευθερία", Λάρισα, φύλλο της 25ης Μαρτίου 2015. Του ιδίου: Ιχνηλατώντας την παλιά Λάρισα-2014, Λάρισα (2016) σελ. 37-40.
[2]. "Ντορέ" ονομαζόταν την περίοδο εκείνη το ισόγειο του τριώροφου κτηρίου των αδελφών Μποσινιώτη, γνωστού και ως "Πανελλήνιον". Ήταν καφεζαχαροπλαστείο, αλλά και με κατάλληλες μετατροπές μετατρεπόταν σε αίθουσα ψυχαγωγίας, θεάτρου, κινηματογράφου και χορευτικών εκδηλώσεων. Πιο παλιά (1917) "Ντορέ" ονομαζόταν ένα άλλο ζαχαροπλαστείο το οποίο βρισκόταν στο ισόγειο του γειτονικού κτηρίου του Κ. Κατσαούνη, γνωστού και ως "Παλλάδιον", του οποίου την επιχείρηση είχε ο Δημήτριος Πάλτσος, αδελφός του Κωνσταντίνου Πάλτσου.
[3]. Θυμάμαι χαρακτηριστικά ότι το καλοκαίρι του 1950, καθώς ήμουν λυκόπουλο, από τα "Κυβέλεια" ξεκίνησα το ταξίδι μου προς το Κόκκινο Νερό για να συναντήσω τον αδελφό μου που είχε κατασκηνώσει με τους προσκόπους. Ξεκινήσαμε μεσημέρι με το λεωφορείο, περάσαμε τα Τέμπη από τον χωμάτινο δρόμο που χρησιμοποιούσαν και οι αρχαίοι πρόγονοί μας και φθάσαμε στο Στόμιο αργά το απόγευμα. Στο Κόκκινο Νερό φθάσαμε την άλλη μέρα γύρω στις 11 το πρωί με καΐκι. Έτσι ήταν τότε οι συγκοινωνίες.
[4]. Θα ήθελα να ευχαριστήσω τον Κώστα Βρεττόπουλο, ο οποίος με προθυμία με δέχθηκε στο σπίτι του και με την οξύνοια που τον διακρίνει, μιλήσαμε για τα "Κυβέλεια" και επεκταθήκαμε γενικά σε ιστορικά γεγονότα της εποχής.
Του Νικ. Αθ. Παπαθεοδώρου
nikapap@hotmail.com