Η έναρξη του πολέμου υπό τις κρατούσες τότε συνθήκες, ήταν κάτι το αναμενόμενο. Υπήρξε η προειδοποίηση με τον τορπιλισμό του αντιτορπιλικού μας "Έλλη" στο λιμάνι της Τήνου κατά την ημέρα του εορτασμού της Παναγίας στις 15 Αυγούστου 1940. Από την ημέρα εκείνη ο ελληνικός λαός μετρούσε μέρες για το πότε θα ερχόταν η δύσκολη εκείνη στιγμή που θα χρειαζόταν να πάρει τα όπλα.
Με τη βοήθεια του Κώστα Περραιβού[1], ο οποίος έζησε ως δημοσιογράφος της εφημερίδας της Λάρισας "Κήρυξ" τα γεγονότα εκείνων των ημερών, θα περιγράψουμε πώς ακριβώς αντέδρασαν οι Λαρισαίοι τις δύσκολες εκείνες ώρες. Γράφει:
" Ήταν Κυριακή 27 Οκτωβρίου 1940. Το Σάββατο είχε σημειωθεί στα ελληνοαλβανικά σύνορα προς την πλευρά της Καστοριάς ένα επεισόδιο. Οι Ιταλοί φασίστες διαμαρτύρονταν κραυγαλέα ότι τάχα ένα από τα φυλάκιά τους είχε υποστεί απρόκλητη επίθεση από ελληνική περίπολο. Ήταν ψέμα. Οι ίδιοι είχαν σκηνοθετήσει ένα δήθεν επεισόδιο πυροβολώντας στον αέρα, χωρίς από την ελληνική μεθόριο να ριχτεί ούτε ένας πυροβολισμός. Πάντως η ελληνική πλευρά τηρώντας ως την τελευταία ώρα άψογη στάση, ζήτησε να γίνει συνάντηση αντιπροσωπειών και να δοθούν αμοιβαίες εξηγήσεις, για να διευθετηθεί το δήθεν επεισόδιο. Επικεφαλής της αντιπροσωπείας είχε τεθεί ο διοικητής του τομέως Λαρισινός συνταγματάρχης Γεώργιος Χατζηαναγνώστου[2]. Η συνάντηση είχε ορισθεί για το μεσημέρι της Κυριακής 27 Οκτωβρίου. Ήταν για τη Λάρισα μια μέρα ηλιόλουστη και η ατμόσφαιρα διατηρούνταν χλιαρή. Γνήσια φθινοπωρινή ημέρα, που ο κόσμος θέλησε να την απολαύσει και ξεχύθηκε από το πρωί προς το Αλκαζάρ[3]. Ζούσαμε τις τελευταίες ειρηνικές ώρες. Κανένας δεν έτρεφε ελπίδες αποτροπής της φασιστικής επιθέσεως. Και οι εφημερίδες της Λαρίσης που την Κυριακή αργούσαν, ειδοποιήθηκαν να θέσουν το προσωπικό τους σε επιφυλακή, για να εκδοθούν και να κυκλοφορήσουν την Δευτέρα. Τα γραφεία τους έμεναν ανοικτά και πλήθος κόσμου συγκεντρωνόταν στα πεζοδρόμια, για να μάθει ποιο ήταν το αποτέλεσμα της συναντήσεως. Όλοι παρακολουθούσαν με κομμένη ανάσα τους δείκτες των ρολογιών τους και η αγωνία αποκορυφώθηκε όταν το ρολόι του Φρουρίου σήμαινε τη 12η μεσημβρινή. Ήταν η κρίσιμη ώρα. Συγκεντρωμένοι γύρω στα ραδιόφωνα, περίμεναν να ακούσουν τι έγινε ψηλά στα σύνορα. Οι ώρες όμως περνούσαν, η αγωνία αυξανόταν, αλλά τα ραδιόφωνα σιγούσαν.
Αυτή η σιγή άρχισε να πείθει τον κόσμο ότι από ώρα σε ώρα οι Ιταλοί θα άρχιζαν την επίθεση. Όσοι από τους νέους δεν είχαν ακόμα στρατευθεί, γιατί είχε γίνει μερική μυστική επιστράτευση με ατομικές προσκλήσεις, ετοίμαζαν τα πράγματα που θα έπαιρναν μαζί τους, βέβαιοι ότι ο πόλεμος θα ήταν αναπόφευκτος. Όταν ο ήλιος έπεσε και άρχισε να απλώνεται το σκοτάδι, όλοι κλείσθηκαν στα σπίτια και με σφιγμένη την ψυχή ξαγρύπνησαν, περιμένοντας το μήνυμα της μοίρας. Όσες στρατιωτικές μονάδες δεν είχαν μετακινηθεί από τη Λάρισα, βρίσκονταν σε διαρκή συναγερμό. Στο στρατηγείο του Β΄ Σώματος Στρατού, το οποίο στεγαζόταν στο παλιό αρχοντικό του Σκαλιώρα, εκεί όπου σήμερα βρίσκεται η Διοίκηση Συντηρήσεως Στρατού, ο διοικητής του αντιστράτηγος Δημήτριος Παπαδόπουλος, ο επιτελάρχης συνταγματάρχης Δημήτριος Μαχάς και οι επιτελείς, ετοιμάζονταν για να προωθηθούν στα προκαθορισμένα σημεία, ώστε να διευθύνουν από κοντά την αντεπίθεση στον κρισιμότερο τομέα που κάλυπτε το Β΄ Σ. Σ. Γι’ αυτούς ο πόλεμος είχε αρχίσει.
Λίγο μετά τα μεσάνυχτα οι ειδήσεις από την Αθήνα ήταν ανησυχητικές. Από τον Λαρισαίο δημοσιογράφο της εφημερίδας "Πρωΐα" των Αθηνών Θωμά Μαλαβέτα μαθαίναμε ότι στους δρόμους της πρωτεύουσας παρατηρούνταν μεγάλη κίνηση στρατιωτικών αυτοκινήτων και μοτοσυκλετών και όλοι τους πίστευαν ότι ο πόλεμος ήταν αναπόφευκτος. Βγήκα έξω από την εφημερίδα να πάρω λίγο αέρα και καθώς προχωρούσα μέσα στους έρημους δρόμους, έβλεπα φωτισμένα τα παράθυρα όλων των σπιτιών. Κανένας δεν κοιμόταν. Ήξεραν ότι η Λάρισα θα γινόταν ο πρώτος στόχος της φασιστικής αεροπορίας.
Λίγο μετά τις πέντε το πρωί έφθασαν τα μηνύματα από την Αθήνα. Τα ιταλικά στρατεύματα άρχισαν να προελαύνουν στο ελληνικό έδαφος, ενώ ανακοινώνονταν και τα διατάγματα επιστρατεύσεως. Οι εφημερίδες άρχισαν να κυκλοφορούν από νωρίς. Όλοι οι κάτοικοι είχαν τον φόβο ότι θα κατέφθαναν τα ιταλικά βομβαρδιστικά. Τα προετοιμασμένα καταφύγια άνοιγαν, οι έφεδροι ξεχύνονταν στα κέντρα παρουσιάσεως και πολλές οικογένειες εγκατέλειπαν τη Λάρισα για να προστατευθούν από τους αεροπορικούς βομβαρδισμούς., οι οποίοι άρχισαν την Πέμπτη και ήταν σφοδροί και πολύνεκροι. Ο φοβερότερος έγινε στις 21 Δεκεμβρίου1940. Η τραγωδία είχε αρχίσει και την ζήσαμε με καρτερία τέσσερα χρόνια. Όταν η Λάρισα ελευθερώθηκα στις 23 Οκτωβρίου 1944 ήταν μια πόλη σαρωμένη όχι μόνον από τον Άρη, αλλά και από τον Εγκέλαδο…
[1]. Ο Κώστας Περραιβός (1907-1983) γεννήθηκε στην Ελασσόνα. Μετά το τέλος των εγκύκλιων σπουδών του ήλθε στη Λάρισα όπου και για περισσότερα από 40 χρόνια εργάσθηκε ως δημοσιογράφος και διευθυντής στις εφημερίδες "Κήρυξ", "Ελευθερία", "Λαρισαϊκή" και σε άλλες βραχύβιες. Το 1964 εκλέχθηκε βουλευτής με την Ένωση Κέντρου.
[2]. Ο Γεώργιος Χατζηαναγνώστου (1889-1944) γεννήθηκε στην Αγιά και στις παραμονές του πολέμου του 1940 ήταν διοικητής του 32 Συντάγματος πεζικού που είχε έδρα την Καστοριά. Το Σύνταγμά του προελαύνοντας στην Β. Ήπειρο απελευθέρωσε την Κορυτσά. Για τον ηρωικό αυτόν αξιωματικό και τον τραγικό θάνατό του θα αφιερώσουμε προσεχώς ειδικό σημείωμα.
[3]. Στην έκθεση "Η μνήμη της πόλης" με κατοχικές φωτογραφίες που υπάρχει αυτές τις ημέρες στην Δημοτική Πινακοθήκη Γ. Ι. Κατσίγρα βλέπει κανείς σε μια φωτογραφία, παρέα Ισραηλιτών να κάνει τη βόλτα της στο Αλκαζάρ το πρωί της Κυριακής 27 Οκτωβρίου 1940.
Από τον Νίκο Παπαθεοδώρου
nikapap@hotmail.com