ΤΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΘ. ΠΑΠΑΘΕΟΔΩΡΟΥ
nikapap@hotmail.com
Οι ευνοϊκές οικονομικές συγκυρίες οι οποίες δημιουργήθηκαν στη Θεσσαλία με την υπογραφή της Συνθήκης του Βερολίνου του 1878[1], έφεραν στην περιοχή μας πλούσιους Έλληνες επιχειρηματίες και τραπεζίτες της διασποράς από την Αθήνα (Ζάππας, κλπ.), την Κωνσταντινούπολη (Στεφάνοβικ-Σκυλίτσης και άλλοι), τις παραδουνάβιες χώρες (Παναγής Χαροκόπος, κλπ.) και άλλους. Όλοι τους είχαν την οικονομική ευχέρεια να αγοράσουν σε πολύ ευνοϊκές τιμές από τους Τούρκους, οι οποίοι εγκατέλειπαν ασθμαίνοντας την περιοχή μας, τις τεράστιες αγροτικές εκτάσεις και τα ακίνητα που κατείχαν, φοβισμένοι μήπως χάσουν τα περιουσιακά τους στοιχεία παρά τις διαβεβαιώσεις περί του αντιθέτου της Συνθήκης του 1878. Φυσικό ήταν η Λάρισα, ως κέντρο του θεσσαλικού χώρου, να αποτελέσει την έδρα των επιχειρήσεών τους και σε μερικές περιπτώσεις να στεγάσει και τις οικογένειές τους. Για το σκοπό αυτό δεν υπολόγισαν έξοδα και οικοδόμησαν περίτεχνα αρχοντικά σε Λάρισα και Βόλο, επηρεασμένα αρχιτεκτονικά από το ρεύμα του νεοκλασικισμού[2] το οποίο επικρατούσε την περίοδο εκείνη στην ελληνική πρωτεύουσα. Το παράδειγμά τους δεν άργησαν να ακολούθησαν και πολλές αστικές οικογένειες της Λάρισας.
Ένα αμιγές δείγμα νεοκλασικισμού στη Λάρισα την περίοδο εκείνη ήταν το περίφημο αρχοντικό του Σκαλιώρα. Ο Κωνσταντίνος Σκαλιώρας είχε καταγωγή από τη Ραψάνη, αλλά ζούσε από χρόνια στη Λάρισα. Κατείχε μεγάλες εκτάσεις γης, τις οποίες είχε αγοράσει από Οθωμανούς που εγκατέλειπαν την Λάρισα και μετακόμιζαν οι περισσότεροι στην Κωνσταντινούπολη. Επιπλέον ήταν και μεγαλοεπιχειρηματίας. Το 1884 ανέλαβε την κατασκευή στρατώνων σε οικοπεδικές εκτάσεις που παρεχώρησε ο Δήμος Λαρισαίων[3] στις νοτιοδυτικές παρυφές της πόλεως. Ακόμα το 1893 μαζί με τον Κωνσταντίνο Παππά και τον Χρήστο Δημητριάδη άρχισαν να λειτουργούν συνεταιρικά αλευρόμυλο[4].
Τη τελευταία δεκαετία του 19ου αιώνα ο Σκαλιώρας, με τα τεράστια έσοδα που αποκόμισε κυρίως από το μεγάλο έργο των στρατώνων που κατασκεύασε, έκτισε στη γωνία των σημερινών οδών Πατρόκλου και Ρούζβελτ, εκεί όπου στεγάζεται το Στρατολογικό Γραφείο, ένα θαυμάσιο αρχοντικό, εφάμιλλο με τα αθηναϊκά. Ο Δημήτριος Δεληκώτσος[5], ο οποίος υπήρξε υπάλληλος στο υποκατάστημα της Εθνικής Τραπέζης στη Λάρισα κατά το χρονικό διάστημα 1916-1920 και κατοικούσε απέναντι από το αρχοντικό, το περιγράφει σαν «μικρό αδελφάκι» του σπιτιού του Ερρίκου Σλήμαν στην Αθήνα[6]. Κατά τη θητεία του στη Λάρισα ο υπάλληλος αυτός έβλεπε συχνά την οικογένεια του ιδιοκτήτη του αρχοντικού, που στο τεράστιο τριώροφο κτίριο που διέθεταν δεν ήταν περισσότεροι από τέσσερα άτομα και το υπηρετικό προσωπικό. Στο αρχοντικό αυτό διέμενε μετά τους βαλκανικούς πολέμους κατά διαστήματα ο πρίγκιπας Ανδρέας[7], όταν υπηρετούσε ως αξιωματικός στην Ταξιαρχία Ιππικού που είχε έδρα τη Λάρισα. Μάλιστα θεωρείται ότι είναι ο πρώτος ο οποίος κυκλοφόρησε αυτοκίνητο στους δρόμους της Λάρισας, όταν έφθασε με την σύζυγό του Αλίκη για να διοικήσει την μονάδα του.
Λόγω της αρχιτεκτονικής του γραμμής, πιστεύεται ότι το αρχοντικό Σκαλιώρα οικοδομήθηκε σε σχέδια του αρχιτέκτονα Ερνέστου Τσίλλερ ή μάλλον της σχολής του, γιατί δεν είναι καταγραμμένο στον κατάλογο των έργων που σχεδίασε. Ήταν εξ ολοκλήρου λιθόκτιστο και είχε προσανατολισμό προς την οδό Ρούζβελτ. Ο Δημήτριος Δεληκώτσος δημοσίευσε στο ίδιο περιοδικό και μια φωτογραφία της εισόδου του αρχοντικού, την οποία χρονολογεί στη δεύτερη απελευθέρωση της Θεσσαλίας από τους Τούρκους μετά τον «ατυχή» ελληνοτουρκικό πόλεμο, δηλαδή περί το 1898. Στο πλατύσκαλο του πρώτου ορόφου, μπροστά στο επιβλητικό προστώο με τις νεοκλασικές καμάρες, ο φακός αποτύπωσε τον διάδοχο τότε Κωνσταντίνο με τη γυναίκα του Σοφία, τον γιο τους Γεώργιο και την ακολουθία τους.
Η οικογένεια Σκαλιώρα μετακόμισε νωρίς στην Αθήνα και το κτίριο αφού αρχικά χρησιμοποιήθηκε για να στεγάσει τον πρίγκιπα Ανδρέα, μετά τον εθνικό διχασμό στους χώρους του φιλοξενήθηκε η «Λαρισαϊκή Λέσχη», μια κλειστή λέσχη η οποία ήταν τόπος συγκεντρώσεως ανδρών και συγχρόνως χώρος χαρτοπαιξίας. Μετά το 1926 το κτίριο αυτό ήταν η έδρα του στρατηγείου του Β΄ Σώματος Στρατού.
Το αρχοντικό του Σκαλιώρα ήταν τριώροφο. Το ισόγειο ήταν ουσιαστικά ένα υπερυψωμένο υπόγειο, πάνω από το οποίο αναπτύσσονταν δύο όροφοι. Ήταν κτισμένο σε ικανή απόσταση από την οικοδομική γραμμή και από την πλευρά της Ρούζβελτ περιφρασσόταν από χαμηλό τοιχίο, το οποίο κατά διαστήματα έφερε καλοδουλεμένα μεταλλικά κιγκλιδώματα. Αμέσως μετά την μεταλλική είσοδο ξεκινούσε μια μεγαλοπρεπέστατη ευρεία μαρμάρινη σκάλα με πολλές βαθμίδες η οποία οδηγούσε στον πρώτο όροφο. Η είσοδος στον όροφο ήταν μια αρχιτεκτονική αποθέωση. Δύο ιωνικοί κίονες δημιουργούσαν τρεις τοξωτές καμάρες και μετά την παρεμβολή προστώου ξεκινούσε η πρόσβαση στον όροφο. Δεξιά και αριστερά στην πρόσοψη υπήρχαν μεγάλα παράθυρα.
Η ίδια ακριβώς νεοκλασική διάταξη υπήρχε και στον δεύτερο όροφο, όμως εδώ αντί για παράθυρα υπήρχαν πόρτες, οι οποίες οδηγούσαν σε στενούς εξώστες, υποβασταζόμενους από μαρμάρινα φουρούσια.
Η διάρκεια ζωής του αρχοντικού αυτού κράτησε πάνω-κάτω πενήντα χρόνια, γιατί από τον ισχυρό σεισμό της 1ης Μαρτίου 1941, μεγέθους 5,3 μονάδων της κλίμακας Richter υπέστη σοβαρές ζημιές, όπως και πολλά άλλα σπουδαία κτίρια της Λάρισας. Τα περισσότερα σπίτια που κατέρρευσαν τότε ήταν πετρόκτιστα, τα οποία είχαν κτισθεί χωρίς καμιά πρόβλεψη σεισμικής προστασίας, θεμελιωμένα επιφανειακά και σε πολύ χαλαρά εδάφη[4], γι’ αυτό και οι καταστροφές ήταν δυσανάλογα μεγαλύτερες από την ένταση του σεισμικού κύματος. Μεταπολεμικά τα ερείπια κατεδαφίσθηκαν και στη θέση του αρχοντικού οικοδομήθηκε το Στρατολογικό Γραφείο με την ευρύτατη αυλή του και το συνεχόμενο Στρατοδικείο.
[1].Είναι γνωστό ότι σύμφωνα με την Συνθήκη αυτή η Θεσσαλία (πλην της επαρχίας Ελασσόνος) με μια περιοχή του νομού Άρτης παραχωρείτο στο Ελληνικό Βασίλειο. Το γεγονός αυτό είχε σαν αποτέλεσμα ο σιτοβολώνας του θεσσαλικού κάμπου που ήταν ιδιοκτησία μεγάλων Οθωμανών γαιοκτημόνων να κινδυνεύσει να χαθεί γι’ αυτούς, αν και η Συνθήκη προέβλεπε ότι δεν θα διακινδύνευαν οι περιουσίες τους.
[2]. Ο Νεοκλασικισμός ήταν η επιβολή μιας νέας τεχνοτροπίας από το περιβάλλον του βασιλέα Όθωνα, η οποία γεννήθηκε μερικές χιλιάδες χρόνια πριν στην αρχαία Ελλάδακαι επανεμφανίσθηκε σταλμένη απ’ έξω, με όλες τις διαφοροποιήσεις που είναι φυσικό να δημιουργούνται όταν μια υψηλή αρχιτεκτονική σύλληψη γίνεται πρότυπο για αντιγραφή. Γενικά ο Νεοκλασικισμός ήταν ένα ευρωπαϊκό ουμανιστικό κίνημα που εξέθρεψε ο Διαφωτισμός. Ήλθε στην Ελλάδα από διάφορα κέντρα της Εσπερίας και εδραιώθηκε στη νέα Ελληνική πρωτεύουσα, την Αθήνα, μετά την ίδρυση του ελεύθερου Ελληνικού Βασιλείου. Το κίνημα αυτό άρχισε να υποχωρεί σταδιακά από τα 1920 και μετά. Βλέπε: Γουργιώτη Λένα, Οικία Οικονόμου-Φαληρέα, ένα διατηρητέο Νεοκλασικό στη Λάρισα. Πρακτικά επιστημονικής συνάντησης «Ο Νεοκλασικισμός στη Θεσσαλία, μέσα 19ου αιώνα-1920», Λάρισα (2005) σελ. 89.
[3]. Η Λάρισα ως παραμεθόριος περιοχή την περίοδο εκείνη, είχε συγκεντρώσει μεγάλες στρατιωτικές δυνάμεις, ο στρατωνισμός των οποίων ήταν πρόχειρος, συνήθως σε ακατάλληλα παλαιά τουρκικά οικήματα, αλλά και σε σκηνές. Το 1884 άρχισαν οι εργασίες κατασκευής στρατώνων με εργολαβία του Κωνσταντίνου Σκαλιώρα, χωρητικότητας μέχρι 10.000 ατόμων. Μερικοί από τους θαλάμους αυτούς διατηρούνται ακόμη και σήμερα.
[4]. Η εμπορική εταιρία που δημιούργησαν είχε εταιρικό κεφάλαιο 300.000 δραχμών. Ο συνεταιρισμός των τριών αυτώνκεφαλαιούχων είχε σαν σκοπό την αγορά δημητριακών της περιοχής και την μετατροπή τους έπειτα από ειδική επεξεργασία στον ατμόμυλο που διέθεταν και ήταν ο μοναδικός στη Θεσσαλία, σε αλεύρι και ζυμαρικά, τα οποία μεταπωλούσαν. Το 1889 αποχώρησε από την εταιρία ο Χρ. Δημητριάδης και το 1900 ο Κων. Σκαλιώρας και η επιχείρηση παρέμεινε αποκλειστικά στη δικαιοδοσία της οικογένειας Παππά, δηλ. στον Κωνσταντίνο και τους ανεψιούς του Μιχαήλ και Φώτιο.
[5]. Δεληκώτσος Δημήτρης, Η κατοικία του Κωνσταντίνου Σκαλιώρα στη Λάρισα, περιοδικό «Εμείς», τεύχ. 11, έκδοση των υπαλλήλων της Εθνικής Τράπεζας.
[6]. Η κατοικία του αρχαιολόγου Ερρίκου Σλήμαν ήταν το εκπληκτικό Ιλίου Μέλαθρον, το οποίο βρίσκεται στην οδό Πανεπιστημίου και σήμερα στεγάζει το Νομισματικό Μουσείο. Είναι έργο του 1878 και σχεδιάσθηκε από τον περίφημο αρχιτέκτονα Ερνέστο Τσίλλερ (ErnstZiller 1837-1923).
[7]. Ο πρίγκιπας Ανδρέας (1882-1944) ήταν ο τέταρτος γιος του Γεωργίου Α΄ και της βασίλισσας Όλγας. Νυμφεύθηκε την πριγκίπισσα Αλίκη, αδελφή του λόρδου Μαουντμπάτεν και είναι ο πατέρας του Φιλίππου, συζύγου της βασίλισσας Ελισάβετ της Αγγλίας.
[8]. Παπαϊωάννου Ιωάννης, «Όταν ο φοβερός εγκέλαδος ερωτοτροπούσε με τη Λάρισα», εφ. Ελευθερία, 6 Μαρτίου 1994, Λάρισα. Συνέντευξη στη δημοσιογράφο Μαρία Δημητρίου.