Σε άρθρο μου την 31/8/2008, για τη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης, κατέληγα με την ευχή ότι είναι η τελευταία ευκαιρία για τον πρωθυπουργό της χώρας, εγκαινιάζοντας για πέμπτη συνεχή χρονιά αυτήν (73η), να εγκαινιάσει συγχρόνως μια νέα αρχή για την ελληνική κοινωνία, που τόσα χρόνια την περιμένει ο ελληνικός λαός και αυτή ακόμη δεν έρχεται. Τον καλούσα να κοιτάξει τους Έλληνες κατάματα και να τους πει την αλήθεια και μόνο την αλήθεια.
Δυστυχώς, τόσο κατά την ομιλία του ο πρωθυπουργός, όσο και κατά τη συνέντευξή του που επακολούθησε, δεν προσεκόμισε τίποτε το καινούριο στη χάραξη της κυβερνητικής πολιτικής και γενικά στο μοντέλο διακυβέρνησης της χώρας. Αρκέστηκε με αυταρέσκεια να επαναλάβει για πολλοστή φορά τα ίδια πράγματα, όπως θα συνεχίσουμε αταλάντευτα την ίδια δημοσιονομική πολιτική, για την εξυγίανση της οικονομίας, θα προχωρήσουμε στις μεταρρυθμίσεις που έχει ανάγκη ο τόπος (διοικητική μεταρρύθμιση), θα συγκρουσθούμε με τα όποια συμφέροντα αντιτίθενται στη γραμμή μας. Προτιμώ να είμαι δυσάρεστος και χρήσιμος, παρά ευχάριστος και άχρηστος. Εγγυώμαι την ομαλή πορεία τής χώρας και ότι οι όποιες δυσκολίες και αντιξοότητες που υπάρχουν, είναι προσωρινές και γρήγορα θα ξεπεραστούν και είναι τελικά αισιόδοξος για το μέλλον του λαού μας.
Με λίγα και απλά λόγια, ήταν μια καλή έκθεση ιδεών, χωρίς να αγγίξει όμως καθόλου τα οξύτατα κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα και χωρίς να δώσει εξηγήσεις και διευκρινίσεις, πώς πρόκειται να αντιμετωπίσει η κυβέρνησή του όλες αυτές τις αντιξοότητες και δύσκολες καταστάσεις που καθημερινά ορθώνονται μπροστά της και απαιτούν εδώ και τώρα λύσεις και όχι να παρακάμπτονται για το μέλλον και να ρίχνονται ως συνήθως τα πάντα και για πάντα στις ελληνικές καλένδες. Είχαμε, όπως λέει και ο λαός μας, μία από τα ίδια, με την ίδια γεύση.
Το έχω ξαναγράψει και δεν δυσκολεύομαι να το επαναλάβω, ότι η πρώτη κυβέρνηση Καραμανλή παρουσιάστηκε άτολμη, μουδιασμένη και δίστασε αδικαιολόγητα να πάρει πρωτοβουλίες πάνω στην οργάνωση του κράτους και στη Δημόσια Διοίκηση, η διατυμπανιζόμενη δε σε κάθε ευκαιρία «Επανίδρυση του κράτους» έμεινε τελικά γράμμα κενό και η όλη κρατική μηχανή παρέμεινε στην ίδια δομή και διάρθρωση που βρήκε. Μόνιμη δε επωδός, τόσο του πρωθυπουργού όσο και των υπουργών του, ήταν και είναι ότι για όλα τα κακά και τα δεινά που κατατρέχουν τον τόπο, αποκλειστικά υπεύθυνο είναι το ΠΑ.ΣΟ.Κ. και οι κυβερνήσεις του.
Σε αυτό συνέβαλε πολύ και η ανικανότητα του ΠΑ.ΣΟ.Κ., και ιδιαίτερα του προέδρου του, να ορθώσει το δικό του πολιτικό λόγο και να προβάλει τις δικές του προτάσεις για την πορεία τού τόπου. Όλο αυτό το διάστημα, όπως λέμε και ποδοσφαιρικά, ο πρωθυπουργός έπαιζε στο δικό του γήπεδο και ουσιαστικά χωρίς αντίπαλο. Ακόμα και τώρα που η κυβέρνησή του κλυδωνίζεται εσωτερικά από τις αντιθέσεις των υπουργών της και από την ανταρσία αρκετών βουλευτών της. Εντούτοις το ΠΑ.ΣΟ.Κ. δεν μπορεί να εκμεταλλευτεί αυτήν την ευκαιρία να πάρει όλες εκείνες τις αναγκαίες πρωτοβουλίες κατά περίπτωση και να περάσει δυναμικά μπροστά.
Επανερχόμενος στα της Εκθέσεως, ακούσαμε τον πρωθυπουργό να προσπαθεί να δικαιολογήσει τα πάντα γύρω από το κυβερνητικό του έργο, απέφυγε αυτή τη φορά ευκρινώς σκεπτόμενος να αναφερθεί στο παρελθόν και στο ΠΑ.ΣΟ.Κ. και όλα τα απέδωσε σε εξωγενείς παράγοντες, στη διεθνή ύφεση και στη φρενήρη αύξηση των τιμών του πετρελαίου και παρά ταύτα η κυβέρνησή του δεν πρόκειται να αλλάξει ρότα και γραμμή και θα επιμείνει σ’ αυτήν.
Ο κ. Πρωθυπουργός απέφυγε τεχνηέντως να αναφερθεί πώς θα αντιμετωπίσει τη βαθιά οικονομική κρίση που αντιμετωπίζει η χώρα, όπως το τεράστιο δημόσιο χρέος που πλησιάζει ήδη τα 260 δισ. ευρώ, τον πληθωρισμό στο 4,7, την ακρίβεια και την αισχροκέρδεια, που έχει βυθίσει στη φτώχεια και στην ένδεια ένα μεγάλο μέρος τού ελληνικού λαού, 2.300.000 άνθρωποι, δηλαδή 732.000 νοικοκυριά, που ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας, που είναι 5.500 ευρώ ετησίως. Παράγουμε 100 ευρώ και χρωστάμε 95 ευρώ. Επ’ αυτών, ο κ. Καραμανλής δεν είπε λέξη, αλλά κατά την προσφιλή του μέθοδο θυμήθηκε την πάταξη της φοροδιαφυγής (φοροκλοπής), όπως συνέχεια κάνει πάντοτε σ’ αυτές τις περιπτώσεις. Η φοροδιαφυγή, που φθάνει ήδη τα 21 δισ. ευρώ, που είναι απόρροια και της χαλάρωσης, που επήλθε με την ανάληψη της εξουσίας από την παρούσα κυβέρνηση το Μάρτιο του 2004 ως προς την είσπραξη των φόρων, που κατάργησε αμέσως το Σώμα Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος (ΣΔΟΕ), με τυμπανοκρουσίες και απαξιώνοντας τελείως το θεσμικό αυτό όργανο.
Στη Θεσσαλονίκη, ο πρωθυπουργός μού θύμισε έναν οδηγό που είχε εισέλθει στο αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας και ακούγοντας από το ραδιόφωνο του αυτοκινήτου του τις οδηγίες που έδιδαν ραδιοφωνικά οι αρμόδιοι με το συμβάν, που καλούσαν τον οδηγό αυτόν, για ευνόητους λόγους, να ακινητοποιήσει στην άκρη του δρόμου το όχημά του, ο οδηγός, αντί να συμμορφωθεί αμέσως με τις οδηγίες που συνεχώς του εδίδοντο, έκλεισε το ραδιόφωνό του και είπε ότι οι άνθρωποι αυτοί κάνουν λάθος. Εγώ είμαι σε κανονικό δρόμο, οι άλλοι πάνε αντίθετα και συνέχισε την πορεία του. Το ίδιο πιστεύω ότι κάνει σήμερα και ο πρωθυπουργός μας. Ενώ ο τόπος στην κυριολεξία βουλιάζει, αυτός προχωρά με το ίδιο φθαρμένο επιτελείο, χωρίς να ακούει κανέναν, να καλύπτει υπουργούς, που με τη στάση τους και τη συμπεριφορά τους έρχονται σε πλήρη αντίθεση με το κοινωνικό σύνολο και οι οποίοι, τελικά, τον εκθέτουν ανεπανόρθωτα.
Ο ελληνικός λαός για πολλοστή φορά ακούει από τον κ. Καραμανλή να επαναλαμβάνει συνεχώς και μάλιστα με επίφαση τα ίδια πράγματα, όπως: θα συγκρουστούμε με τα όποια συμφέροντα, μηδενική ανοχή στη διαφθορά και στη διαπλοκή και θα προχωρήσουμε αταλάντευτα στις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις, στην επανίδρυση του κράτους κ.λπ. να μην αλλάζει πολιτική, παρότι ηγείται όχι μιας μέτριας, αλλά μιας ανίκανης κυβέρνησης και να είναι ακόμα κυρίαρχος της πολιτικής κατάστασης της χώρας, να θεωρείται με μεγάλη διαφορά ως ο πλέον καταλληλότερος ως πρωθυπουργός και τούτο γιατί απέναντι στους ανίκανους βρίσκονται οι άχρηστοι και αυτό τα λέει όλα.
Συμπερασματικά, εκείνο που προκύπτει από την όλη εμφάνιση του πρωθυπουργού στην 73η Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης είναι ότι η κυβέρνησή του έχει χάσει προ πολλού τον «μπούσουλα» και έτσι η χώρα βυθίζεται καθημερινά στη μιζέρια, στη χρεοκοπία, στην υποανάπτυξη και στην καθυστέρηση. Κύριε Πρωθυπουργέ, πάρτε αμέσως όλες εκείνες τις αναγκαίες, απαραίτητες, αλλά και θαρραλέες πρωτοβουλίες που απαιτούνται κατά περίπτωση, γιατί αργότερα θα είναι πολύ αργά για σας, για την κυβέρνησή σας, αλλά και για τον τόπο μας.