Δήθεν μου τώρα που υπάρχει αυτή η διεθνής και εγχώρια κρίση στην οικονομία κλαιγόμαστε όλοι για τα οικονομικά. Σε άλλα θέματα όμως είμαστε ανοικονόμητοι, ή ακόμη χειρότερα, σπάταλοι. Και δεν άκουσα ούτε να κλαφτούμε, ούτε να παραπονεθούμε, ούτε πολύ περισσότερο να κάτσουμε να αναλογιστούμε τις ευθύνες που έχουμε για τις συνέπειες που προκαλεί αυτή η αλόγιστη σπατάλη.
Το ΄χουμε ξαναδιαβάσει βέβαια, το νέο δεν είναι ακριβώς καινούριο αλλά για μία ακόμη φορά επιβεβαιώθηκε και κατέγραψε μια από τις... αρνητικές πρωτιές στις οποίες η χώρα μας έχει γενικώς μακρά... παράδοση.
Σύμφωνα λοιπόν και με στοιχεία που είδαν στο μέσον της βδομάδας το φως της δημοσιότητας, η Ελλάδα κατέχει τη δεύτερη θέση στην παγκόσμια κατανάλωση νερού μετά τις ΗΠΑ. Και καλά οι ΗΠΑ είναι μισή ήπειρος χώρα. Εμείς τι είμαστε ακριβώς για να ερχόμαστε δεύτεροι;
Τι είν΄ ο κάβουρας τι είναι το ζουμί του;! Σύμφωνα με την έκθεση που έδωσε στη δημοσιότητα η περιβαλλοντική οργάνωση WWF, σε κάθε Ελληνα αντιστοιχούν τον χρόνο 2.389 κυβικά μέτρα, ποσότητα σχεδόν διπλάσια από
τον παγκόσμιο μέσο όρο που υπολογίζεται σε 1.243 κυβικά μέτρα νερού. Τι στην ευχή κάνουμε με τόσο νερό; Είναι ν΄ απορεί κανείς! Αλλά οι... πρωτιές μας, δεν σταματάνε εδώ, υπάρχει και συνέχεια. Διότι στην ίδια έκθεση αναφέρεται ότι σε σύνολο 148 κρατών, η Ελλάδα κατέχει την 11η θέση ως προς την αλλοίωση που επιφέρει στο οικοσύστημα και το φυσικό της πλούτο. Εμ, βέβαια, το θέμα είναι να έχει κανείς σύστημα και οργάνωση και να κάνει καλά και μεθοδικά τη δουλειά του. Άμα τα κάνει όλα αυτά έχει και το προαναφερόμενα λαμπρά αποτελέσματα. «Ξεπατώνει» με συνέπεια και συνέχεια το οικοσύστημα και... πρωτεύει! Η ως άνω διαπίστωση, σημαίνει ότι σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει σε άλλες χώρες όπως η Βρετανία, η Ρωσία, η Ισπανία ή και η Γαλλία ο κάθε Έλληνας καταναλώνει φαγητό, νερό και ενέργεια που ισοδυναμούν με την αποψίλωση 60 στρεμμάτων γης! Και από τη στιγμή που ο παγκόσμιος μέσος όρος είναι 27 στρέμματα ανά κάτοικο. Δηλαδή είμαστε κανονικοί καταστροφείς με τα όλα μας. Αποτελούμε... κινητούς κινδύνους για το περιβάλλον και για τους εαυτούς μας τους ίδιους εν κατακλείδι, γιατί βέβαια τις συνέπειες αυτής της συμπεριφοράς εμείς οι ίδιοι τις...λουζόμαστε.
Άλλωστε με τόσο νερό που σπαταλάμε, όχι λούσιμο, ό,τι θες κάνουμε.
Κατά τα λοιπά μιλάμε γενικώς για λειψυδρία, και με τα τερτίπια του καιρού τα τελευταία χρόνια που έχει τρελαθεί. Μην πάμε μακριά. Σήμερα μπαίνουμε στο Νοέμβριο και σκάει ο τζίτζικας. Για να μην μιλήσουμε για τη διαφαινόμενη όλο και καθαρότερα ερημοποίηση της Θεσσαλίας που βρίσκεται μπροστά μας. Για το νερό που λείπει τους καλοκαιρινούς μήνες για το πότισμα και οι αγρότες των όμορων νομών παίζουν μπουνιές. Για την Αθήνα που αν συνεχίσει έτσι από του χρόνου δεν θα ΄χει να πιει νερό.
Δεν τα ξέρουμε όλοι αυτά;
Φυσικά τα ξέρουμε. Κι αν μερικά χρόνια πριν μπορούσαμε να έχουμε ως ένα ποσοστό το άλλοθι της άγνοιας, σήμερα πια, όλοι γνωρίζουμε. Γιατί τα τελευταία χρόνια με τις έντονες κλιματικές αλλαγές, γίνεται τόση συζήτηση για το περιβάλλον, την καταστροφή του, τις ανθρώπινες ευθύνες και υποχρεώσεις, που και να προσπαθήσει κανείς να μην ενημερωθεί είναι αδύνατον.
Και επειδή, πριν αναρωτιόμουν «τι στην ευχή το κάνουμε τόσο νερό» απάντηση υπάρχει. Και την ξέρουν και οι ίδιοι οι υπαίτιοι, απλά δεν δίνουν δεκάρα και συνεχίζουν ακάθεκτοι. Διότι, όπως λέει πάντοτε η έκθεση και όπως είναι και η πραγματικότητα που όλοι γνωρίζουμε, το στοιχείο εκείνο που ανεβάζει τη χώρα μας στην κορυφή της λίστας με τις πιο «αντιοικολογικές» χώρες, δηλαδή η υπερβολική κατανάλωση νερού οφείλέται στο ό,τι:
«Το μεγάλο υδατικό μας αποτύπωμα αποδίδεται στην αυξημένη χρήση νερού για τη γεωργία (87%) και εν συνεχεία στις απώλειες που παρουσιάζει το απαρχαιωμένο αρδευτικό και υδρευτικό δίκτυο της χώρας, αλλά, βεβαίως, και στη συνολική κακοδιαχείριση των υδάτινων πόρων.
Σπάταλοι λοιπόν. Σπάταλοι και αμετανόητοι. Και προφανώς άξιοι των συνεπειών που δημιουργεί η σπατάλη μας.
Όπως είχε πει και ο Αμερικανός ιστορικός Κρίστοφερ Λάσκ «πραγματικότητα είναι κάτι που αν σταματήσεις να το σκέφτεσαι δεν εξαφανίζεται». Με το να αδιαφορούμε λοιπόν για το πρόβλημα θεωρώντας ότι φταίνε πάντα οι άλλοι, δεν το εξαφανίζουμε. Απλά το κάνουμε χειρότερο.