Του Νικολάου Ν. Τσιβούλη, ιατρού – ομοιοπαθητικού
Το γενικότερο τοπίο είναι παγκόσμια θολό. Ο πλανήτης κυβερνάται από έναν άνθρωπο που το ηθικό, μορφωτικό και πνευματικό του ανάστημα δεν υπερβαίνει εκείνο τού νάνου. Η χώρα του εξέθρεψε τρομοκρατία και τρομοκράτες (βλέπε Μπιν Λάντεν), ενώ ο ίδιος διατελεί σε αναζήτηση της περιπέτειας σε οιοδήποτε σημείο τής υδρογείου. Ίδωμεν πώς θα ξεμπλέξει ο διάδοχός του.
Η οικονομική κρίση που ξεκίνησε και πάλι υπερατλαντικά με αφετηρία την απληστία τού ίδιου τού καπιταλιστικού συστήματος εξελίσσεται σε μαύρη τρύπα. Και δυστυχώς δεν υπάρχει πλέον –ισμός στον οποίο μπορούμε να βασιστούμε. Ο –ισμός τού Στάλιν και του Μάο στην προσπάθεια δημιουργίας μεγάλων οραμάτων έστειλε στον άλλο κόσμο περίπου 20 και 80 εκατομμύρια ψυχές αντίστοιχα, ενώ ο άλλος –ισμός που ζούμε σήμερα βυθίζει σε μιζέρια και φτώχεια και σε οικολογική απόγνωση τον πλανήτη. Παρόμοια άποψη για τους δύο –ισμούς είχε εκφράσει ακόμη και ο προηγούμενος Πάπας.
Αν εστιάσουμε όμως στη μεσογειακή μας κουκίδα τα πράγματα είναι ζοφερότερα. Αν δεχθούμε τη θλιβερότητα ότι δυστυχώς η χώρα μας βρίσκεται στην κορυφή τής πρωτιάς σε ό,τι αφορά το κάθε αρνητικό μέγεθος (κάπνισμα, παχυσαρκία, αλκοόλ, τροχαίους θανάτους, κοινωνική θρασύτητα, ρατσισμό, κλπ. κ.λπ.) θα προσθέσουμε και άλλο ένα που συνέβη την προηγούμενη Πέμπτη στις Βρυξέλλες. Εκεί δυστυχώς ο κ. Καραμανλής –τον οποίο μέχρι τότε όλοι οι Ευρωπαίοι συνάδελφοί του αγνοούσαν - έγινε ζοφερά διάσημος.
Του εξέφραζαν ομοθυμαδόν τους φόβους τους για τσουνάμι αντιδράσεων στις χώρες τους από τις ταραχές που ξέσπασαν στη δική μας. Ούτε λόγος βέβαια για προώθηση των ελληνικών θέσεων για θέματα που επρόκειτο να συζητηθούν.
Κανένας απολύτως δείκτης δεν είναι καλύτερος από εκείνους που ο πρωθυπουργός παρέλαβε το έτος 2000. Υπάρχει κανείς να πιστεύει τώρα τις υποσχέσεις του ότι θα «επανιδρύσω το κράτος», «θα διαπραγματευθώ μόνος μου τις αγροτικές τιμές στις Βρυξέλλες», «θα εξαλείψω τη διαφθορά», «θα πατάξω την ακρίβεια»... Πολλά «θα»...
Διέψευσε όλες τις ελπίδες που είχαν επενδυθεί επάνω του διατελώντας σε παρατεταμένο οργασμό ναρκισσισμού και αυταρέσκειας που του δημιουργούσε το προβάδισμα των δημοσκοπήσεων επί χρόνια, ενώ μόλις αυτές αναστράφηκαν τότε θυμήθηκε τις παροχές με συχνές, και πυκνές εξορμήσεις εκτός Ραφήνας που φέρουν άρωμα προεκλογικό...
Η πολιτική που ασκείται από τον πρωθυπουργό είναι πολιτική δειλίας, ατολμίας και αναποφασιστικότητας. Ο κ. Καραμανλής είναι τολμηρός, δεινός και πληθωρικός μονάχα στη ρητορική του. Πρωθυπουργό που την επομένη των καταστροφών να δηλώνει για τους ταραξίες «Εγώ πληρώνω και αφήστε τους να κάνουν ό,τι θέλουν» πρώτη φορά συναντούμε. Ιδιότητες της αστυνομίας του τύπου «αμυνόμενη αστυνομία» και «αστυνομία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων» συνιστούν επινοήσεις τής σε αχρηστίαν περιπεσούσης κυβερνήσεως του κ. Καραμανλή.
Ουδέποτε ο πρωθυπουργός μας έθεσε κάποιον εθνικό στόχο. Και η έλλειψή του σε συνδυασμό με τη γενικευμένη διαφθορά που έχει πλήξει τον τόπο συνιστούν το ευνοϊκότερο εκκολαπτήριο για συνθήκες αναταραχής όπως τις βιώσαμε πρόσφατα.
Αρκούσε η θρυαλλίδα που την άναψε ένας ανεύθυνος, ανώριμος ένστολος και σαν να μη αρκούσε αυτό, το ήδη εύθραυστο κλίμα αναμπουμπούλας ηλεκτρίζεται ακόμη περισσότερο από τις θρασείες δηλώσεις τόσο του ίδιου όσο και ενός επιδειξία, ανόητου, ανώριμου δικηγόρου που για να επιπλεύσει μέσα από τα υπαρξιακά του αδιέξοδα δεν διστάζει να ξανανάψει το φυτίλι για να ξαναδούμε και πάλι τα τσακάλια τού πλιάτσικου να λυμαίνονται ολάκερη την Ελλάδα και να παραλύει ο κρατικός μηχανισμός.
Σε ό,τι αφορά στα τσακάλια τού πλιάτσικου, αυτοί πλιατσικολόγησαν λιανικά τα όσα οι «Άγιοι Πατέρες» μας πλιατσικολόγησαν χονδρικά και με υπεραξίες δισεκατομυρίων αφού παραβλέποντας την ακτημοσύνη ως προϋπόθεση του μοναχικού βίου μετατράπηκαν σε χρυσοδάκτυλους, ατσίδες και κομπιναδόρους καλόγερους που έπεσαν σαν τις ακρίδες στο ψητό, αφού έτσι κι αλλοιώς κάποιοι κάποια γραμμάτια ώφειλαν να τους εξαργυρώσουν.
Ρέπουν μήπως στην υπερβολή όσοι χρησιμοποιούν όρους όπως Αγιατολάχ Χριστόδουλο και Αγιατολάχ Ανθιμο ή απηχεί τελικά την πραγματικότητα; Θυμόμαστε ή όχι τον πρώτο να εξοστρακίζει ουσιαστικά τον υπουργό Παιδείας και Εξωτερικών; Τον θυμόμαστε ή όχι να μετατρέπει τις εκκλησίες σε εκλογικά κέντρα και να σέρνει τον πρωθυπουργό από τη μύτη με κινηματογραφική συνοδεία για να ψηφίζει υπέρ της αναγραφής τού θρησκεύματος στις ταυτότητες; Είδαμε πουθενά αλλού στην Ευρώπη τέτοια παπαδοκρατία ή πατσίζονταν μήπως κάποιες αμφίδρομες οφειλές;
Σηματοδοτεί υπανάπτυξη ή όχι το ότι οι κληρικοί έχουν τον πρώτο λόγο σε κάθε είδους κοινωνικό και πολιτικό θέμα που προκύπτει καταλαμβάνοντας τα τηλεοπτικά προσκήνια; Το όλο σκηνικό παραπέμπει ή όχι σε τριτοκοσμικό υπανάπτυκτο κράτος και σε πολίτευμα Μουλάδων; Υπάρχει υπεύθυνη κυβέρνηση για να χειρίζεται το Σκοπιανό ή σωστά έγινε και μπήκε υπό την προστασία του ράσου; Τελικά χρειάζεται και πολλή σκέψη για απαγκίστρωση του κράτους από την Εκκλησία;
Και για να επιστρέψουμε στην εκλεγμένη κυβέρνηση δεν είναι κυνισμός η προσπάθεια συγκάλυψης των σκανδάλων Siemens, Ζαχοπούλου, Βατοπαιδίου, Βουλγαράκη, Ρουσόπουλου -έτσι για να θυμηθούμε μερικά- με κάθε κόστος;
Ποιον μπορεί να παραδειγματίσει η κυβέρνησή μας όταν οι ίδιοι της οι υπουργοί συστήνουν για τους εαυτούς τους εταιρίες off shore; Απ’ όσο ξέρω αυτές τις στήνουν οι φοροφυγάδες και όσοι ασχολούνται με το ξέπλυμα βρόμικου χρήματος. Πώς λοιπόν μπορεί να πείσει ένας υπουργός να γίνουμε νομοταγείς φορολογούμενοι όταν εκείνος είναι ο πρώτος διδάξας την αχρειότητα ;
Είμαστε ή όχι κράτος και λαός υπανάπτυκτων ανωρίμων ατόμων που ανεχόμαστε όλη την κατάντια; Δεν είναι κοινωνική υπανάπτυξη να εμμένουμε επί δεκαετίες ως σύνολο σε κομματικά στερεότυπα και να ατενίζουμε το μέλλον με προπερσινή ιδεοληψία; Γιατί η φοβερή αδράνεια κομματικής μετακίνησης τη στιγμή που δεν υφίστανται πλέον σαφείς διαχωριστικές γραμμές μεταξύ τους; Μόνον τα τούβλα μένουν ακίνητα. Όλα τα άλλα κινούνται.
Με βαθιά οδύνη διαπιστώνεται ότι φταίμε πρώτα εμείς διότι οι κυβερνώντες είναι η φτυστή εικόνα ενός λαού απαίδευτου, αφιλότιμου, τζαμπατζήδων, ασυγκρότητων, ωχαδερφιστών, απειθάρχητων, θρασύτατων, κακομαθημένων, ανεύθυνων, ξερολιστών και παράνομων.
Το απλούστερο παράδειγμα για τη στοιχειοθέτηση των όσων αναφέρω είναι η απροθυμία μέχρις εσχάτων τού περιορισμού τής καπνιστικής συνήθειας σε αυτή τη χώρα, πράγμα που σε όλη την υδρόγειο θεωρείται αυτονόητο. Κανένας σεβασμός για την υγεία τού διπλανού μας από πλευράς τής καπνιστιστικής πλειοψηφίας. Φασιστική συμπεριφορά σε όλο της το μεγαλείο. Είμαστε ο μοναδικός λαός που γνώρισα που απαιτεί να θέλει να τρέφεται με ψέματα. Το τελευταίο το γνωρίζω καλύτερα από προσωπική πείρα. Ουαί και αλοίμονο να πώ σε ασθενή μου ότι πάσχει από καρκίνο...
Να δούμε λίγο την παιδεία; Ας πάμε! Ο ορισμός λοιπόν του καθηγητή πανεπιστημίου κατά την ταπεινόφρονη άποψή μου είναι ότι πρόκειται για κάποιον που διαρκώς και συνεχώς λάμπει διά της απουσίας του... αλλά τρέχει και ιδροκωπάει πίσω από τα κονδύλια της Ε.Ε. για να εξασφαλίσει δεύτερο και τρίτο μισθό κ.ο.κ., άλλοτε δε αποδεικνύονται τόσο ζηλώδεις λεβέντες στη σχετική τους προσπάθεια που καταλήγουν και στα σίδερα της φυλακής υπό μορφήν πρυτάνεων με χειροπέδες. Λιγοστοί εκείνοι που κατά το πρότυπο του συντοπίτη μας πρύτανη κοσμούν τα Α.Ε.Ι., ενώ σωρεία αποτελούν εκείνοι που καταλαμβάνουν τις σχετικές θέσεις κληρονομικώ δικαίω από παππού και πατέρα.
Το Υπουργείο Παιδείας κυριολεκτικά και απ’ όσο θυμάμαι τον εαυτό μου κυριοκρατείται από εκείνους που καθορίζουν τη διαιώνιση του φροντιστηριακού «θεσμού» απαξιώνοντας σε βαθμό απόλυτο τα σχολειά που υποχρεούνται να παρέχουν τα εφόδια για την τρίτη βαθμίδα. Το κράτος ουσιαστικά παραδέχεται την αχρηστία του. Και ενόψει του ληστρικού «θεσμού» των φροντιστηρίων -κατά τα λοιπά άγνωστος στην Ευρώπη- που αφαιμάζουν κυριολεκτικά την κάθε οικογένεια, ουδέποτε κατάλαβα το λόγο απαγόρευσης Ιδιωτικών πανεπιστημίων. Μήπως θα είναι και πάλι αργά για εμάς όταν τέτοια θα φυτρώνουν σαν μανιτάρια στη Βουλγαρία και στα Σκόπια; Μήπως ήδη αργήσαμε και δυσφορούμε υποχρεούμενοι με το στανιό να αναγνωρίζουμε τίτλους σπουδών ιδρυμάτων αμφίβολης ποιοτικής αξίας;
Στη σημερινή κατάσταση των πραγμάτων τα δύο μεγάλα κόμματα έχουν ήδη εξαντλήσει τις δυνατότητές τους. Μονάχα δύο ακραίες προοπτικές βλέπω. Να συγκυβερνήσουν για να προβούν στις αυτονόητες για τη λοιπή Ευρώπη αλλαγές, όπως λ.χ. στην άρση της δημοσιοϋπαλληλικής μονιμότητας μαζί με άλλες τέτοιες οι συνέπειες των οποίων μαστίζουν τη χώρα μας και μάλιστα με μηδενικό πολιτικό κόστος που και οι δυο τους επί δεκαετίες το τρέμουν. Η δεύτερη και φαντασιωτική είναι να «αναβαπτισθούν» και να αναγεννηθούν ηθικά και πνευματικά ως εκ θαύματος. Επειδή όμως τέτοιο θαύμα δύσκολο φαντάζει, θεωρώ τη συγκυβέρνηση εφικτότερη.
Τότε βλέπω να συνεννοούμαστε επιτέλους και μεταξύ μας για θέματα από αστεία όπως το ωράριο εργασίας μέχρι και τα μείζονα εθνικά μας. Τότε το βλέπω να συνθέτονται οι απόψεις γύρω από το πολυσυζητημένο πανεπιστημιακό άσυλο που εξελίσσεται σε νόμιμο καταστροφικό παραλήρημα ατόμων που δρουν δίκην αγέλης νομίμως οπλοφορούσης και σαν το λίβα πάνω στα σπαρτά.
Και μετά λόγου γνώσεως θεωρώ ότι χωρίς το μίνιμουμ της συνεννόησης μεταξύ των μεγαλύτερων πολιτικών δυνάμεων κανείς δεν θα μας γλιτώσει από τις «επαναστατικές εξεγέρσεις των Νέων» που χωρίς άλλο έχουν δίκιο όταν νιώθουν να τους κλέβουν τη ζωή αντί πινακίου φακής των 700 ευρώ.
Να φροντίσουμε λοιπόν ώστε ουδείς να αποδειχθεί αυτοδύναμος. Οφείλουμε να τους επιβάλουμε συγκυβέρνηση. Όχι συγκυβέρνηση μεγάλου και μικρού κόμματος. Διότι αυτό είναι εκ του πονηρού και σημαίνει άρνηση αλλαγής πλεύσης και συνέχιση της εξαχρείωσης. Συγκατοίκηση των δύο μεγάλων κομμάτων είναι το ζητούμενο. Και τότε και αν εκπληρώσουν τα αυτονόητα μόνον τότε θα έχουν στοιχειωδώς εκπληρώσει τον σκοπό τον οποίο εκλήθηκαν να υπηρετήσουν, όπως και το πολιτικό τους μέλλον.