Αναρωτιέμαι κάποτε ποια είναι η δύναμη εκείνη που στηρίζει κάποιες επιγραμματικές φράσεις πολιτικών ανδρών, ώστε να μένουν βαθιά χαραγμένες στη διαχρονική μνήμη.
Την αφορμή μου την έδωσε ένα σοφιστικό ευφυολόγημα του Θόδωρου Πάγκαλου στη Βουλή, που θα τον ακολουθεί για πολύ καιρό, όταν αναφερόμενος στις αντιδράσεις που ξεσήκωσε η πρόσφατη αύξηση των βουλευτικών αποζημιώσεων, ισχυρίστηκε εμφαντικά ότι, «δεν πρόκειται για αύξηση αλλά για αποτροπή της μείωσης του εισοδήματος»... Εκπληκτική δήλωση! Θυμήθηκα εκείνο το άλλο απίθανο, χουντικής έμπνευσης, «καταργώ την πάλη των τάξεων», του ανεκδιήγητου υπουργού Εργασίας, την εποχή εκείνη, Κων. Λάσκαρη.
Είναι πολλές οι αποφθεγματικές ρήσεις πολιτικών που έμειναν ιστορικές, όπως το «ανήκωμεν εις την Δύσιν», του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Λακωνικές φράσεις έχουν συχνά μια διαρκή πολιτική επικαιρότητα που εκπλήσσει, όπως εκείνη, «μα ποιος κυβερνά επιτέλους αυτή τη χώρα;», που οργισμένος είπε ο ιδρυτής της Νέας Δημοκρατίας, τότε αρχηγός της EPE και πρωθυπουργός, μετά τη δολοφονία του Γρ. Λαμπράκη το 1963.
Με τις τελευταίες «απειθαρχίες» και διαγραφές βουλευτών της Ν.Δ., που έφεραν την Κυβέρνηση με οριακή πλειοψηφία στη Βουλή, σκέφθηκα την επικαιρότητα που αποκτά εκείνο το «ανθ΄ημών ο Γουλιμής» του Χαρίλαου Τρικούπη, όταν ο τότε πρωθυπουργός έχασε το 1895 την εκλογή για μια ψήφο. Εκείνη του βουλευτή του Μιλτ. Γουλιμή.
Χαρακτηριστικός υπήρξε όμως και ο επιγραμματικός και αμίμητος λόγος του αείμνηστου Γεωργίου Παπανδρέου, για τον οποίο οι επικριτές του έλεγαν ότι, πρώτα δημιουργούσε ένα απόφθεγμα και ύστερα μια κατάσταση που ταίριαζε στο απόφθεγμα...
Ποιος δεν θυμάται το πάντοτε επίκαιρο, για πολλούς, «εγίναμεν η χλεύη των αντιπάλων μας», που είπε ο «Γέρος της Δημοκρατίας», όταν αντιμετώπισε το 1964 την απειθαρχία 34 βουλευτών της Ενωσης Κέντρου, η οποία και θεωρήθηκε ως προοίμιο της αποστασίας που ακολούθησε.
Και βεβαίως το πασίγνωστο «οι αριθμοί ευημερούν. Ο λαός πάσχει» που δήλωσε ο Γ. Παπανδρέου το 1958 στη Βουλή, όταν ο τότε υπουργός Συντονισμού Παναγής Παπαληγούρας ανέλυε το οικονομικό πρόβλημα της Ελλάδας και επικαλούνταν διάφορα νούμερα για να στηρίξει την άποψή του.
Μερικές φράσεις που εκφέρονται αυθόρμητα στη ρύμη του λόγου, αποκτούν κάποτε τέτοια διαχρονική δύναμη που ξεπερνούν σε φήμη ακόμη κι εκείνους που τις είπαν. Το αποτέλεσμα είναι να θυμάται κανείς πολλές φορές τα λόγια, αλλά όχι τα πρόσωπα.
Όλοι θυμόμαστε λ.χ. την ηρωική για την εποχή της φράση, «η Ελλάς προώρισται να ζήσει και θα ζήσει», η οποία επαναλαμβάνεται συχνά σε περιόδους κρίσιμες για τη χώρα μας, αλλά λίγοι θυμούνται ότι την είπε ο Τρικούπης σε μια περίοδο που η Ελλάδα αντιμετώπιζε σοβαρή, οικονομική σαν τώρα και εθνική κρίση.
Μπορεί πολλά από τα γεγονότα αυτά να συνέβησαν πριν πολλά χρόνια, αλλά τα λόγια θα μπορούσαν να λεχθούν και σήμερα. Οι συγκυρίες και οι συνθήκες που τα ανακαλούν στη μνήμη είναι συχνά τόσο όμοιες, ωσάν τα περιστατικά που γέννησαν αυτά τα λόγια, να επαναλαμβάνονται με τα ίδια δραματικά ή και ευτράπελα χαρακτηριστικά.
Είναι τόσα πολλά λοιπόν τα επιγραμματικά και καυστικότατα σχόλια με τα οποία πολιτικοί άνδρες, με σπινθηροβόλο πνεύμα και σκωπτική διάθεση ή και ατυχή «γκαφατζίδικη» τάση, έχουν μείνει στην πολιτική ιστορία του τόπου, ώστε θα μπορούσαν να γεμίσουν ένα βιβλίο.
Απλές φράσεις και σχόλια που συχνά εκφέρονταν με οργισμένη ή και σατιρική διάθεση, κατόρθωσαν να νικήσουν το χρόνο και να παραμείνουν στη λαϊκή μνήμη.
Ποια να είναι η μαγική μυστηριώδης δύναμη που προωθεί κάποιες ρήσεις πολιτικών – ακόμη κι αν αγγίζουν τα όρια της υπερβολής – και τις στέλνει στις σελίδες της ιστορίας, για να τις διαβάζουν οι μέλλουσες γενιές;
Εδώ, σοφοί άνθρωποι διατυπώνουν, σε συνέδρια ή αλλού, σκέψεις βαθυστόχαστες, γεμάτες νοήματα, δίχως να βρίσκουν την απήχηση που τους πρέπει. Ειδικοί εκφράζουν μελετημένες απόψεις προς επίλυση ζωτικών προβλημάτων, μα τις θυμούνται ελάχιστοι. Επαΐοντες κάνουν υποδείξεις επί συγκεκριμένων καυτών θεμάτων και για τους πολλούς «πέρα βρέχει». Ειδήμονες υποβάλλουν σταράτες προτάσεις ώστε να εξαλειφθούν καταστάσεις που ταλαιπωρούν την κοινωνία και την επόμενη μέρα τις σκεπάζουν τα πέπλα της αδιαφορίας. Ποιητές σπαταλούν τα νιάτα τους για να ζεστάνουν τις καρδιές με λίγους εμπνευσμένους στίχους, αλλά η απογοήτευση τους κόβει τα φτερά...
Και σε κάποια άγνωστη ώρα ξεπετάγεται μπροστά μας μια σύντομη δήλωση πολιτικού, μια μικρή φράση – καμιά φορά χωρίς ιδιαίτερη σημασία – που διαδίδεται αστραπιαία, ξυπνάει συνειδήσεις, αναταράσσει τα λιμνάζοντα νερά, γίνεται σύνθημα και περνά στη αιωνιότητα.
Ποια Κίρκη, Εκάτη ή Πασιφάη ποιες μάγισσες και ποιες μοίρες της αρχαιότητας να είναι υπεύθυνες γι΄αυτήν την κραυγαλέα αδικία; Μακάρι να ήταν εύκολη η απάντηση.
Ίσως η φανέρωση του μυστηρίου να συνδυάζεται με την περίεργη γοητεία που έχει η πολιτική κι ας την χαρακτήρισε κάποτε ο Βολταίρος «Τέχνη της ψευδολογίας». Στο κάτω – κάτω καμιά τέχνη και καμιά επιστήμη δεν αφήνει τόσο βαθιά τα σημάδια της, όσο η πολιτική, αφού αυτή με τους τρόπους και τα συστήματά της καθοδηγεί οποιαδήποτε δράση, χαράσσει την πορεία των κρατών, κυβερνά τους λαούς τους και διαμορφώνει την ίδια τη ζωή τους. Και πιθανόν γι΄αυτό βλέπουμε να κατεβαίνουν - ή να θέλουν να κατέβουν – στον πολιτικό στίβο πρόσωπα με κοινωνική ακτινοβολία και δεν περιμένουν, δεν προσδοκούν να κερδίσουν τίποτα. Πέρα από τη διάθεσή τους για προσφορά στο κοινωνικό σύνολο και στον τόπο, ίσως να νιώθουν ότι έλκονται από την παράξενη γοητεία της πολιτικής και ονειρεύονται να γίνουν οι σαγηνευτές, που για λίγο ή πολύ καιρό, θα γοητεύουν με τη σειρά τους τα πλήθη και θα γράφουν με τις πράξεις τους μερικές αράδες στην ιστορία. Ας αφήσουμε τους άλλους που έλκονται στην πολιτική μόνον από την οσμή του χρήματος. Αυτούς θα τους συναντήσουμε σε άλλο θέμα μας...
Απ΄όλα αυτά ένα είναι το βέβαιο:
Το Κοινοβούλιο, αυτή η μεγάλη αίθουσα της Βουλής, έχει ξεχωριστό αντίλαλο. Η φωνή τους εκεί μέσα αποκτά άλλες διαστάσεις και τα λόγια τους άλλη βαρύτητα. Γίνονται οδηγός για έξοδο από λαβύρινθους και για νικηφόρους αγώνες που θα φέρουν καλύτερες μέρες. Και ποιος μπορεί να αποκλείσει ότι μια φράση τους, μια δήλωσή τους δεν θα μείνει στη μνήμη αυτής της χώρας;