Του Νικ. Αθ. Παπαθεοδώρου
nikapap@hotmail.com
Πριν από ένα χρόνο περίπου η στήλη ασχολήθηκε με την Κεντρική πλατεία Μιχαήλ Σάπκα και περιέγραψε τα κτίρια τα οποία την περιτριγύριζαν σε όλη τη διάρκεια του πρώτου μισού του 20ού αιώνα και από τις τέσσερες πλευρές της. Υπάρχει η πρόθεση στα επόμενα σημειώματά μας να κάνουμε το ίδιο και για την πλατεία Ταχυδρομείου, που είναι η δεύτερη μεγαλύτερη πλατεία της παλιάς Λάρισας. Σήμερα όμως θα μιλήσουμε ξεχωριστά για το ξενοδοχείο «Τα Τέμπη», ένα όμορφο κτίσμα το οποίο δέσποζε μέχρι τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες στην ανατολική πλευρά της πλατείας και είχε πρόσοψη προς τη σημερινή οδό Παναγούλη.
Πότε ακριβώς κτίσθηκε το κτίριο αυτό δεν κατορθώσαμε να μάθουμε και μόνον εικασίες μπορούμε να εκφράσουμε. Βασιζόμενοι στην αρχιτεκτονική του μορφή και στα βιογραφικά τού κατασκευαστή και του πρώτου ιδιοκτήτη, οριοθετείται χρονικά ότι πρέπει να κτίσθηκε στις αρχές της δεκαετίας τού 1910. Ιδιοκτήτης ήταν ο ένας εκ των αδελφών Αντωνιάδη, ο Γεώργιος[1], ο οποίος εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στο κτίριο αυτό. Κατασκευαστής ήταν ο εργολάβος έργων Δημήτριος Πουλιάδης[2], ο οποίος ήταν γνωστός στην παλιά Λάρισα γιατί εκτός απ’ αυτό, είχε ανοικοδομήσει και άλλα σπουδαία κτίσματα στη Λάρισα, δύο εκ των οποίων βρισκόταν στην πλατεία Ταχυδρομείου[3]. Όταν τα πράγματα στη δουλειά τους άρχισαν να μην πηγαίνουν οικονομικά καλά για τους αδελφούς Αντωνιάδη, ίσως από την πολυτελή ζωή τους, μπορεί και από τη μείωση της εμπορικής κίνησης του καταστήματος, αποφάσισαν να εγκαταλείψουν τη Λάρισα και να εγκατασταθούν στην Αθήνα. Μετά το 1920 μεταβίβασαν το κατάστημα της οδού Ερμού στον Βασίλειο Πράσσα, ενώ το συγκεκριμένο κτίσμα στην πλατεία Ταχυδρομείου, καθώς και την κατοικία του άλλου αδελφού στη σημερινή οδό Παπακυριαζή, τα αγόρασε ο έμπορος υαλικών Ιωάννης Αλεξάνδρου. Ο τελευταίος εγκατέστησε την οικογένειά του στο αρχοντικό της Παπακυριαζή, ενώ το κτίριο της πλατείας Ταχυδρομείου νοικιάσθηκε αργότερα στον Απόστολο Γιαταγάνα, ο οποίος μετέτρεψε τους δύο ορόφους σε ξενοδοχείο, ενώ στο ημιυπόγειο εγκαταστάθηκε η οικογένειά του.
Αρχιτεκτονικά το κτίριο αποτελείτο από ημιυπόγειο και δύο ορόφους. Μια όμορφη σιδερένια πόρτα, η οποία είχε σαν επίστεψη σχέδιο μουσικής άρπας, οδηγούσε σε επιμήκη αυλή, στην αρχή της οποίας βρισκόταν το κλιμακοστάσιο που οδηγούσε στο ισόγειο. Η αυλή συνεχιζόταν και στο πίσω μέρος του κτιρίου και έβλεπε προς την κατοικία του Μιχαήλ Πατέρα. Ο κατασκευαστής Δημήτριος Πουλιάδης στόλισε με επιμέλεια την εξωτερική όψη του επάνω ορόφου και ιδίως την πλευρά που έβλεπε προς τη στενή αυλή. Στην όψη αυτή, πάνω από την κυρία είσοδο υπήρχε εξώστης ο οποίος στηριζόταν σε μαρμάρινα σκαλιστά φουρούσια, ενώ παραστάδες νεοκλασικού ρυθμού κοσμούσαν τα ανοίγματα (πόρτες – παράθυρα). Ακροκέραμα περιέτρεχαν την άκρη της στέγης από όλες τις πλευρές.
Το 1936 ο Ιωάννης Αλεξάνδρου μεταβίβασε το κτίριο στην κόρη του Φωφώ Κουκουτάρα-Αλεξάνδρου[4], η οποία διατήρησε το ξενοδοχείο και τον ενοικιαστή Απόστολο Γιαταγάνα. Ο τελευταίος καταγόταν από τον Άγιο Παντελεήμονα Πιερίας και νυμφεύθηκε στο Στόμιο την Αγγελική Χατζησωτήρη. Μετά τον γάμο τους μετακόμισαν στη Λάρισα και αφού για ένα διάστημα ασχολήθηκε με διάφορες εργασίες, αρχές της δεκαετίας του 1930 νοίκιασε όπως είδαμε το κτίριο, το οποίο μέχρι τότε χρησίμευε ως κατοικία, το διαρρύθμισε κατάλληλα και το λειτούργησε ως ξενοδοχείο με την ονομασία «Τα Τέμπη»[5].
Ο γιος του Τάκης Γιαταγάνας θυμάται ότι το 1941 με τη είσοδο των Γερμανών στη Λάρισα επιτάχθηκε ο επάνω όροφος, ο οποίος στέγασε για ένα διάστημα τη Γερμανική Στρατιωτική Αστυνομία, οι άνδρες της οποίας ονομάζονταν ειρωνικά «πεταλάδες», γιατί έφεραν στο στήθος τους ένα επίπεδο μεταλλικό σήμα, κρεμασμένο με αλυσίδα από τον λαιμό. Στο ισόγειο ένα δωμάτιο είχαν καταλάβει τρεις Ιταλοί ηθοποιοί, οι οποίοι διασκέδαζαν με διάφορες παραστάσεις τους τα ιταλικά στρατεύματα στο κινηματοθέατρο «Πάλλας» του Μιχάλη Τζεζαϊρλίδη, που βρισκόταν στον ίδιο δρόμο (Βασιλέως Κωνσταντίνου τότε), λίγα μέτρα πιο κάτω από το ξενοδοχείο. Σε ένα άλλο δωμάτιο του ισογείου εγκαταστάθηκε η ΕΑΣΑΔ, μια οργάνωση δοσίλογων, η οποία συνεργαζόταν με τους Γερμανούς. Ανεξίτηλοι όμως έμειναν στη μνήμη όσων ζούσαν στην γύρω περιοχή οι απαγχονισμοί αντιστασιακών που γίνονταν στα δένδρα της πλατείας από τους Γερμανούς. Επειδή οι αποτρόπαιες αυτές πράξεις γινόταν τις νυκτερινές ώρες, όταν απαγορευόταν η κυκλοφορία, οι περίοικοι της πλατείας άκουγαν όλη τη νύχτα τα βογγητά τους και όταν ξυπνούσαν το πρωί αντίκριζαν το βάρβαρο θέαμα των κρεμασμένων Λαρισαίων, πολλοί από τους οποίους μάλιστα τύχαινε να ήταν και γνωστοί τους.
Με την οπισθοχώρηση των Γερμανών το 1944 είναι γνωστό ότι ανατινάχθηκε η μεγάλη γέφυρα στο Αλκαζάρ. Η έκρηξη ήταν τόσο μεγάλη ώστε, όπως θυμάται ο Τάκης Γιαταγάνας, μικρά πέτρινα τμήματά της έφθασαν μέχρι τη μαρκίζα του διπλανού κινηματογράφου «Ολύμπια» την οποία και την τρύπησαν, το δε ωστικό κύμα δημιούργησε φθορές στα κουφώματα του ξενοδοχείου.
Μεταπολεμικά, περί το 1945, το κτίσμα περιήλθε στην κατοχή κάποιου ναυτικού με το επίθετο Γκολφίνος, κατόπιν αγοράς από την οικογένεια Κουκουτάρα. Ακριβώς δίπλα του από το 1951-52 βρισκόταν η περίφημη ταβέρνα με τον ευρηματικό τίτλο «Τα 5 Φ» των αδελφών Τοπούζα, που σημαίνει «Φίλε-Φέρε-Φίλους-Φάγε-Φύγε». Για την ταβέρνα αυτή θα έχουμε την ευκαιρία να ασχοληθούμε σε προσεχές σημείωμα. Ο Απόστολος Γιαταγάνας συνέχισε και μετά την αλλαγή της ιδιοκτησίας να λειτουργεί κανονικά το ξενοδοχείο μέχρι τον θάνατό του. Η γυναίκα του Αγγελική και ο γιος του Τάκης Γιαταγάνας πήραν τη σκυτάλη της λειτουργίας του και το δούλεψαν με επιτυχία μέχρι το 1963 περίπου.
Μετά τη διακοπή της λειτουργίας του ξενοδοχείου «Τέμπη», ο ιδιοκτήτης Γκολφίνος το κατεδάφισε και στη θέση του κατασκεύασε πολυώροφη οικοδομή, την οποία λειτούργησε για αρκετά χρόνια και πάλι ως ξενοδοχείο, αλλά με διαφορετικό όνομα. Η νέα ονομασία του ήταν «Γαλαξίας» και δέσποζε στην ανατολική πλευρά της πλατείας Ταχυδρομείου. Η συνέχεια του κτιρίου αυτού είναι λίγο-πολύ γνωστή. Το ξενοδοχείο είχε αρχίσει να παρακμάζει, ειδικά μετά την ανέγερση του γειτονικού Grand Hotel, και κάποια στιγμή σταμάτησε να λειτουργεί. Ο γιος του ιδιοκτήτη το πούλησε και με μια ειδική διαρρύθμιση των ορόφων οι νέοι ιδιοκτήτες στέγασαν τις εγκαταστάσεις της επιχείρησης «Bodyline». Στην πισίνα και τα γυμναστήρια του γύμνασαν τα σώματά τους πολλοί Λαρισαίοι και κυρίως γυναίκες. Όμως τα γυμναστήρια του είδους αυτού ήταν από τα πρώτα που έπληξε η οικονομική κρίση, με αποτέλεσμα εδώ και μερικά χρόνια να κλείσει. Από τότε η είσοδος και οι όροφοι εγκαταλείφθηκαν χωρίς καμιά φροντίδα από τον ιδιοκτήτη.
---------------------------------------
[1]. Οι αδελφοί Αντωνιάδη διατηρούσαν στην οδό Ερμού ένα από τα μεγαλύτερα καταστήματα γυναικείων ειδών και υφασμάτων.
[2]. Γρουσόπουλος Χρήστος, Όψεις της νεοκλασικής Λάρισας, στον τόμο «Ο Νεοκλασικισμός στη Θεσσαλία, μέσα 19ου αιώνα – 1920». Πρακτικά επιστημονικής συνάντησης της 11ης Οκτωβρίου 2003, Λάρισα (2005) σελ. 231.
[3]. Το ομορφότερο από τα δύο ήταν η οικογενειακή του κατοικία που βρισκόταν στη βόρεια πλευρά της πλατείας Ταχυδρομείου και θα την περιγράψουμε σε ένα από τα επόμενα σημειώματά μας. Το άλλο ήταν το αρχοντικό του δικηγόρου Νικολάου Καραστεργίου στη γωνία των οδών Παναγούλη και Παπακυριαζή, το οποίο μόλις αποχαρακτηρίσθηκε από διατηρητέο, κατεδαφίσθηκε αμέσως πριν από είκοσι περίπου χρόνια.
[4]. Τις λεπτομέρειες αυτές μου τις έκανε γνωστές ο αδελφός της Φωφώς Κουκουτάρα, Δημήτριος Αλεξάνδρου.
[5]. Το κείμενο αυτό δεν θα ήταν ολοκληρωμένο χωρίς τη σημαντική συμβολή του γιου του Απόστολου Γιαταγάνα, Τάκη, ο οποίος εκτός από τις σημαντικές πληροφορίες για την οικογένεια και το κτίριο, ανέτρεξε στο προσωπικό του αρχείο και εντόπισε μεταξύ των άλλων και τη φωτογραφία του ξενοδοχείου που δημοσιεύεται στο σημερινό σημείωμα.