Για τον άλλο είσαι ο άλλος! Ο απέναντι είσαι εσύ όπως σε βλέπει ο άλλος! Ξαναδιάβασέ το αυτό, για σένα πρόκειται. Για σένα, για μένα , για όλους. Για μας τέλος πάντων που όταν μιλάμε νομίζουμε ότι καθόμαστε σε θρόνο κι όταν ακούμε θρονιαζόμαστε σε... σκαμνάκι. Για μας που όταν παίζουμε στην ομάδα των άλλων γινόμαστε αμέσως εχθροί του εαυτού μας, αντίπαλοι του ίδιου του προσώπου μας.
Κι αν αλλάζουμε θέσεις στη ζωή μας! Τη μια πεζοί, την άλλη οδηγοί, τη μια μαθητές, την άλλη δάσκαλοι, τη μια απεργοί, την άλλη εργαζόμενοι, τη μια ομιλητές, την άλλη ακροατές. Κι όμως με περισσή ευκολία κατακεραυνώνουμε κάθε φορά τους βρισκόμενους στο απέναντι πεζοδρόμιο κοιτώντας τι γράφει η ταυτότητά μας μόνο τη συγκεκριμένη στιγμή. Είμαστε με τα πόδια, μουντζώνουμε τους οδηγούς, οδηγούμε όχημα διαολοστέλνουμε τους πεζούς κ.ο.κ. Αν, πάλι, έχουμε το λόγο σε μια συζήτηση και μακρηγορούμε φταίνε πάντα οι άλλοι που δεν έχουν υπομονή, ενώ αν ακούμε εμείς τον άλλο, πριν καν φτάσει στο ρήμα της πρότασης, τον διακόπτουμε για να πούμε τη δική μας άποψη. Ούτε τα ανέκδοτα που λέγονται στη συντροφιά ευχαριστιόμαστε, αφού πριν καλά-καλά τελειώσει ο άλλος, αρχίζουμε εμείς: «Ήταν μια φορά ένας...».
Κι όλα αυτά όταν μιλάμε για ρόλους στους οποίους εναλλασσόμαστε δεκάδες φορές καθημερινά. Σκεφτείτε τι συμβαίνει όταν αναφερόμαστε σε μόνιμα ή πιο σταθερά χαρακτηριστικά όπως το φύλο, η σωματική ακεραιότητα, ή οι σεξουαλικές προτιμήσεις. Πόσο δύσκολα μπαίνουμε οι άνδρες στη θέση των γυναικών, οι έχοντες (ακόμη) σωματική ακεραιότητα στη θέση του ατόμου με κινητικά προβλήματα, οι ετεροφυλόφιλοι στη θέση των ομοφυλόφιλων. Πόσο δύσκολα διαβαίνουμε τη διαχωριστική γραμμή που περιχαρακώνει το εγώ μας και μας οδηγεί στη χώρα του άλλου. Τάφρος ολόκληρη φαντάζει κι όχι γραμμή από κιμωλία που ξεθωριάζει στην παραμικρή νοητική πρόκληση που σαν απορροφητικό σφουγγαράκι μπορεί με μιας να τη σβήσει. Μένουμε, λοιπόν, στον κύκλο μας κι αντί να στήσουμε σκάλες και να ρίξουμε γέφυρες ώστε να μεταβούμε κάποια στιγμή στον άλλον για να δούμε τον κόσμο με τα δικά του μάτια, εμείς τεντώνουμε τόξα, φορτωνόμαστε φαρέτρες και συχνότατα εκτοξεύουμε ρητορικά και καμιά φορά πραγματικά δυστυχώς βέλη στον... αντίπαλο!
Θεωρία του μυαλού λέγεται επιστημονικά η συνθήκη κατά την οποία προσπαθούμε να «μπούμε στο μυαλό του άλλου» για να εξακριβώσουμε τι σκέφτεται, ενσυναίσθηση ή ψυχολογική δεξιότητα του βιώματος από μας τους ίδιους των συναισθημάτων των άλλων. Δύσκολα πράγματα. Εδώ ένα πονόδοντο έχει ο άλλος και δεν μπορείς να νιώσεις τον πόνο του εκείνη τη στιγμή παρόλο που έχεις τον οδοντίατρο κολλητό σου φίλο από τη ενασχόληση με τα δόντια σου, σκέψου ως αγαθός ψυχολόγος που εφαρμόζει υποτίθεται κατά γράμμα τις αρχές της υπαρξιακής σχολής της ψυχολογίας πόσο ψεύτικο είναι αυτό το «σε καταλαβαίνω» ή ακόμη χειρότερα το «σε νιώθω» που λες σε υποστηριζόμενο, για τη διαχείριση της απώλειας αγαπημένου προσώπου, επισκέπτη-πελάτη σου.
Η ψυχολογία πάλι, έχει μια τεχνική για να μπεις στο πετσί του άλλου, που έγινε του συρμού τελευταία και ονομάζεται παιχνίδι ρόλων αλλά ως βιωματικό παιχνιδάκι δεν είναι τόσο αποτελεσματικό και δικαίως. Εδώ αποτυγχάνουν προσπάθειες της ίδιας λογικής (αν και άλλου σκοπού) στο θέατρο, που για να μπεις στο ρόλο σε βοηθά η σκηνοθεσία, η μουσική, η σκηνογραφία και η συμπαιγνία (με την κυριολεκτική της σημασία η λέξη) τι να σου κάνει μόνο του το σενάριο στις αντικριστές καρέκλες!
Με επιστημονικά ή όχι ρούχα πάντως, το αποτέλεσμα είναι το ίδιο. Η πνευματική και ψυχική ένδεια δεν κρύβεται απ’ την προσεγμένη ή ατημέλητη ενδυμασία και δεν αλλάζει μια κατάσταση με τις περιγραφές, τις θεωρίες και τις, ελλιπέστατες σε προετοιμασία και εμπειρική επιβεβαίωση, τεχνικές. Αν τώρα, στο τέλος της αυτοκριτικής σου αποφασίσεις , επιτέλους, να μεταμορφωθείς και να υποστηρίξεις τη διαφορά του άλλου εμπράκτως και να συμμετάσχεις φέρ’ ειπείν όντας άντρας σε μια φεμινιστική πορεία, ή όντας ετεροφυλόφιλος σε μια διαδήλωση για τα δικαιώματα των ομοφυλοφίλων (ακραία πράγματα) θα πρέπει να είσαι έτοιμος όχι απλά να υπερασπιστείς το αυτονόητο (δεν χρειάζεται να είναι κανείς ζώο για να υπερασπιστεί τα δικαιώματα των ζώων) αλλά και να αγωνιστείς για να παραμείνεις μέλος στις ομάδες στις οποίες εκ φύσεως –κυρίως- ανήκεις. Δηλ. αυτές των αντρών και των ετεροφυλόφιλων. Κι αυτό γιατί η αντίθετη κίνηση απ’ αυτή της μάζας, στο συγκεκριμένο θέμα, είναι τόσο προκλητική, αν και θα ’πρεπε να είναι τόσο αυτονόητη στον σύγχρονο πολιτισμό της πρωτοκαθεδρίας των ατομικών ελευθεριών και δικαιωμάτων, που επισύρει πολλές φορές την ποινή του αποκλεισμού. Θανατική ποινή, ομολογουμένως.
Δύσκολα πράγματα και με τα απλά. Γιατί ακόμη κι αν δεν είσαι τόσο γενναίος ή ανυποψίαστος για να λάβεις θέση υπέρ των ομοφυλόφιλων όντας αρσενικό ολκής και τολμήσεις απλώς σε παρέα, ας πούμε, Ολυμπιακών Ολυμπιακός ο ίδιος να μιλήσεις για τα τόσο αυτονόητα δικαιώματα του φιλάθλου του Παναθηναϊκού, πάλι ας πούμε, όχι μόνο κανείς δεν θα νιώσει περήφανος που υπάρχει ένα τόσο ανοιχτό πνεύμα στην παρέα αλλά όλοι θα προσπαθήσουν και μάλιστα θα το καταφέρουν να του κλείσουν και το πνεύμα και το... στόμα!
Δεν υπάρχει ελπίδα; Κι αν ακόμη δεν υπάρχει, είναι καθήκον μας να την εφεύρουμε! Αν είναι σε γνώση μας, λοιπόν, το μέγεθος του εγχειρήματος να υπερβούμε τους εαυτούς μας ίσως να οπλιστούμε με καλύτερα και αποτελεσματικότερα όπλα εξαρχής. Αν ξέρουμε ότι κάποιοι θα μας δακτυλοδείχνουν όταν υπερασπιζόμαστε τον διαφορετικό άλλο, τότε δεν θα κάνουμε εύκολα ...κοντινό στο δάκτυλο χάνοντας το στόχο και την ψυχραιμία μας, αν ξέρουμε ότι όλοι θα μιλάνε για μας πίσω απ’ την πλάτη μας, τότε θα περπατάμε με ...την όπισθεν για να τους κοιτάμε με θάρρος στα μάτια και αν ακόμη τολμήσουν να μας ζητήσουν το λόγο, τότε θα έχουμε υπομονή στο να αποκρούουμε τα από έωλα έως τελείως ανόητα επιχειρήματά τους!
Τέλος, αν ακόμα κι αυτό είναι δύσκολο, ας ξεκινήσουμε απ’ τα ανέκδοτα. Ας αφήσουμε τον άλλο στο τιμόνι δεχόμενοι το ρόλο του ακροατή , μπορεί ίσως να χάσουμε την ευκαιρία να κερδίσουμε τον θαυμασμό και την επιδοκιμασία όλων με το δικό μας ανέκδοτο, αλλά θα μας μείνει το, δικό μας επίσης, γάργαρο γέλιο στο ανέκδοτο που θα ακούσουμε (ας ελπίσουμε μόνο να είναι και επιτυχημένο). Λίγο είναι να γελάει κανείς σήμερα;