Ανέκαθεν στην Ελλάδα, κατά τη γνωστή έκφραση του Γεροπαπανδρέου, ευημερούσαν οι αριθμοί στην οικονομία. Θα προσέθετα ότι ανάλογη ευημερία αν όχι μεγαλύτερη απολαμβάνει και η παραοικονομία.
Έτσι, ενώ η Στατιστική Υπηρεσία διαπιστώνει δραστική μείωση της ανεργίας, το πρόβλημα εξακολουθεί να παραμένει έντονο, με νέους ανθρώπους να καταφεύγουν σε βουλευτικά γραφεία προς αναζήτηση εργασίας. Βουλευτικά γραφεία, που το πολιτικό σύστημα, εκτός των άλλων, έχει μετατρέψει σε γραφεία ευρέσεως εργασίας.
Την ίδια ώρα, ενώ ο πληθωρισμός κινείται κάτω του 5% είναι κοινή πεποίθηση ότι η ακρίβεια στην Ελλάδα καλά κρατεί. Η αλλαγή της δραχμής από το ευρώ, χωρίς προηγουμένως τη διασφάλιση των απαραίτητων ελεγκτικών μηχανισμών, εκτίναξε διά της... στρογγυλοποίησης προς τα πάνω όλες τις τιμές.
Και ω του θαύματος (!) από τα επίσημα στοιχεία αποδεικνύεται ότι εκατοντάδες χιλιάδες ελεύθεροι επαγγελματίες ζουν με λιγότερες από τις μισές αμοιβές των μισθωτών. Η φοροδιαφυγή και η φοροκλοπή στη χώρα μας για ένα μεγάλο κομμάτι των φορολογουμένων είναι μαγκιά. Και η τακτική αυτή κάθε τόσο λόγω των ταμειακών αναγκών του κράτους επιβραβεύεται. Χαριστικές ρυθμίσεις, διαγραφές προσαυξήσεων, ατελείωτες δόσεις για τους μεγαλομπαταξήδες δίδουν αρνητικό παράδειγμα και αποτελούν πρόκληση για τους συνεπείς φορολογούμενους.
Παράλληλα, χαμηλοσυνταξιούχοι, όπως οι απόμαχοι αγρότες του ΟΓΑ, αλλά και άλλων ολιγότερο «ευγενών» ταμείων καλούνται να ζήσουν με συντάξεις που δεν αρκούν για αξιοπρεπή διαβίωση. Και να φανταστεί κανείς πως την τελευταία τετραετία οι συντάξεις του ΟΓΑ διπλασιάστηκαν!
Αν έτσι έχουν τα πράγματα, το ερώτημα που τίθεται είναι γιατί δεν έχουμε ανάλογες κοινωνικές εντάσεις στη χώρα μας και η όποια λαϊκή δυσαρέσκεια καταγράφεται απλά στις δημοσκοπήσεις.
Δύο κατά τη γνώμη μου είναι οι λόγοι:
Ο πρώτος λόγος είναι η δομή της ελληνικής οικογένειας σε σχέση με την οικογένεια στη Δύση. Οι συνεκτικοί δεσμοί και οι σχέσεις αλληλεγγύης στη χώρα μας είναι πολύ πιο έντονοι. Παιδιά που διστάζουν να αναλάβουν την ευθύνη δημιουργίας οικογένειας εξακολουθούν να ζουν με τους γονείς τους και να συντηρούνται από τη σύνταξη του παππού από τη ΔΕΚΟ. Στον αντίποδα, χαμηλοσυνταξιούχοι συμπληρώνουν το εισόδημά τους με βοήθημα από τα παιδιά τους.
Ο δεύτερος λόγος, που λειτουργεί ως βαλβίδα ασφαλείας στην καυτή χύτρα της κοινωνίας, είναι η εκτεταμένη παραοικονομία που παρά τις προσπάθειες της κυβέρνησης δεν έχει καταφέρει να τιθασευτεί.
Αυτή την παραοικονομία έχουν πρωτίστως στόχο τα νέα φορολογικά μέτρα. Βεβαίως δεν διεκδικούν δάφνες δικαιοσύνης. Είναι όμως αναγκαία. Μια πρώτη κακόπιστη ανάγνωση των νέων μέτρων που περιλαμβάνουν επαναφορά παλαιοτέρων θα μπορούσε να κάνει λόγο για ομολογία αποτυχίας της έως σήμερα ακολουθούμενης πολιτικής. Ωστόσο, είναι λάθος να παραβλέπει κανείς τη δύσκολη παγκόσμια συγκυρία με την κούρσα των τιμών του πετρελαίου αλλά και την εκτεταμένη φοροδιαφυγή. Γεγονότα που επιβάλλουν εκ των πραγμάτων τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης. Άλλωστε, ο κίνδυνος επανόδου της χώρας στο καθεστώς της κοινοτικής επιτήρησης υπενθυμίζει ότι το μη χείρον βέλτιστον. Εκείνο, όμως που προέχει είναι να αποκτήσουμε κάποτε φορολογική συνείδηση. Να αντιληφθούμε ότι οι φόροι είναι ανταποδοτικοί των υπηρεσιών που μας προσφέρει η συντεταγμένη Πολιτεία. Και την επόμενη φορά που θα διαμαρτυρηθούμε για το επίπεδο αυτών των υπηρεσιών ας αναλογιστούμε πόσο φόρο πληρώσαμε φέτος.
* Ο Μάξιμος Χαρακόπουλος είναι βουλευτής Λάρισας της Νέας Δημοκρατίας, διδάκτωρ Κοινωνιολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου