Θαυμάζω μια σκηνή στην αριστουργηματική ταινία «Ο Eπιστάτης Σάνσο» του Ιάπωνα σκηνοθέτη Κένζι Μιζογκούτσι (Kenji Mizoguchi) που δείχνει το χωρισμό ενός πατέρα απ΄ το γιο του , στην αρχαία Ιαπωνία. Διαβάστε τα λόγια που λέει ο πατέρας προς το γιο του την ώρα του αποχωρισμού:
(Ο πατέρας, ένας άρχοντας σε κάποια επαρχία της Ιαπωνίας, στέλνεται στην εξορία, γιατί για να προστατέψει τους φτωχούς, αρνήθηκε να δώσει ρύζι και στρατιώτες στον αυτοκράτορα):
«Ο άνθρωπος που δεν έχει οίκτο, δεν είναι άνθρωπος. Να είσαι σκληρός με τον εαυτό σου και επιεικής με τους άλλους. Όλοι οι άνθρωποι είναι ίσοι. Έχουν δικαίωμα στην ευτυχία. (Του δίνει ένα αγαλματάκι του Βούδα). Αυτό είναι το κειμήλιο της οικογένειάς μας. Ο Θεός του ελέους είναι σαν την ψυχή μου. Κράτα το για να με θυμάσαι. Θα ξαναϊδωθούμε ίσως. Να ελπίζεις και να ζεις θαρραλέα».
Καθένας από μας, όχι μόνο όσοι είμαστε πατέρες, μπορεί και πρέπει να αναρωτηθεί όσον αφορά στις τελευταίες εκδηλώσεις μαζικής βίας των νέων: «Θα έστελνα το παιδί μου να λάβει μέρος σε τέτοιες εκδηλώσεις; Κι αν το έστελνα δεν θα σκεφτόμουν ότι η συμμετοχή του στη βία είναι επικίνδυνη, τόσο για το ίδιο το παιδί μου, όσο και για τους άλλους;».
Εγώ προσωπικά θα το σκεφτόμουν και θα ανησυχούσα. Δεν θα συμφωνούσα με αυτούς που παροτρύνουν τα παιδιά του κόσμου να μετέχουν σε εκδηλώσεις βίας. Θα ύψωνα τη φωνή μου προς αυτούς για να διαμαρτυρηθώ, ότι ενεργούν χωρίς ευθύνη και χωρίς ωριμότητα σκέψης. Θα τους έλεγα ότι ενεργούν εντελώς επιπόλαια και απερίσκεπτα ή είναι δέσμιοι των συμφερόντων τους και δεν μπορούν να δουν την αλήθεια.
Όταν σκέφτεσαι ως πατέρας προς τέκνα, η σκέψη σου δεν είναι του μυαλού, που υπολογίζει σαν μια μηχανή, τι έχω να κερδίσω ή τι έχω να χάσω. Είναι ξεχείλισμα της καρδιάς σου, γιατί ο νους κατεβαίνει στην καρδιά . Η καρδιά είναι το κέντρο όλων των δυνάμεων του ανθρώπου. Όταν ο νους κατεβαίνει στην καρδιά, τότε ο άνθρωπος φτάνει στην ολοκλήρωση, γίνεται ώριμος και υπεύθυνος και δεν είναι απλώς ένας ψυχρός υπολογιστής και τίποτε άλλο.
Θα μου πείτε οι αρχαίοι αγαπούσαν την πατρίδα τους περισσότερο απ΄ τα παιδιά τους και τα έστελναν να πεθάνουν για την πατρίδα. Και η στρατιωτική θητεία των Σπαρτιατών για την αγάπη της πατρίδας διαρκούσε 65 χρόνια! Το ερώτημα είναι: Αυτό το παράδειγμα μιμούνται εκείνοι απ΄ τους σημερινούς πολιτικούς που ενθαρρύνουν τη βία των νέων; Η φιλοπατρία είναι το κίνητρο των πολιτικών αυτών; Δεν νομίζω ότι το πιστεύει κανείς ούτε και οι ίδιοι.
Η πλειονότητα των πολιτών δεν έχουν καλή ιδέα για την πολιτική.
Οι λόγοι είναι πολλοί. Ένας από αυτούς είναι και η υποκρισία η οποία δυστυχώς δεν είναι «προτέρημα» μόνο των πολιτικών , αλλά και ημών των πολιτών, όταν ψηφίζουμε με γνώμονα το προσωπικό μας συμφέρον. Αν και το κυνήγι του συμφέροντος αποβαίνει τελικά υπέρ του κοινωνικού συνόλου, γιατί αν δεν ήταν κι αυτό σαν μια εκτόνωση, θα υπήρχε ακόμα μεγαλύτερη βία από αυτήν που υπάρχει.
Με τι θα ασχολούνταν όλη τη μέρα και τη νύχτα αυτός ο κόσμος, αν δεν κυνηγούσε το συμφέρον του; Δείτε τη βία που εκδηλώνεται, όταν ο κόσμος δεν ασχολείται με το κυνήγι του συμφέροντος. Δεν έχουμε μάθει να διατηρούμε καλές σχέσεις με τον εαυτό μας. Φοβούμαστε το παρελθόν μας και τις αναμνήσεις που μας καταδιώκουν. Αυτός είναι ο λόγος που αποφεύγουμε τον εαυτό μας με χίλιες προφάσεις.
Υπάρχει μια παροιμία που λέει «Ωραίο κι αν συμβεί. Ωραίο κι αν δεν συμβεί»,
που ισχύει όμως μόνο για το καλό, μόνο για τις καλές προσδοκίες. Είναι μια παροιμία που εκφράζει τη φιλοσοφία της αποδοχής. Είναι ανατολίτικη παροιμία, γιατί η Ανατολή είναι γεμάτη προσδοκίες και διαψεύσεις. «Ωραίο κι αν συμβεί. Ωραίο κι αν δεν συμβεί».
Αν έτσι σκέφτεται κανείς για τις προσδοκίες του σκέφτεται κατά μία άποψη σωστά. Το να σκέφτεται όμως ότι με τη συμπεριφορά του είναι ενδεχόμενο να διαπράξει έγκλημα και να το αποδέχεται, αυτό στην ποινική επιστήμη αποτελεί μια βαριά μορφή υπαιτιότητας, ο λεγόμενος «ενδεχόμενος δόλος», που αν δεν με απατάει η μνήμη μου, δεν διαφέρει από την πρόθεση, παρά μόνο ως προς την επιμέτρηση της ποινής.
Αν δεν μ’ αρέσει η ωριμότητα, δεν μ’ αρέσει και θέλω να αφήνομαι να με παρασύρουν οι επιθυμίες μου και οι ορέξεις μου και να μην ξέρω πού βρίσκομαι και τι κάνω. Αλλά δεν βρίσκω κανένα λόγο να μη δεχθώ ότι το παράδειγμα της συμπεριφοράς του πατέρα προς τα τέκνα, είναι σωστό. Είναι ο τρόπος που υπαγορεύει η αγάπη και η στοργή, δηλαδή η πραγματικότητα. Τα άλλα είναι θεωρίες και γενικές ιδέες, δηλαδή ψέματα.
* «Ως πατήρ προς τέκνα» (Ξενοφών)