Τις Άγιες ημέρες των Χριστουγέννων οι Λαρισαίοι τις περιμένουν με χαρά, όχι μόνον για να ασκήσουν τα θρησκευτικά τους καθήκοντα σαν καλοί Χριστιανοί, στους ναούς της πόλης πηγαίνοντας και παρακολουθώντας με ευλάβεια και ταπεινότητα τις ωραίες Θείες λειτουργίες των ημερών αυτών, αλλά και γιατί ήταν μια ευκαιρία γι' αυτούς να ξεκουραστούν από τις σκληρές, βαρετές και φθοροποιές τότε δουλειές, να ξεσκάσουν και διασκεδάσουν.
Οι Λαρισαίοι γλεντούσαν ποικιλότροπα. Γλεντούσαν διοργανώνοντας τα «Τσάια», που ήταν συγκεντρώσεις στα σπίτια συγγενών και φίλων, στους οποίους προσφέρονταν το απαραίτητο βέβαια τέιον, συνοδεία με τα παντός είδους βουτήματα, κέικ, κουλουράκια, κουραμπιέδες, σοκολατάκια, μπακλαβάδες, καταΐφια και τα «επίκαιρα» για τις ημέρες αυτές μελομακάρονα για τους επιμένοντας όμως στη νηστεία προσφέρονταν, τι άλλο από χαλβά ταχίνι.
Συνέχιζαν με διάφορα ποτά και ακολουθούσαν χοροί, ευρωπαϊκοί κυρίως, και αν υπήρχε μεγάλο κέφι και κανένας δημοτικός, με μουσική από τα γραμμόφωνα, που τότε ήταν του συρμού και για όσους το είχαν στο σπίτι τους θεωρούνταν είδος πολυτελείας. Για όσα σπίτια δεν διέθεταν την πολυτέλεια αυτή, παρακαλούνταν, αυτού ο προσκεκλημένος που είχε, να το φέρει στη συγκέντρωση. Βλέπετε για πολλούς τα χρόνια εκείνα, τα χωρίς άγχος, ήταν δύσκολα. Τα λεφτά ήταν λίγα και τα είχαν λίγοι και στο σύνολο όχι μόνον οικονόμοι αλλά τσιγκούνηδες.
Από τους ευρωπαϊκούς χορούς, που ήταν και αυτοί της μόδας τότε, χόρευαν φοξ - τροτ, καντρίλιες, ταγκό, βάλς, βάλς εξιτασιόν και μπλουζ, εκείνοι δε οι χορευτές που είχαν διδαχθεί χορό από τον δάσκαλο Μουσίκο, (έτσι έλεγαν τον Μωυσή Ισχινατζή) που έμαθε το χορό σε δύο γενεές Λαρισαίων, χόρευαν τους πιο μοντέρνους, για την εποχή εκείνη χορούς φλωρίτα, παριζιέν, τσάρλιστον, κακάο και χούπα - χούπα, για την ικανότητά τους δε αυτή εισέπρατταν τον θαυμασμό και τα χειροκροτήματα της παρέας και ιδίως των γυναικών.
Σε πολλά σπίτια εύπορων οικογενειών και προς το τέλος του γλεντιού, όσοι κρατούσαν, συνέχιζαν παίζοντες πόκερ, πόκα, μπακαρά και στα κρυφά βέβαια ρουλέτα. Πολύ στη μόδα άλλωστε ήταν τα λιτότερα φαγοπότια όπως το ούζο προλοντζέ (το προλοντζέ απρέ μιντί) για τους γαλλόφωνους, όπως και τα ζουρ - φιξ.
Τα ποτά που προτιμούσαν οι Λαρισαίοι στα γλέντια τους ήταν τα κρασιά και μαύρα και για τους μοντέρνους, τους σνομπ της εποχής, βερμούτ, κονιάκ, διάφορα λικέρ και ιδίως πίπερμαν, γιατί το ουίσκι τότε αυτοί που το έπιναν μετριώνταν στα δάχτυλα του χεριού ήταν άλλωστε ακριβά.
Επίσης οι Λαρισαίοι τις Άγιες αυτές ημέρες γλεντούσαν στα διάφορα τότε κέντρα διασκέδασης, καφεζαχαροπλαστεία και καφενεία, που διέθεταν μεγάλη αίθουσα, μουσική, τραγουδιστές, ντιζέζ και που πολλές φορές παρουσίαζαν και διάφορα νούμερα. Τέτοια κέντρα ήταν στην κεντρική μας πλατεία το Πανελλήνιον, αργότερα Ντορέ, το Παλλάδιον, το Βασιλικόν, (που ήταν στη γωνία σήμερα Α' ΔΟΥ), ο Παράδεισος, ο Νέος Κόσμος και η Λέσχη Ασλάνη (ήδη Στρατιωτική), με τις πολυτελείς αίθουσες, με τα βιεννέζικα έπιπλα, τα περσικά χαλιά και τους πολύτιμους πολυελαίους.
Εκεί όμως που ξεφάντωναν, πίνοντας και χορεύοντας, ήταν τα κέντρα διασκέδασης, εξοχικά, όπως τα έλεγαν τότε, όπως τα παλαιότερα Αλκαζάρ, Άνω Φρούριο, Κάτω Φρούριο, ο Κήπος Χαλήμαγα, στην πλατεία τότε Ανακτόρων (Ωδείον), αλλά και τα νεώτερα Όασις, Φάληρον, Καρύδειον, Μπαρ - Σεκ, Μοκάμπο και τόσα άλλα.
Οι τότε Λαρισαίοι γλεντζέδες και ξενύχτηδες, που όπως έγραφαν πολλές φορές οι εφημερίδες, συναγωνίζονταν ακόμα και τους Αθηναίους, σε όλες τις συγκεντρώσεις ήταν ντυμένοι άψογα μαύρο κοστούμι, σμόκιν, παπιγιόν κ.λπ., το χειμώνα, και άσπρα κουστούμια, ή άσπρο παντελόνι και μπλε σακκάκι, με το απαραίτητο ασπρόμαυρο παπούτσι, το καλοκαίρι. Αν πεις δε για τις γυναίκες, αυτές διακρίνονταν για τις πανέμορφες σικάτες τουαλέτες, τα θαυμάσια καπέλα, που κι αυτά ήταν πολύ στη μόδα τότε και γενικά για το στητό και μοντέρνο ντύσιμό τους, γιατί οι γυναίκες της Λάρισας ήταν φανατικές υποστηρίκτριες της μόδας, την οποία παρακολουθούσαν και ντυνόταν από τα καλύτερα φιγουρίνια και για αυτό η Λάρισα είχε πάρα πολλές μοδίστες και καπελούδες.
Σε επιβεβαίωση των ανωτέρω παραθέτω μια περιγραφή χορού του 1908: «Η εφημερίδα «ΜΙΚΡΑ», παρακολουθήσασα εν αδιαπτώτω ζωήτητι διεξαχθέντα χορόν συγχαίρει τας κυρίας Κουτσίνα, Σηλυβρίδου και Βασιλοπούλου ελληνοπρεπέστατα χορεύουσας ελληνικούς χορούς, την Φωφώ Ιατρίδου ως άλλην Άρτεμιν, με πολύτιμον και θαυμάσιον περιλαίμιον, την υπέροχον εις κομψότητα και χάρη Πατσουρίδου με την κατάλευκον τουαλέττα της, την σεμνοπρεπή Ειρήνην Ιατρού με το απλούν λευκό ένδυμά της, την χαριτωμένη Ελισάβετ Βλάχου, με το υποκύανον και ταντελοσκεπές φόρεμά της, τας σεμνοπρεπώς ενδεδυμένας, ελαφρώς δε χορευούσας κυρίας, τας πλήρεις χάριτος και κομψότητος άλλας κυρίας, την αριστοκράτιδα Ασλάνη, την αγγελόμορφη Καζαντζή, τας κομψότατα ενδειδυμένας... Δεν έλειψαν δε και αι συνήθεις καραμπόλες μερικών κυρίων, οι οποίοι καλά θα κάνουν πρώτον να χορεύσουν και έπειτα να μας παρουσιάζονται ως χορευταί». 1910: «Το τσάι άρχισεν ήδη πυκνότατα προσφερόμενον εις τα ζουρ - Σουαρ, όπως ονόμασαν τώρα οι Αθηναίοι τα apres midi prolonges όχι πλέον με λεμόνι, αλλά με απόσταγμα κίτρου». 1928: «Ζούρ Φίξ στη Λαρισαϊκή Λέσχη» 1930: «Χθές ούζον προλονζέ παρά της κυρίας Αρσενίδου, κόσμος πολύς, γνωστός και κοσμικός. Τουαλέττες θαυμάσιες, στύλ υπέροχα και κέφι απερίγραπτον».
Τέτοια δημοσιεύματα για τα γλέντια των τότε Λαρισαίων και ιδίως για τους χορούς τους φιλανθρωπικούς, που έκαναν τα διάφορα σωματεία τις ημέρες των Χριστουγέννων, είναι γεμάτες οι εφημερίδες της εποχής, γιατί τα χρόνια εκείνα, μπορεί να μην ήταν καλύτερα από σήμερα, αλλά ήταν ξένοιαστα, χωρίς το άγχος, που ταλαιπωρεί σήμερα όλους μας, πιο γελαστά και με την «καλημέρα» στο διπλανό του, στον ξένον, στον άλλον, ενώ σήμερα δυστυχώς βρισκόμαστε, καθόμαστε, βαδίζουμε ο ένας δίπλα στον άλλον και ανεβοκατεβαίνουμε από το πρωί μέχρι το βράδυ στα ασανσέρ με κρεμασμένα κεφάλια, χωρίς να κοιτάζει ο ένας τον άλλον σαν τα πρόβατα που σταλιάζουν χωρίς ένα «γειά σου», χωρίς μια «καλημέρα», χωρίς όπως τώρα στις γιορτές τα Καλά Χριστούγεννα. Ευτυχές το νέον έτος 2009.
Γιώργος Ζιαζιάς