Του Απόστολου Ποντίκα, δάσκαλου, καθηγητή, πτυχ. Πολιτικών Επιστημών, σχολικού συμβούλου
Κι αρχή καλός μας χρόνος... Έρχεται ο νέος χρόνος για να γεμίσει την ψυχή μας με την ελπίδα πως κάτι καινούριο θα φανεί, κάτι καλύτερο από την περασμένη χρονιά. Πάντα η ίδια ανθρώπινη ανησυχία, η ίδια προσμονή. Η Πρωτοχρονιά, πρώτη ημέρα του νέου χρόνου, ημέρα γιορτής του Μ. Βασιλείου, γιορτάζεται στη χώρα μας με λαμπρότητα και τα έθιμα του λαού μας είναι πάμπολλα. Αρχίζει το γιόρτασμα ο λαός μας με τα πρωτοχρονιάτικα κάλαντα, τα οποία παλιότερα έψαλαν το βράδυ της παραμονής του Νέου Έτους, ενώ τα τελευταία χρόνια ψέλνονταν όλη την ημέρα της Πρωτοχρονιάς και της παραμονής.
Τα χαρμόσυνα αυτά τραγούδια που παραλλάζουν από τόπο σε τόπο, αλλά με βασικό νόημα, έχουν βαθιές ρίζες και συμβολισμούς. Αρκετά τραγούδια αναφέρονται στον Άγιο Βασίλειο και προσδίνουν σ’ αυτόν ορισμένες ιδιότητες.
«Αϊ Βασίλης έρχεται από την Καισαρεία
βαστάει πένα και χαρτί
χαρτί και καλαμάρι
με το ραβδί του ακούμπησε
να πει την αλφαβήτα».
Δηλαδή, ο Άγιος έρχεται από την Καισάρεια, όπου ήταν επίσκοπος στην περιοχή αυτή. Με την ιδιότητα του οδοιπόρου βαστά στα χέρια του ένα ραβδί. Ακουμπώντας μ’ αυτό τη γη για να πει την Αλφα-Βήτα, το κατάξερο ραβδί πετάει χλωρά κλαριά και φύλλα. «...Το ραβδί του ήταν ξερό, χλωρούς βλαστούς πετάει».
Ο συμβολισμός αυτός υπάρχει και στην Π. Διαθήκη, όπου ο Ααρών, αδελφός τού Μωυσή, για να εκλεγεί ανάμεσα στις 12 φυλές τού Ισραήλ αρχηγός, το ραβδί του πέταξε βλαστούς.
«... Και ιδού εβλάστησεν η ράβδος, η Ααρών και εξήνεγκεν βλαστόν και εξήνθησε άνθη και εβλάστησε Καρνα» (Αριθ. κεφ. 17).
Ένα άλλο τέτοιο φαινόμενο υπάρχει στους περσικούς πολέμους, όπου ο Ξέρξης πυρπόλησε την Ακρόπολη και κάηκε και η ελιά. Την επόμενη ημέρα το καμένο απομεινάρι «βλαστόν πηχυαίον» επέταξε.
Μια άλλη παραλλαγή θέλει να βλαστάνει χρυσό δέντρο εκεί που στάθηκε ο Χριστός «κι εκεί που στάθηκε ο Χριστός, χρυσό δέντρο φυτρώθη, κι εκεί που παραστάθηκε χρυσό κυπαρισσάκι». Εξάλλου ο Αϊ-Βασίλης παρουσιάζεται σαν μικρός μαθητής που κρατά πένα και χαρτί και πηγαίνει στο σχολείο «... Βασίλη μ’ πόθεν έρχεσαι και πούθε κατεβαίνεις; Από τη μάνα μ’ έρχομαι και στο σχολειό πηγαίνω». Ένα άλλο είδος τραγουδιού που υπήρχε στις ορεινές περιοχές του Ολύμπου, της Δυτικής Μακεδονίας, ήταν τα Σούρβα. Το έθιμο αυτό συναντήσαμε το 1978 και στον Έβρο να παίζεται από μαθητές, οι οποίοι κρατούσαν ένα ραβδί και τραγουδούσαν: «Σούρβα - Σούρβα, κι Αϊ-Βασίλη. Τι λαλάς, κυρ Βασίλη; Για τ’ αρνιά, για τα κατσίκια...».
Οι νοικοκυρές πρόσφεραν στα παιδιά γλυκίσματα, ξηρούς καρπούς και καλαμποκίσια πίτα, με τυρί παρασκευασμένη και χοιρινό λίπος. Ο αρχηγός της ομάδας έπρεπε να ρίξει στο τζάκι αλάτι και να ευχηθεί υγεία και καλή σοδειά στο νοικοκύρη.
Βέβαια η Πρωτοχρονιά, πέρασμα στο νέο χρόνο, είναι φυσικό να συνδέεται με συνήθειες που εξασφαλίζουν το καλό και την αποφυγή ενεργειών που μπορεί να σημαίνουν κακό για το χρόνο που έρχεται. Έτσι, η έννοια του ποδαρικού είναι πολύ σημαντική για τη λαϊκή Πρωτοχρονιά. Η αντίληψη για το καλόπιασμα του νέου έτους οδηγεί στην επίσκεψη στη βρύση, όπου έπαιρναν το «αμίλητο νερό» για να ραντίσουν το σπίτι και τα μέλη της οικογένειας. Στην Κρήτη το ποδαρικό έφερναν τα παιδιά, που έμπαιναν στο σπίτι και κάθονταν πάνω σε άσπρη πέτρα λέγοντας: «Κλου-κλου στα ορνίθια σας. Καλοχρονιά στα ρίφια σας, αρνιά και ρίφια θηλυκά και μουσκάρια αρσενικά...».
Ποικιλία αντιλήψεων, ενεργειών και πράξεων, απαντάται στη χώρα μας. Έτσι το καλόπιασμα των στοιχείων της φύσης, η εισαγωγή κλαδιών αειθαλών δένδρων στο σπίτι αποτελούν έθιμα «διαβατήρια» σε σημαντικά περάσματα και πανάρχαια κατάλοιπα λαϊκής λατρείας και δεισιδαιμονιών. Η βασιλόπιτα είναι το έθιμο με κοινή βάση, η οποία συνδέεται με τον Άγιο Βασίλειο και παρασκευάζεται με διαφορετικό τρόπο από τόπο σε τόπο. Εκτός από το νόμισμα, τοποθετούσαν και άλλα είδη, όπως ξύλο από κλίμα, κομμάτι σταχυού κ.λπ., ανάλογα με το επάγγελμα των μελών της οικογένειας. Η βασιλόπιτα είχε πάντα τον κοινωνικό-ενωτικό χαρακτήρα, καθώς μάζευε γύρω από το πρωτοχρονιάτικο τραπέζι τα μέλη της οικογένειας.
Ένα άλλο συνηθισμένο έθιμο είναι η «χαρτοπαιξία», που αποδίδεται στον Αϊ-Βασίλη με το εξής περιστατικό. Όταν ο φορατζής του αυτοκράτορα επισκέφτηκε την Καισάρεια για να εισπράξει τους φόρους από τους κατοίκους, ο Άγιος Βασίλειος κάλεσε το φορατζή στο σπίτι του για να του κάνει το «τραπέζι». Αφού τελείωσε το φαγοπότι, του πρότεινε να παίξουν και κανένα χαρτάκι, με τη συμφωνία αν χάσει να μην εισπράξει τους φόρους και αν χάσει ο Άγιος να του δοθούν διπλάσιοι φόροι. Ο Άγιος κέρδισε και έτσι το ποίμνιο του Επισκόπου απαλλάχτηκε από τη βαριά φορολογία.
Ένα άλλο σημαντικό έθιμο την ημέρα της Πρωτοχρονιάς ήταν οι μεταμφιέσεις των νέων ανθρώπων σε ορεινές αγροτικές περιοχές. Σήμερα οι πολιτιστικοί σύλλογοι ξέθαψαν το έθιμο αυτό και το πραγματοποιούν με την ονομασία τα ρογκατσάρια, μπουμπουτσάρια κ.λπ. Οι νέοι πριν από ένα μήνα γύριζαν στα σοκάκια των χωριών και αρματωμένοι με κουδούνες και κυπριά δημιουργούσαν μια χαρούμενη εικόνα, προαγγέλλοντας έτσι τον ερχομό του Αϊ-Βασίλη. Ετοίμαζαν τις στολές, τις μάσκες και όλα τα εξαρτήματα της μεταμφίεσης. Την ημέρα της Πρωτοχρονιάς ντύνονταν και μετέβαιναν στην αυλή της εκκλησίας, όπου περίμεναν να τελειώσει η θεία λειτουργία, η οποία, ως γνωστόν, την ημέρα αυτή είναι του Μ. Βασιλείου και όχι του Ι. Χρυσοστόμου.
Οι μεταμφιέσεις ήταν πολλών ειδών: γύφτοι, αρκουδιάρηδες, γιατροί, χωροφύλακες, ληστές, γέροντες, κλέφτες, παπάδες κ.λπ. Η ομάδα που αποσπούσε τα χειροκροτήματα και προκαλούσε το ενδιαφέρον ήταν ο γαμπρός και η νύφη, που πλαισιώνονταν από ασκεπείς φουστανελοφόρους με τον «γκουγκουάτο», δηλαδή τον αρματωμένο με κουδούνια και κυπριά και τους συλλέκτες των δώρων που έδινε κάθε οικογένεια. Η ομάδα αυτή, αφού τελείωνε η θεία λειτουργία με τον παπά της εκκλησίας έσερνε το χορό και στη συνέχεια ορμούσε στα σπίτια, όπου οι νοικοκυρές έδιναν χρήματα, χοιρινό κρέας και λουκάνικα. Το βράδυ όλοι οι μεταμφιεσμένοι μαζεύονταν στην κεντρική πλατεία του χωριού, όπου στηνόταν πραγματικό γλέντι, στο οποίο μετείχε όλο το χωριό. Έψηναν χοιρινό κρέας, λουκάνικα και έπιναν άφθονο κρασί. Τα χρήματα που συγκέντρωνε η ομάδα της νύφης και του γαμπρού μοιράζονταν σε φτωχές οικογένειες και ενίσχυαν και το σχολικό ταμείο.
Βέβαια, σήμερα τα παραδοσιακά αυτά γλέντια και έθιμα σχεδόν έχουν χαθεί μέσα στο διάβα τής καταναλωτικής κοινωνίας. Σήμερα στη βιομηχανική καταναλωτική κοινωνία τον πρώτο λόγο έχουν τα κέντρα διασκέδασης και το πρωτοχρονιάτικο τραπέζι έχει ατονήσει πια.