Η έξοδος από το σπίτι γινόταν όταν έπρεπε να εκτελέσουν τα θρησκευτικά τους καθήκοντα κρυμμένες στους γυναικωνίτες των εκκλησιών ή στις ονομαστικές εορτές συγγενών και φίλων, συνοδευόμενες πάντοτε από συζύγους ή αδελφούς. Ελάχιστες ήταν οι απελευθερωμένες και μορφωμένες γυναίκες που σημάδεψαν την ιστορία της πόλης μας.
Μία απ' αυτές ήταν και η Ιουλία Σάπκα-Λογιωτάτου. Γεννήθηκε το 1883 και ήταν απόγονος παλαιάς αρχοντικής οικογένειας της Λάρισας. Πατέρας της ήταν ο ιατρός Αχιλλέας Λογιωτάτου, ο οποίος ήταν εγγονός του λόγιου Ιωάννου Οικονόμου Λογιωτάτου. Για μικρά χρονικά διαστήματα διετέλεσε δήμαρχος και βουλευτής Λαρίσης. Μητέρα της ήταν η Ελένη Διαμαντοπούλου από τη Λιβαδειά, απόγονος γνωστών αγωνιστών της Ρούμελης κατά την επανάσταση του 1821. Έξυπνη και ανήσυχη καθώς ήταν από μικρή η Ιουλία, έδειξε αμέσως την αγάπη και την έφεση που είχε προς τη μουσική. Σπούδασε στο Εθνικό Ωδείο Αθηνών παίρνοντας μαθήματα πιάνου. Το 1906 παντρεύτηκε τον ιατρό Μιχαήλ Σάπκα και μαζί του απέκτησε δύο τέκνα, το 1907 την Αλκμήνη (Μήνα), η οποία συνέχισε με επιτυχία το έργο της στο Ωδείο και το 1908 τον Αλέκο, ο οποίος εξελίχθηκε σε επιφανή χειρουργό. Το 1927, μια ομάδα φιλόμουσων κυριών της Λάρισας, με πρόταση της Ιουλίας Σάπκα, αποφάσισαν την ίδρυση μουσικού σχολείου, σε μια πόλη που μόλις είχε αρχίσει να συνέρχεται από τις ολέθριες συνέπειες του εθνικού διχασμού και της μικρασιατικής καταστροφής. Μαζί της ήταν η Όλγα σύζυγος του Μιχαήλ Μπούρα, ο οποίος την περίοδο εκείνη ήταν πρόεδρος της Εταιρείας Ύδρευσης και Ηλεκτροφωτισμού, η Καλλιόπη σύζυγος του Ιωάννη Άρτη, δοξασμένου στρατηγού των Βαλκανικών πολέμων, η Ματθίλδη σύζυγος του Νικολάου Φίλιου, ιατρού, πολιτικού και τραπεζίτη και η Κατερίνα Ζαρίμπα της γνωστής λαρισινής οικογένειας γαιοκτημόνων.
Η επιτροπή αυτή των κυριών πρότεινε την Ιουλία Σάπκα ως πρόεδρο του συλλόγου, ο οποίος ονομάσθηκε «Σύλλογος Φιλομούσων Λαρίσης» και της ανέθεσε να έλθει σε επικοινωνία με το Εθνικό Ωδείο Αθηνών και τον διευθυντή του Μανώλη Καλομοίρη, με σκοπό την ίδρυση Ωδείου στη Λάρισα. Ο τελευταίος προσφέρθηκε να βοηθήσει με κάθε τρόπο. Αρχικά ο Σύλλογος ζήτησε, το υπό ίδρυση μουσικό σχολείο στη Λάρισα να λειτουργήσει ως παράρτημα του Εθνικού Ωδείου. Η Αθήνα αποδέχθηκε το αίτημα αυτό με προθυμία και ανέθεσε στον Καλομοίρη να κάνει μια διερευνητική επίσκεψη στη Λάρισα. Φθάνοντας εδώ, συσκέφθηκε με την εκτελεστική επιτροπή του Συλλόγου και υποσχέθηκε την αποστολή σχετικού καταστατικού λειτουργίας και προγράμματος μαθημάτων, την προμήθεια μουσικών βιβλίων και την αγορά μουσικών οργάνων. Για τη στέγασή του επιλέχθηκε η κατοικία του φωτογράφου Γεράσιμου Δαφνόπουλου, στη γωνία των οδών Μεγάλου Αλεξάνδρου, Πατρόκλου και Δευκαλίωνος, γιατί ήταν κεντρική και ευρύχωρη. Επιλέχθηκαν από τον Καλομοίρη οι καθηγητές, ανακοινώθηκε το πρόγραμμα διδασκαλίας των μαθημάτων και εγκρίθηκε ο κανονισμός του ιδρύματος. Την Κυριακή 10 Ιουλίου 1928 έγιναν πανηγυρικά τα εγκαίνια του Ωδείου, με την παρουσία των τοπικών αρχών. Προηγήθηκε αγιασμός από τον μητροπολίτη Αρσένιο και εν συνεχεία η Ιουλία Σάπκα, ως πρόεδρος της Διοικούσας Επιτροπής, προσφώνησε τους προσκεκλημένους. Ο αντίκτυπος της ίδρυσης του μουσικού αυτού ιδρύματος υπήρξε για την πόλη τεράστιος από την πρώτη στιγμή.
Όμως αφού πέρασαν οι πρώτοι μήνες του ενθουσιασμού, φάνηκε ότι για την αντιμετώπιση των δαπανών, δεν επαρκούσαν οι πόροι από της συνδρομές των μελών και τα δίδακτρα των μαθητών, γι’ αυτό η Διοικούσα Επιτροπή ζήτησε τη συνδρομή του Δήμου. Με εισήγηση του δημάρχου Μιχαήλ Σάπκα, ο οποίος είχε μια επιπλέον ευαισθησία στο θέμα αυτό, εφ’ όσον η γυναίκα του ήταν ο άνθρωπος που εμπνεύσθηκε τη δημιουργία του Ωδείου, εγκρίθηκε από το Δημοτικό Συμβούλιο ετήσια επιχορήγηση για την αντιμετώπιση των οικονομικών αναγκών. Καθώς η πορεία του ήταν ανοδική και δημιουργική και οι μαθητές του κάποια στιγμή είχαν φθάσει αισίως τους 400, σε μια πόλη με 25.000 περίπου κατοίκους, ο χώρος της οικίας του Δαφνόπουλου αποδείχθηκε μικρός. Έτσι υποχρεώθηκαν να μετακομίσουν σε οίκημα που παρεχώρησε ο Δήμος στο κήπο των Παλαιών Ανακτόρων, εκεί όπου σήμερα υπάρχει το συγκρότημα του Δημοτικού Ωδείου.
Επειδή όμως ο Δήμαρχος Μιχαήλ Σάπκας διέβλεπε ότι ο ιδιωτικός χαρακτήρας του μουσικού αυτού ιδρύματος, έστω και επιχορηγούμενος, δεν θα είχε ευοίωνες προοπτικές και επειδή ούτως ή άλλως η οικονομική συντήρηση και η στέγασή του ήταν δημοτική, εισηγήθηκε να χαρακτηρισθεί το Ωδείο ως Δημοτικό Ίδρυμα. Έτσι στις 22 Φεβρουαρίου 1930 εγκρίθηκε η πρότασή του από το Δημοτικό Συμβούλιο. Το Ωδείο έγινε Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου, διοικούμενο από Επιτροπή, η οποία επιλεγόταν από το Δημοτικό Συμβούλιο κάθε τετραετία και της οποίας πρόεδρος θα ήταν ο εκάστοτε Δήμαρχος. Στις 17 Νοεμβρίου 1930 δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα της Κυβερνήσεως το Προεδρικό Διάταγμα το οποίο επικύρωνε την πράξη αυτή του Δημοτικού Συμβουλίου. Τα άτομα τα οποία αποτέλεσαν το πρώτο Διοικητικό Συμβούλιο του Δημοτικού Ωδείου ήταν ο οφθαλμίατρος Ισμυρίδης Κωνσταντίνος, ο διευθυντής του υποκαταστήματος της Τράπεζας Αθηνών Ξυραδάκης Γεώργιος, ο δικηγόρος Παναγιούλας Χρήστος, ο διευθυντής της Τράπεζας Λαρίσης Οικονομίδης Κωνσταντίνος, ο έμπορος Αλεξάνδρου Ιωάννης και ο κτηματίας Σηλυβρίδης Βασίλειος. Πρόεδρος φυσικά ήταν ο δήμαρχος Μιχαήλ Σάπκας και αυτός είναι ο λόγος που απουσίαζε από το Διοικητικό Συμβούλιο η σύζυγός του Ιουλία.
Μέσα σε λίγα χρόνια από την ίδρυση και την υπαγωγή του στον Δήμο, το μουσικό αυτό ίδρυμα της Λάρισας άρχισε να δρέπει τους καρπούς του. Ανέδειξε πολλούς νέους μουσικούς και γενικά αποτέλεσε για χρόνια τον πυρήνα και την εστία κάθε μουσικής εκδήλωσης στην πόλη.
Ενάμιση χρόνο αργότερα, στις 18 Ιουνίου 1932 ο Μιχαήλ Σάπκας έχασε την πολύτιμη σύζυγό του. Πέθανε σε ηλικία 49 ετών, όσο περίπου και ο πατέρας της δήμαρχος Αχιλλέας Λογιωτάτου, από γενικευμένη λοίμωξη η οποία προήλθε από κάποια φλεγμονή της στοματικής κοιλότητας. Την εποχή εκείνη δεν είχαν ανακαλυφθεί ακόμα τα αντιβιοτικά και οι σοβαρές φλεγμονές είχαν κακή πρόγνωση. Έζησαν μαζί παντρεμένοι 26 χρόνια γεμάτα αγάπη και ευτυχία. Η έμφυτη ισχυρή προσωπικότητα της Ιουλίας, η ευρεία εγκυκλοπαιδική μόρφωση που απέκτησε από τα παιδικά της χρόνια και η σωστή ανατροφή που δέχθηκε από το οικογενειακό της περιβάλλον, δόμησαν έναν δυναμικό και φιλελεύθερο χαρακτήρα. Αυτό βοήθησε σημαντικά όχι μόνο στην επαγγελματική, αλλά και στην πολιτική σταδιοδρομία τον Μιχαήλ Σάπκα. Μια εικόνα του δυναμικού χαρακτήρα της ανακαλύπτουμε στο ατυχές συμβάν της προφυλάκισης του άνδρα της στις φυλακές Συγγρού το 1917, κατά τη διάρκεια του εθνικού διχασμού, με την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας. Επιστρατεύοντας τις γνωριμίες που είχε με ισχυρά πρόσωπα των Αθηνών και συμβουλευόμενη ικανούς δικηγόρους, κατόρθωσε να αποδείξει το αβάσιμο των κατηγοριών του συζύγου της και να τον αποφυλακίσει.
Ο αιφνίδιος θάνατός της όμως άφησε ένα μεγάλο κενό όχι μόνον στην οικογένειά του, αλλά και στο Δημοτικό Ωδείο. Ο Μιχαήλ Σάπκας έχασε το στήριγμά του και το Ωδείο την εμπνεύστρια και καθοδηγήτριά του. Ευτύχησε όμως τη σκυτάλη να αναλάβουν πολύ σύντομα, από τη θέση του Διοικητικού Διευθυντού του ιδρύματος, δύο εξέχοντα μέλη της λαρισαϊκής κοινότητας, ο φιλόμουσος φαρμακοποιός Βάσος Κυλικάς και η Αλκμήνη (Μήνα) Ρίζου, κόρη της Ιουλίας και του Μιχαήλ Σάπκα[1].
[1]. Θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά την κ. Ιουλία (Λίλα) Ρίζου για τις πληροφορίες και τα ιστορικά στοιχεία που μου εφοδίασε με προθυμία για την πρόγονο και συνονόματή της Ιουλία Σάπκα. Εδώ πρέπει να προστεθεί ότι η κ. Ρίζου διετέλεσε και καθηγήτρια μουσικής στο μουσικό σχολείο που είχε ιδρύσει η γιαγιά της.
* Του Νικ. Αθ. Παπαθεοδώρου
nikapap@hotmail.com