Είχε γεννηθεί στο Ζάρκο το 1827 και το 1846, σε ηλικία 19 ετών, εγκαταστάθηκε αρχικά στο Ιάσιο και αργότερα στο Πλοέστι της Ρουμανίας[1] όπου είχε προκόψει επαγγελματικά εμπορευόμενος οικοδομήσιμη ξυλεία. «Μετριόφρων πάντοτε … εις ουδένα ανακοινοί την επάνοδόν του, αλλά περιβεβλημένος απλούστατον ένδυμα, άγνωστος και αφανής, εισέρχεται νύκτωρ εις το χωρίον του και καταλύει λιττώς εις το πρώτον πανδοχείον. Την επομένην περιέρχεται το χωρίον … μετ’ ολίγον αναγνωρίζεται και αποβαίνει το αντίκειμενον σεβασμού…»[2].
Δήμαρχος Λαρίσης κατά τις δημοτικές εκλογές του Ιουλίου 1887 εκλέχτηκε ο Διονύσιος Γαλάτης. Μόλις πληροφορήθηκε την άφιξη του Κουτλιμπανά, έσπευσε να τον γνωρίσει, να τον περιποιηθεί και καθώς ήταν ενήμερος των αγαθοεργών προθέσεων για την ιδιαίτερη πατρίδα το Ζάρκο, τον έπεισε να συνδράμει οικονομικά και για την ανέγερση Νοσοκομείου στη Λάρισα. Προσέφερε πράγματι το απαιτούμενο ποσό για την κατασκευή του, επί πλέον όμως ζήτησε να του παραχωρηθεί δημοτικό οικόπεδο σε κατάλληλο σημείο της πόλης για την ανέγερση ξενώνα (χάνι) στο οποίο να παραμένουν και να διανυκτερεύουν οι συγχωριανοί του Ζαρκινοί, όταν θα έρχονταν στη Λάρισα για διάφορες εργασίες. Το Δημοτικό Συμβούλιο στη συνεδρίαση της 21ης Ιουλίου 1888 αποφάσισε την παραχώρηση οικοπέδου πέντε στρεμμάτων στην περιοχή του Αρναούτ μαχαλά, στη δεξιά όχθη του Πηνειού κοντά στο παλιό νεκροταφείο της συνοικίας, στη θέση "Μύτικας"[3].
Εν τω μεταξύ τον Μάιο του 1890 ο Ιωάννης Κουτλιμπανάς επέστρεψε στο Πλοέστι, αλλά τον Απρίλιο του 1891 επανήλθε στη Λάρισα για να επιβλέψει τις εργασίες ανέγερσης του ξενώνα. Παρέμεινε στη Λάρισα μέχρις ότου να αποπερατωθεί το έργο και να αρχίσει να λειτουργεί. Ήταν ένα μεγάλο σε έκταση οίκημα που βρισκόταν στην δυτική είσοδο της πόλης καθώς οι Ζαρκινοί έρχονταν από τον δρόμο των Τρικάλων. Προς μεγάλη του λύπη όμως ο ξενώνας "απέτυχε του ποθουμένου, διότι οι καταφεύγοντες εις αυτό ήσαν ανήθικοι και φυγόδικοι, ένεκα τούτου εκλείσθη αδεία της κυβερνήσεως και του ιδιοκτήτου", όπως έγραφε εφημερίδα της εποχής. Το 1892 ξαναγύρισε στη Ρουμανία στενοχωρημένος έπειτα από την διακοπή της λειτουργίας του ξενώνα. Πέθανε στο Πλοέστι έπειτα από μικρό χρονικό διάστημα από αποπληξία (εγκεφαλική αιμορραγία)[4].
Για την τύχη του κτίσματος αυτού ο παλιός δήμαρχος της Λάρισας Μιχαήλ Σάπκας αναφέρει στις "Αναμνήσεις" του τα εξής: "Αλλά και ο Ξενών των Ζαρκινών είχε τας περιπετείας του. Μετά τον ατυχή πόλεμον του 1897, ότε δυστυχία ενέσκηψε εις τας απόρους τάξεις των παραμεθορίων χωρίων, άτινα ήσαν πολεμικόν πεδίον, εν οίς και το χωρίον Ζάρκον, αι οικογένειαι αθρόαι προσέφυγον εις την πόλιν μας και υπήρξε σοβαρά ανάγκη παροχής εργασίας εις τας προσφυγικάς και απόρους ταύτας οικογενείας. Τότε η ευγενεστάτη κυρία Έμερτον του πρέσβεως της Αγγλίας, η κ. Λ. Μελά, αδελφή του κ. Σλήμαν, η κ. Στ. Δραγούμη και άλλαι φιλοπάτριδες Κυρίαι των Αθηνών, ασχολούμεναι επί έτος ολόκληρον μέχρι του 1900 με την περίθαλψιν των εν Αθήναις Θεσσαλών προσφύγων, ήλθον εις Λάρισαν δια να φροντίσουν δια τον επαναπατρισμόν των παλινοστούντων προσφύγων και εξεύρεσιν εργασίας δια τας οικογενείας των. Δεδομένου ότι και ο Ξενών λόγω του πολέμου είχεν επιταχθεί και δεν ελειτούργει, αποφάσισαν και ίδρυσαν «Υφαντήριον των απόρων» δια τας οικογενείας των δυστυχούντων ανέργων, ετοποθέτησαν πολλούς αργαλειούς και προσελήφθησαν πολλαί υφάντριαι εργάτιδες εκ Ζάρκου και Λαρίσης και ούτω εδημιουργήθη μεγάλη υφαντουργική εγκατάστασις. Ταύτην εχρηματοδότει, διηύθυνε και διεχειρίζετο το εν Λαρίση Υπ/μα της Εθνικής Τραπέζης. Εδόθη εργασία εις πολλάς απόρους οικογενείας, εχούσας ανάγκην προστασίας[5].
"Το εν λόγω υφαντήριον, υπό την διεύθυνσιν της δεσπ. Βασιλικούλας Ι. Καζαντζή, αδελφής των ευφήμως γνωστών εργοστασιαρχών υφαντουργίας αδελφών Καζαντζή, εργασθέν επί τριετίαν, εξεποιήθη εις τον μακαρίτην υφαντουργόν Γεώργιον Πατσάλην, πλουτίσαντα τούτο δια νέων όλως μηχανημάτων. Πυρκαϊά δυστυχώς, άγνωστον πώς προελθούσα, μετέβαλε το τόσον τιμήσαν την πόλιν μας εργοστάσιον τούτο εις τέφραν"[6]. Μετά από το γεγονός αυτό ο Γ. Πατσάλης αναγκάσθηκε να μετακομίσει το υφαντουργείο επί της οδού Γεωργιάδου, κοντά στον μύλο του Ιωάννη Τσιμπούκη.
Στη δημοσιευόμενη φωτογραφία διακρίνεται ό,τι απέμεινε από το κατεστραμμένο οίκημα του υφαντουργείου. Διατηρήθηκαν οι πλάγιοι τοίχοι μέχρι σ' ένα ορισμένο ύψος και μια δεκαετία περίπου μετά την πυρκαγιά αποτυπώθηκαν τα ίχνη που είχαν παραμείνει. Ο μεγάλος ελεύθερος χώρος που διακρίνεται πίσω από το κατεστραμμένο υφαντουργείο και τα σπίτια του συνοικισμού, αντιστοιχούν στο σημερινό πάρκο του Αγίου Αντωνίου.
Το 1892 ανατέθηκε στον γλύπτη Γεώργιο Βρούτο (1843-1909) η κατασκευή μαρμάρινης προτομής του Ιω. Κουτλιμπανά και τα αποκαλυπτήρια έγιναν με επισημότητα το 1895 στον προαύλιο χώρο του Νοσοκομείου[7].
[1]. Γρηγορίου Αλέξανδρος, Ιωάννης Αστεριάδης Κουτλιμπανάς (1827-1892). Ο ομογενής επιχειρηματίας και ευεργέτης της Λάρισας, εφ. "Ελευθερία" Λάρισα, φύλλο της 25ης Ιουνίου 2017.
[2]. Εφ. Σάλπιγξ, Λάρισα, φύλλο της 29ης Νοεμβρίου 1890.
[3]. Λαρισινές Σελίδες, εφ. "Θεσσαλικά Νέα", Λάρισα, φύλλο της 13ης Μαρτίου 1947.
[4]. Γρηγορίου Αλέξανδρος, ο. π. Ο Θρασ. Μακρής αναφέρει ότι ο ξενώνας των Ζαρκινών λειτούργησε μέχρι τις παραμονές του ελληνοτουρκικού πολέμου του 1897.
[5]. Βλέπε: Μιχ. Σάπκας: Αναμνήσεις από την ανέγερσιν του Δημοτικού Νοσοκομείου και των παραρτημάτων αυτού. Χειρόγραφο ανέκδοτο.
[6]. Μακρής Θρασύβουλος, ό. π. Η πυρκαγιά του υφαντουργείου έγινε το 1925 και προήλθε από άγνωστη αιτία, πιθανώς από εμπρησμό.
[7]. Βλέπε: Τσιάρα Συραγώ, Η δημόσια γλυπτική στη Λάρισα και το Βόλο. Από το νεοκλασικισμό στον ακαδημαϊκό ρεαλισμό. Πρακτικά επιστημονικής συνάντησης «Ο Νεοκλασικισμός στη Θεσσαλία, μέσα 19ου αιώνα-1920, Λάρισα (2005) σ. 154-156.
Του Νικ. Αθ. Παπαθεοδώρου
nikapap@hotmail.com