*Νίκος Κύρκος (Μικρά Κείμενα)
Σύμφωνα με την παράδοση, ο Δίας και η ακολουθία του, πριν καθίσουν το μεσημέρι στο τραπέζι για φαγητό, κατηφόριζαν προς τα Μεσάγγαλα, εκεί κατά τη μεριά του Στρίτζιου για να πάρουν το καθημερινό τους μπάνιο στη θάλασσα. Ακολουθούσαν τη διαδρομή Καρυά Ολύμπου, Κρανιά Ολύμπου, Πυργετός Κάτω Ολύμπου. Προπορευόταν η Αφροδίτη -απαίτηση όλων- η οποία φορούσε ένα πανέμορφο μαγιό αντάξιο μιας θεάς, ακολουθούσε ο Ζευς μετά της συμβίας του και πιο πίσω έρχονταν, χαριτολογώντας και κουτσομπολεύοντας, οι υπόλοιποι θεοί με τα μπανιερά τους και τις σαγιονάρες στις τεράστιες πατούσες. Τελευταίος ο Ήφαιστος. Με τρία σάλτα, ένα σε κάθε χωριό έφταναν στην παραλία.
Καθ’ οδόν ο Δίας συνήθιζε να κάνει μια στάση στο αγαπημένο του χωριό, τον Πυργετό, αριστερά, όπως ανεβαίνουμε, της Φύλλας και να ακούει με πολύ ενδιαφέρον τα προβλήματα των κατοίκων. Δεχόταν μάλιστα και υπομνήματα με τα αιτήματά τους. Η Ήρα τον περίμενε υπομονετικά στη στροφή, κάτω απ’ τα βαθύσκιωτα πλατάνια, κοντά στο Μεριά. Ιδιαίτερη ικανοποίηση ένιωθε ο Δίας να μιλάει με τον προπροπροπροπάππο μου. Τον έκανε χάζι. Καθώς ήταν και κοντούλης, ένα και πενήντα πέντε, πολλές φορές τον σήκωνε στην παλάμη του για να ακούει καλλίτερα τα λεγόμενα του. Οι κάτοικοι τον καλημέριζαν κι ο παππούς μου τον ρωτούσε με όλο το θάρρος, πώς έχει η πολύτιμος υγεία του.
«Πώς πήγε φέτος η σοδειά μπάρμπα Αντώνη;» έλεγε ο Δίας. «Τα σιταρια, η βρίζα, ο σανός; Είχατε καλές τιμές;».
«Αν και τα ξέρεις σαν θεός που είσαι, εν τούτοις θα σου τα υπενθυμίσω», απαντούσε ο παππούς που είχε τελειώσει το Σχολαρχείο της Ραψάνης, υπήρξε μάλιστα και πρόεδρος του χωριού για τρεις τετραετίες. «Τον Ιούνιο, λόγω των καταρρακτωδών βροχών που έριξες, τα στάρια πλάγιασαν έτσι που ήταν δύσκολο να θεριστούν».
«Ε, καλά αυτό θα το διορθώσουμε του χρόνου».
«Το χαλάζι που μας έριξες τις προάλλες όταν είχες διαφορές με την Ήρα, χάλασε τα σταφύλια και φέτος δεν θα έχει κρασί ούτε για την αφεντιά σου. Να μην σου πω ότι δε θα έχει τροφή ούτε για τα χωριανόιδα…..
«Ας όψεται η ζηλότυπος γυνή παιδί μου», είπε σχεδόν απολογούμενος ο Δίας. Μου έφερε στο κεφάλι ένα τηγάνι μήκους 40 μέτρων και βάρους ενός τόνου. Ζαλίστηκα. Δεν ήξερα πού βρισκόμουν. Χρειάστηκε η άμεση επέμβαση του Ασκληπιού, συνεπικουρούμενου από τον αγροτικό γιατρό για να το ράψουν».
«Ε, κι αυτή…».
«Άσε παιδί μου άσε. Δεν ξέρεις τι τραβάω κάθε φορά που κοιτάω αλλού».
«Ε, κι εσύ..».
«Τέλος πάντων. Τι άλλα;».
«Να φέτος εκλέξαμε νέο πρόεδρο. Τον Ακτύπη».
«Το Γιαννάκη λες;» «Γνωστός και μη εξαιρετέος. Καλός;».
«Καλός φαίνεται. Αλλά είναι νωρίς ακόμα».
«Εκείνο όμως που δεν καταλαβαίνω μεγάλε Δία είναι (εδώ ο προπρο, κλπ παππούς μου κόμπιασε και ξερόβηξε ενώ οι χωριανοί ήρθαν πιο σιμά, κάνοντας κλοιό γύρω τους), είναι με τα ροδάκινα. Τα ’φαγαν πάλι οι χωματερές. Αφού τα πάμε στη χωματερή γιατί πρέπει να είναι καλλίτερα απ’ τα φαγώσιμα. Τα ελέγχουν ένα προς ένα. Εντολές της Συμμαχίας λέει. Παραμύθια όλα. Πέρυσι το δεκαπενταύγουστο που ήταν 4 μέρες αργία, είχαν σαπίσει πάνω στα δέντρα και στα καφάσια. Ένα σωρό μεροκάματα πλήρωσα και προκοπή καμία. Πού να βρίσκω κάθε φορά τόσα λεφτά; Μήπως έχω καμιά κάνουλα να την ανοίγω και να τραβώ όποτε θέλω; Τον κόπο μου που είμαι κολλημένος όλο το χρόνο σαν το τζιτζίκι πάνω στα δέντρα, να κλαδεύω, να ραντίζω, ποιος μου τον πληρώνει; Αυτά δεν τα γνωρίζουν οι κύριοι πιο πάνω που κάθονται φαρδιά πλατιά στις καρέκλες τους. Αποφασίζουν για μας χωρίς εμάς! Οι άσχετοι. Γι’ αυτό σου λέω, όποιος σκοτώνει αγρότη πάει στον παράδεισο. Καλό του κάνει».
«Θα την πατάξω τη Συμμαχία», είπε μεταξύ άλλων Γαλλικών ο νεφεληγερέτης.
«Ήδη στον κάμπο άρχισαν οι κινητοποιήσεις».συνέχισε ο παππούς.
«Απ’ όσο θυμάμαι τον εαυτό μου τα ίδια γίνονται. Πάντα αδικημένοι οι αγρότες».
Ο Δίας άστραψε και βρόντηξε. Κούνησε πέρα δώθε νευρικά το κεφάλι του, μα ευτυχώς δεν ολοκλήρωσε την προς τα δεξιά τελική κίνηση, με αποτέλεσμα να αποφευχθεί η δημιουργία ωστικού κύματος με απρόβλε-
πτες συνέπειες για το περιβάλλον.
«Και τι ζητάτε τώρα;».
«Τι να ζητήσουμε. Κατάργηση των χαρατσιών του ΕΝΦΙΑ, κατάργηση των τεκμηρίων, φορολογία σε κάθε πραγματικό εισόδημα, καμιά αύξηση στις ασφαλιστικές εισφορές του ΟΓΑ. Μείωση των ορίων συνταξιοδότησης στα εξήντα. Ζητάμε πολλά;».
« Θα το κοιτάξω το θέμα», είπε ο Ζευς. «Κι εσείς όμως δεν είστε εντάξει», συνέχισε και τους κοίταξε έναν έναν αυστηρά. «Άκουσα κάποιους υπαινιγμούς περί προσεγγίσεως της Όσσης. Αφού ξέρετε ότι είμαστε στα μαχαίρια μ’ αυτούς εκεί τους προλετάριους».
«Άμες δε γ’ εσόμεθα πολλώ κάρρονες», απάντησαν εν χορώ οι αγρότες.
«Ίδωμεν», είπε ο Δίας και πιάνοντας αλά μπρατσέτα την Ήρα που τον καρτερούσε υπομονετικά κάτω από τα σκιερά πλατάνια, πρόφτασαν τους άλλους και με μια δρασκελιά μπήκαν στα βαθιά νερά..