Νευρική κρίση έχει καταλάβει την κυβέρνηση Καραμανλή μετά τη δολοφονία του 15χρονου μαθητή Αλέξη Γρηγορόπουλου, από «ένα θηριώδη τραμπούκο, ένα μαλάκα» (όπως αποκάλεσε τον ειδικό φρουρό ο Γιώργος Τράγκας, δημοσιογράφος με γνωστούς δεσμούς με τη «γαλάζια» παράταξη) μια δολοφονία που συγκλόνισε την Ελλάδα, η οποία παρέλυσε από άκρου σε άκρο.
Μια δολοφονία η οποία προκάλεσε τη μαθητική και τη φοιτητική οργή (ως προοίμιο κοινωνικής οργής) που με τη σειρά της «οδήγησε» σε διαδηλώσεις σ’ όλη τη χώρα, σε βίαιες συγκρούσεις (όχι μόνο των οργισμένων διαδηλωτών, αλλά και ομάδων των λεγομένων γνωστών – αγνώστων κουκουλοφόρων και προβοκατόρων) με τις αρχές ασφαλείας, αλλά και σε καταστροφές τραπεζών, πυρπολήσεις πολυκατοικιών και λεηλασίες καταστημάτων και αυτοκινήτων, ενώ δεν ήταν λίγες οι φορές που κινδύνεψαν ιστορικά κτίρια του κέντρου των Αθηνών.
Οι περισσότεροι αναλυτές εκτιμούν πως η έκρηξη οργής που ακολούθησε τις διαμαρτυρίες για τη δολοφονία του νεαρού μαθητή πιθανόν θα έχει συνέχεια, καθώς η κοινωνία έχει, ήδη, δεχθεί την πίεση από τη δεινή οικονομική και κοινωνική κρίση, η δε κυβέρνηση μοιάζει ανίκανη να διαχειρισθεί με σοβαρό τρόπο το πρόβλημα, το οποίο προστέθηκε στο αρκούντως βεβαρημένο πολιτικό της βίο. Και το κυριότερο φαίνεται πως δεν έχει αντιληφθεί τις ουσιώδεις αιτίες – και όχι την αφορμή – για την έκρηξη που σημειώθηκε τις προηγούμενες ημέρες.
Η δολοφονία του 15χρονου μαθητή, που «υπήρξε τραύμα στη λειτουργία του κράτους-δικαίου» όπως δήλωσε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ήλθε να προστεθεί στην αλυσίδα των θανάτων που προκάλεσαν αστυνομικοί (όργανα, κατά τα λοιπά, εντεταλμένα για την προστασία των πολιτών) σε μεταπολιτευτικές φοιτητικές εξεγέρσεις και πάσης φύσεως κινητοποιήσεις, όπως του Ιάκωβου Κουμή, της Σωτηρίας Κανελλοπούλου, του Μιχάλη Καλτέζα.
«ΟΙ ΠΡΑΙΤΟΡΕΣ ΤΗΣ ΠΟΛΕΩΣ»
Για να μπορέσουμε να ερμηνεύσουμε τη δολοφονία του 15χρονου μαθητή, θα πρέπει να αντιληφθούμε τον τρόπο σκέψεως και δράσεως των ανθρώπων των μηχανισμών καταστολής, για τους οποίους ο πρώην Υπουργός Δημοσίας Τάξεως Βύρων Πολύδωρας είχε δηλώσει πως είναι οι «πραίτορες της πόλεως» - παλαιότερα δε ο Κώστας Μητσοτάκης είχε πει πως οι αστυνομικοί «είναι το κράτος» - ότι δέχονται επιθέσεις από τους κουκουλοφόρους και αυτοί (οι αστυνομικοί) ούτε λίγο, ούτε πολύ, στέκονται σαν «ακίνητα στρατιωτάκια».
Και στην προκείμενη περίπτωση του 15χρονου μαθητή, ο 37χρονος «πραίτωρ της πόλεως», πατέρας τριών παιδιών, που υπηρετούσε επί 8 χρόνια στην περιοχή των Εξαρχείων (και άρα γνώριζε τις ιδιαιτερότητές της) επέλεξε να δολοφονήσει εν ψυχρώ και χωρίς λόγο ένα παιδί, που θα μπορούσε να ήταν και δικό του, για λόγους «τσαμπουκά».
Το έπραξε δε γιατί με αυτή τη νοοτροπία έχει διδαχθεί να συμπεριφέρεται, γιατί έτσι είναι εκπαιδευμένος (και παρά τα περί του αντιθέτου διακηρυσσόμενα για τον αστυνομικό που – πρέπει να - είναι στο πλευρό του πολίτη) να δρα, στο πλαίσιο ενός κράτους (υποτίθεται) δικαίου, για την καταστολή των λαϊκών αγώνων και όσων η εκάστοτε εξουσία θεωρεί, με βάση τη δική της λογική, πως έχουν παραβατική συμπεριφορά.
Για δε την εξουσία, την κάθε εξουσία, παραβατική και έκνομη συμπεριφορά είναι κάθε ενέργεια των πολιτών, όπως για παράδειγμα οι απεργίες και οι πάσης φύσεως κοινωνικοί αγώνες, που μπορεί να της αμφισβητήσουν το πλαίσιο και την ουσία της.
Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, ο 37χρονος δολοφόνος και ο συνήγορός του Αλέξης Κούγιας με το υπόμνημα που κατέθεσαν στον ανακριτή πέραν των ψεμάτων που περιλαμβάνουν ως προς τα πραγματικά περιστατικά του φονικού, απέδειξαν πως δεν διαθέτουν ούτε στοιχειώδη ανθρώπινη ευαισθησία.
Και αντί μίας συγγνώμης στο υπόμνημα περιέχονται ψευδείς ισχυρισμοί για την προσωπικότητα του 15χρονου Αλέξη Γρηγορόπουλου, που αν μη τι άλλο συνιστά αδίκημα, καθώς αποτελεί προσβολή της μνήμης τεθνεώτος...
«Ο ΝΕΚΡΟΣ ΠΟΥ ΜΑΣ ΧΡΕΙΑΖΟΝΤΑΝ;»
Ωστόσο, η όλη εξέλιξη των πραγμάτων, με τις ολοήμερες διαδηλώσεις και τις βίαιες συγκρούσεις, τις καταστροφές (που συνιστούσαν κατάλυση κάθε έννοιας κράτους και ευνομούμενης πολιτείας) και το πλιάτσικο (αναπόφευκτο, σύμφωνα με πολλούς, λόγω της οικονομικής κρίσεως και της ανέχειας) στην Αθήνα και σ’ όλες τις μεγάλες πόλεις της Ελλάδος, δείχνει πως ο 15χρονος Αλέξης ήταν «ο νεκρός που μας χρειάζονταν», σύμφωνα με τον τίτλο ομώνυμου μυθιστορήματος του Χόρχε Σεμπρούν, διάσημου Ισπανού συγγραφέα και παλαιού κομμουνιστή, εγκλείστου στο ναζιστικό στρατόπεδο στο Μπούχενβαλντ.
Και ήταν «ο νεκρός που μας χρειάζονταν», η σταγόνα, δηλαδή, που ξεχύλισε το ποτήρι, ώστε να εκδηλωθεί η μαθητική και η φοιτητική (και πιθανώς αύριο η κοινωνική) οργή εναντίον όσων ευθύνονται για τέτοιου είδους εγκλήματα, για την οικονομική και κοινωνική κρίση που μαστίζει τη χώρα, για τα σκάνδαλα και τη διαφθορά που ταλανίζουν το δημόσιο βίο, για τη συνεχιζόμενη συρρίκνωση της δημόσιας παιδείας και των κοινωνικών δικαιωμάτων.
Βεβαίως, η οργή και η βία των πάσης φύσεως διαδηλωτών με τις καταστροφές και τις λεηλασίες περιουσιών από τη μια μεριά και η βία που ασκούν οι μηχανισμοί του κράτους από την άλλη, συνιστούν επί της ουσίας τους μια «στρατηγική εντάσεως», η οποία, όσο ευκταία κι αν είναι, ενίοτε, από τις εξουσίες (για να διεγείρουν τα φοβικά αντανακλαστικά των «νοικοκυραίων») οδηγεί σε ανεξέλεγκτες καταστάσεις, τις οποίες, όμως, η σημερινή κυβέρνηση εμφανίσθηκε ανίκανη να ελέγξει.
Καταστάσεις οι οποίες πιθανώς να γίνουν ακόμη χειρότερες – και αυτό τρομάζει την κυβέρνηση - όσο θα βαθαίνει και θα σκληραίνει η οικονομική (και συνακόλουθα η κοινωνική) κρίση, όταν θα αρχίσουν να κλείνουν καταστήματα και επιχειρήσεις και κόσμος θα μένει στους δρόμους χωρίς δουλειά.
Είναι δε βέβαιο πως βολεύει το κράτος η ύπαρξη του λεγομένου «κράτους των Εξαρχείων», από το οποίο εξορμούν, όπως ισχυρίζεται η κυβέρνηση, οι γνωστοί – άγνωστοι και οι κουκουλοφόροι, ώστε με τα συνεχή επεισόδια βίας να διεγείρει τα φοβικά ανακλαστικά των «νοικοκυραίων».
Και είναι αδιανόητο τόσα χρόνια να (μας) λέει η κυβέρνηση (η κάθε κυβέρνηση) ότι δεν μπορεί να εκκαθαρίσει τη συγκεκριμένη περιοχή, η οποία αποτελεί «άβατο»...
Γιατί είναι εμφανές πως οι λεγόμενοι γνωστοί – άγνωστοι (πέραν των όσων εξ αυτών ίσως να πιστεύουν, με ρομαντικό τρόπο, σε αναρχικές ή αντιεξουσιαστικές θεωρίες) δρουν ουσιαστικά ως προβοκάτορες, καθώς με τα όσα πράττουν (και έπραξαν μετά τη δολοφονία του 15χρονου) βοηθούν στην ενδυνάμωση των μηχανισμών καταστολής και δίνουν άλλοθι στις εκάστοτε εξουσίες για την περαιτέρω περιστολή ατομικών και κοινωνικών ελευθεριών.
ΑΝΙΚΑΝΟΤΗΤΑ
Η κυβέρνηση Καραμανλή με την υπόθεση της δολοφονίας του 15χρονου και με τα επακολουθήσαντα ανεξέλεγκτα γεγονότα ανά την Ελλάδα, κατέδειξε εκ νέου ότι αφενός μεν δεν διαθέτει αντανακλαστικά για άμεσες και αποτελεσματικές αντιδράσεις, αφετέρου δε δεν μπορεί να διαχειριστεί ούτε κρίσεις, αλλά ούτε να προστατεύσει, με τους μηχανισμούς που (υποτίθεται πως) ελέγχει, τη ζωή και την περιουσία των πολιτών.
Και φαίνεται πως δεν ελέγχει ούτε καν τους μηχανισμούς του κράτους (το οποίο δεν επανίδρυσε, όπως υποσχέθηκε, αλλά αντίθετα το κομματικοποίησε έτι περαιτέρω) με αποτέλεσμα αυτοί ακριβώς οι μηχανισμοί (εν προκειμένω η ΕΛΑΣ) να μετατραπούν σε παράγοντα κοινωνικής και πολιτικής αποσταθεροποιήσεως.
Αξιοπρόσεκτο είναι το γεγονός ότι η κυβέρνηση μένει στους τύπους και δεν μιλά για δολοφονία, αλλά για αδόκητο χαμό και για τραγικό (μεμονωμένο) συμβάν, ενώ την ίδια στιγμή ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κάρολος Παπούλιας ομιλούσε ευθέως για δολοφονία.
Και ο ίδιος ο πρωθυπουργός προσπάθησε να εστιάσει τις δηλώσεις του στο ότι ο θάνατος του 15χρονου μαθητή δεν πρέπει να χρησιμοποιηθεί ως «άλλοθι για πράξεις ωμής βίας», δηλαδή επί της ουσίας θέλησε να παρακάμψει το φονικό για να διεγείρει φοβικά αντανακλαστικά και να αναζητήσει ψήφους από τους «νοικοκυραίους»...
Η εγκληματική συμπεριφορά του ειδικού φρουρού επανέφερε τις θεωρίες για το «κράτος της Δεξιάς» του παρελθόντος, τα δε επακολουθήσαντα της δολοφονίας έκτροπα επιβεβαίωσαν την εκτίμηση περί καταρρεύσεως και απαξιώσεως του κρατικού μηχανισμού.
ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗ
Η δολοφονία του 15χρονου δεν είναι μόνο «ο νεκρός που μας χρειάζονταν» για την ίδια την πιεσμένη ελλαδική κοινωνία, αλλά και για τις πολιτικές δυνάμεις, κοινοβουλευτικές και εξωκοινοβουλευτικές, που έσπευσαν να αξιοποιήσουν, η καθεμία με τον τρόπο της, την χαώδη κατάσταση.
Μερικές εκατοντάδες κουκουλοφόροι, υποτίθεται ανήκοντες στον αντεξουσιαστικό και στον λεγόμενο αντισυστημικό χώρο, έκαναν, με την ανοχή της αστυνομίας (που αρχικώς είχε συγκεκριμένες εντολές από την πολιτική εξουσία να μείνει απαθής, ώστε να μην υπάρξει και δεύτερος νεκρός) επίδειξη δυνάμεως, δημιουργώντας πρόσθετα προβλήματα σε περίοδο κοινωνικής και οικονομικής κρίσεως.
Και αυτές οι ομάδες με τις καταστροφές και τις λεηλασίες στις οποίες επιδόθηκαν σε καμία περίπτωση δεν πείθουν πως υπερασπίστηκαν τα δικαιώματα της νεολαίας...
Τα κόμματα της αντιπολιτεύσεως επέλεξαν από την πλευρά τους να αποδυθούν σ’ ένα ψηφοθηρικό αγώνα πάνω στα συντρίμμια, αποδίδοντας μεν τις ευθύνες στην κυβέρνηση τόσο για το φονικό, όσο και για τις βιαιότητες και τις καταστροφές που επακολούθησαν, αλλά ο μεν Γ. Α. Παπανδρέου επέλεξε να ζητήσει εκλογές, η δε Αλέκα Παπαρήγα να συνταχθεί επί της ουσίας με την κυβέρνηση και να κατηγορήσει το ΣΥΡΙΖΑ ότι «χαϊδεύει τα αυτιά των κουκουλοφόρων».
Ο Κώστας Καραμανλής και η κυβέρνησή του φέρουν βαριά πολιτική ευθύνη για τα όσα συνέβησαν, αλλά δεν την ανέλαβαν, αφού άπαντες βρίσκονται στη θέση τους (οι δε παραιτήσεις ευθιξίας των αρμόδιων υπουργών δεν έγιναν δεκτές) και υιοθετώντας την εκδοχή του «μεμονωμένου περιστατικού» οχυρώθηκε πίσω από τις καταστροφές.
Αξιοπρόσεκτο δε είναι το γεγονός και δηλωτικό της αδυναμίας της κυβερνήσεως να ελέγξει την κατάσταση το ότι ο Κώστας Καραμανλής προσέτρεξε στα κόμματα για υποστήριξη.
Το βέβαιο είναι πως όλα όσα συνέβησαν δεν είναι παρά το πρελούδιο των όσων πιθανώς θα ακολουθήσουν όσο θα βαθαίνει η οικονομική κρίση.
Και αν η κυβέρνηση δεν φροντίσει να προωθήσει λύσεις στα οικονομικά και τα κοινωνικά προβλήματα, τότε το μέλλον της χώρας διαγράφεται δυσοίωνο.