Η Λάρισα είναι διαμετακομιστικός χώρος της ανατολικής ελλαδικής χερσονήσου. Όλοι από εδώ περνούσαν και περνούν. Κι όπως έδειξαν οι ανασκαφές στα Τέμπη οργανώθηκε εδώ ένα πανδοχείο από την κλασική εποχή (4ο αι. π.χ.) μέχρι τον 20ό αιώνα!
Αλλά χωρίς αυτούς που έφεραν στο φως αυτά τα σημαντικά ευρήματα δεν γίνεται να υπάρξει σχόλιο. Οι αρχαιολόγοι και το υπόλοιπο προσωπικό της ΕΑΛ με επικεφαλής την εκλεκτή συνάδελφο κ. Σταυρούλα Σδρόλια, διεξάγουν ένα πολυσύνθετο έργο. Συνεχίζοντας τον δρόμο που χάραξαν από παλιά οι κ.κ Κων/νος Γαλλής και Λάζαρος Δεριζιώτης, οι πρώτοι που έκαναν κοινωνικό αγαθό της αρχαιολογία στην επαρχία μας. Η σημερινή γενιά, λόγω τεράστιου φόρτου εργασίας, ίσως δεν προλαβαίνει για κάποια πιο ειδικά σχόλια στον τύπο, πέρα από το εξαιρετικό διαφημιστικό ανάτυπο που τύπωσε η ΕΑΛ. Οπότε αναλαμβάνω ως παλαιός (ωρομίσθιος) υπάλληλος που υπήρξα.
Δεν χρειάστηκε πολύ να ενημερωθεί και να το διαπιστώσει ιδίοις όμμασι η πάλαι ποτέ Λαρισαία σημερινή υπουργός Πολιτισμού κ. Λ. Κονιόρδου, για τον μοναδικό άνεμο δημιουργίας που γίνεται στη Λάρισα, με ορμητήριο το μικρό παλατάκι του Διαχρονικού Μουσείου στο Μεζούρλο. Και κάθε υπουργός στο μέλλον το ίδιο θα διαπιστώνει.
Δεν είναι μόνον Παρθενώνες τα σημαντικά μνημεία ενός πολιτισμού, αλλά και οι οδικοί κόμβοι. Συγκεντρώνουν ακόμη περισσότερο κόσμο και αναφέρονται σε όλη τη δομή της κοινωνίας (φύση, παραγωγή, οικονομία, διακίνηση αγαθών, κοινωνική συνύπαρξη, ιδεολογία, θεσμοί). Η πρώτη και καλύτερη έρευνα σε έναν τόπο είναι η ανακάλυψη των παλαιών δρόμων που ένωναν τις διάφορες πολίχνες και τόπους. Οι δρόμοι αποκαλύπτουν την εξέλιξη μιας κοινωνίας από το εσωστρεφές, το φυλετικό περιβάλλον, σε μία πιο ολοκληρωμένη ανάπτυξη. Η Λάρισα από τον 6ο αιώνα π.Χ. ουσιαστικά εμφανίζει ειρηνικούς και προσπελάσιμους τους δρόμους της πεδινής Θεσσαλίας, αλλά και επιτρέπει σε όλη την Ελλάδα να διέρχεται με σχετική ασφάλεια.
Η στενωπός των Τεμπών μη διατηρώντας πληθυσμό, ήταν φυσικό να διαθέτει ένα πανδοχείο για τους διερχομένους. Αυτό αποδείχθηκε από τις ανασκαφές, οι οποίες έδειξαν διαχρονική λειτουργία από την αρχαιότητα μέχρι τον 20ο αιώνα, το Χάνι της Κοκκώνας.
Η περιοχή όμως δεν ήταν ασφαλής και δεν ήταν τυχαίο ότι οι κοντινοί οχυρωμένοι ή ασφαλισμένοι οικισμοί ήταν οι Γόννοι στην αρχαιότητα και τα Αμπελάκια στην τουρκοκρατία. Στο Βυζάντιο υπήρχε λίγο πιο πάνω το κάστρο της Ωριάς που χρησίμευε ως οχυρό παρατηρητήριο των στενών, με φύλακες (τζάκωνες). Υπάρχει οπτική επαφή του με τον κάμπο των εκβολών του Πηνειού, αλλά και με τον ανοικτό νότιο κάμπο.
Το πανδοχείο όλοι το είχαν ανάγκη, και οι περαστικοί ειρηνικοί και οι ύποπτοι, οι κλέφτες κι οι αστυνόμοι. Γι’ αυτό και διατηρήθηκε. Αποκαλύφθηκε ένα ιερό της Κυβέλης, της Μητέρας των θεών. Δεν είναι τυχαίο, διότι είναι στα ριζά του Ολύμπου, όπου τιμούσαν το Δωδεκάθεο, η δε Ρέα-Κυβέλη εκφράζει την ορεία φύση της γης. Η κόρη της Δήμητρα (Δή Μήτηρ, Γη Μήτηρ, Δας ή Δως), έλεγχε την παρακείμενη πεδιάδα, το Δώτιον Πεδίον. Ως Μεγάλη Μητέρα εκφράζει την τάση για προστασία, άλλωστε την αναπαριστούσαν στα τείχη των πόλεων, να βοηθά στην άμυνα. Ή ακόμη ο ναός της ως Μητρώο, ήταν ένα άσυλο, δηλαδή από κλέφτες ή επιδρομείς. Την Μητέρα όλοι τη σέβονται και οι παράνομοι. Μόνον αθεόφοβοι, όπως λέει η έκφραση, πουλούν και τη μάνα τους. Επίσης ως ανατολική Κυβέλη οδηγούσε τον δρόμο προς την Ανατολή, τη Μικρά Ασία.
Οι πρώτοι που αξιοποίησαν την οδική σύνδεση Θεσσαλίας-Μακεδονίας μέσω Τεμπών είναι οι Ρωμαίοι. Αρχικά μετά το 148 π.Χ., όταν διαίρεσαν την Μακεδονία σε τέσσερις περιοχές, κατά το πρότυπο της Θεσσαλίας, αλλά την απομόνωσαν. Τον δρόμο άνοιξε μετά μία τιμωρία 100 ετών -το συνήθιζαν οι Ρωμαίοι- ο ανθύπατος Κάσσιος Λογγίνος το 48 π.Χ., και το αποτύπωσε στη θρυλική πλέον επιγραφή που κατέγραφαν όλοι οι περιηγητές, αλλά δυστυχώς κάποιοι μηχανικοί ανεγκέφαλοι αλλά και πολιτικοί υπεύθυνοι άσχετοι στο άνοιγμα της μεταπολεμικής εθνικής οδού την έθαψαν. Δεν κράτησαν ούτε τη θέση που ήταν… Στους ρωμαϊκούς οδικούς χάρτες σημειώνεται η στάση Stenae, τα Στενά. Ήταν mansio, δηλαδή με εγκαταστάσεις πλήρους φιλοξενίας, διανυκτέρευσης.
Ο Ρωμαιο-αφρικανός συγγραφέας Απουλήιος αναφέρει μία ιστορία όπου ένας νοτιοελλαδίτης, ο Σωκράτης, ερχόμενος από Μακεδονία όπου είχε πάει για δουλειές, ερχόταν στη Λάρισα να δει μονομαχίες. Στα σύνορα με τη Θεσσαλία, μάλλον στα Τέμπη, τον συνέλαβαν ληστές και του πήραν τα πάντα. Τότε κατέφυγε σε ένα πανδοχείο, μπορεί και το πανδοχείο των Τεμπών κατά μία άποψη, όπου η γριά ιδιοκτήτρια Μερόη (όνομα αφρικανικό), ειδική στη μαύρη μαγεία τον κατέστρεψε. Μάλλον η θεσσαλική θεά της μαγείας, θεά των δρόμων (Ενν-οδία όπως λεγόταν) εδώ ελλοχεύει, αντί της πονετικής αλλά και πολεμικής αν χρειαζόταν Μητέρας των θεών.
Στο Βυζάντιο χτίστηκε και ναός, με άγνωστο τιμώμενο άγιο. Περνούσαν μεταξύ άλλων προσκυνητές ερχόμενοι από τον τάφο του αγίου Αχιλλίου στη Λάρισα. Στην τουρκοκρατία η περιοχή λεγόταν Soyuk Pinar ή “Σουτζούκ Μπουνάρ”, όπως μεταφράζεται στα ελληνικά, Κρυοπηγή, όνομα που επιβιώνει μέχρι σήμερα κάτω από τον αρχαιολογικό χώρο. Εδώ ο τοπάρχης Ομέρ Βέης είχε ιδρύσει μαζί με τον σουλτάνο ένα ζαβιγέ (οίκος για ανάπαυση) με ναό για προσευχή. Λίγο αργότερα κτίστηκε τεκές δερβίσηδων, ο γνωστός του Χασάν Μπαμπά. Η «Οθωμανική ειρήνη», όπως ήταν φυσικό, άνοιξε έτι περισσότερο τους δρόμους, ενώ άφησε στην τύχη τους τα κάστρα, σαν το λεγόμενο της Ωριάς Τεμπών.
Όπως φαίνεται η θεσσαλική στάση στα Τέμπη, περιοχή με φήμη πραγματικού παράδεισου, για ανάπαυση των ταξιδιωτών από και προς τη Μακεδονία είναι διαχρονική.
Από τον Σταύρο Γουλούλη
Ο Σταύρος Γουλούλης είναι διδάκτωρ της Βυζαντινής Τέχνης