Ο φίλος μου που με κάλεσε να επισκεφθώ την κατασκήνωση των «φίλων του βουνού» ήταν παραστατικότατος και πολύ πειστικός στις περιγραφές του για την ομορφιά της περιοχής, τη γαλήνια ατμόσφαιρα και τη γραφικότητα του τοπίου, όπου εδώ και είκοσι πέντε χρόνια μια παρέα, νέων ανδρών τότε, έστησε την κατασκήνωσή της. Έκτοτε και χωρίς διακοπή πραγματοποιούν την καλοκαιρινή τους συνάντηση, από τις αρχές Ιουλίου και για ένα 20ήμερο, μακριά από τις πολυθόρυβες αστικές περιοχές, χωρίς συζύγους και παιδιά, χωρίς δεσμεύσεις.
Σήμερα, ώριμοι άνδρες πια μεταξύ τους και ηλικιωμένοι, δεν άλλαξαν σε τίποτε αυτή τη φυσιολατρική τους συνήθεια. Κάθε καλοκαίρι πραγματοποιούν την ετήσια συνάντησή τους σε υψόμετρο 1.600 μέτρων, σ’ ένα πλάτωμα στα Καμβούνια όρη, ανάμεσα στα έλατα, τα πεύκα και τους κέδρους, σε μια κατάφυτη περιοχή, έντεκα χιλιόμετρα από τη Δεσκάτη, κοντά στο Καταφύγιο του Ορειβατικού Συλλόγου.
Εκεί βρέθηκα ένα Σαββατοκύριακο του Ιουλίου, απολαμβάνοντας μια υπέροχη θέα. Από τα ανατολικά στο βάθος ένας ζωγραφικός πίνακας, η Δεσκάτη, από τα δυτικά ένας υπέροχος πολύχρωμος τάπητας φιλοτεχνημένος από μια οροσειρά και σαράντα περίπου χωριά των Γρεβενών, ενώ στο βάθος διακρίνονταν η Κοζάνη... Κι εμείς να αγναντεύουμε από το ύψος των 1.600 μέτρων, τα πέριξ των Καμβουνίων.
Η μαγεία της φύσης ήταν όπως μου την περιέγραψε ο φιλόξενος φίλος και οι δέκα περίπου σύντροφοί του, που μας υποδέχθηκαν. Και δεν ήμουν ο μόνος. Έγινε θεσμός πια αυτά τα χρόνια, για τους «φίλους του βουνού» της Δεσκάτης, να καλούν πλήθος κόσμου στην ιδιότυπη αυτή σύναξή τους, κάθε καλοκαίρι. Είναι πάρα πολλοί αυτοί που ανταποκρίνονται κάθε χρόνο στο κάλεσμα και χαίρονται μαζί τους μια ελεύθερη και ξέγνοιαστη διαμονή, ανάμεσα σ’ ένα μαγευτικό φυσικό περιβάλλον. Ανάμεσά τους επιστήμονες, πολιτικοί, καλλιτέχνες, διανοούμενοι, απλοί άνθρωποι, επώνυμοι και ανώνυμοι γίνονται ένα. Και ανάμεσα σε φαγοπότι και χωρατά, πιοτό και μουσική περνούν αξέχαστες ώρες. Δεν λείπουν οι... φιλοσοφικές συζητήσεις, όπως και οι πολιτικοί ή κοινωνικοί σχολιασμοί! Η συμμετοχή νέων ανθρώπων που αγαπούν τη μουσική και το τραγούδι έχει πλέον καθιερωθεί. Έτσι άσχετα από ηλικία, κοινωνική θέση και νοοτροπία, η παρέα μεγαλώνει κάθε φορά, όλοι συμμετέχουν ισότιμα με διακριτικότητα αξιοσημείωτη και αλληλοσεβασμό. Οι ιδιαιτερότητες των χαρακτήρων αμβλύνονται, η ηρεμία και το όμορφο περιβάλλον βγάζει τα καλά στοιχεία τής ανθρώπινης φύσης και τους κάνει όλους ρομαντικούς και καλλιτέχνες.
Είχα την ευκαιρία να απολαύσω ένα κεφάτο μουσικό βραδινό, με δυο μπουζούκια, μια κιθάρα, ένα ούτι και ένα νταούλι... Παραδοσιακά, ρεμπέτικα και έντεχνη λαϊκή μουσική και τραγούδια, σ’ ένα πλούσιο ρεπερτόριο, μας κράτησαν ως αργά τη νύχτα μ’ ένα αδιάπτωτο κέφι, παρέα με την πανσέληνο και τον έναστρο ουρανό.
Οι «οικοδεσπότες» μάς επιφύλαξαν μια υποδειγματική φιλοξενία.
Την έλλειψη κάποιων ανέσεων – φυσική συνέπεια στην εξοχή – αναπλήρωνε η φιλότιμη διάθεση και η εγκάρδια προθυμία να μας παράσχουν κάθε τι που θα έκανε την παραμονή μας στην κατασκήνωση ευχάριστη. Η προσφορά των φαγητών, των μεζέδων και των κρασιών απλόχερη. Με αγνά υλικά από προσωπικές προσφορές φίλων του βουνού και με εκπληκτική γνώση στην παρασκευή των φαγητών, κάθε γεύμα αποτελούσε μια απόλαυση κοινοβιακού τύπου.
Οι περίπατοι στο βουνό έδωσαν μια άλλη διάσταση στην παραμονή μας εκεί και είχαμε την ευκαιρία να γεμίσουμε τα πνευμόνια μας με καθάριο αέρα ανάμικτο με το άρωμα του έλατου.
Όλοι οι άνθρωποι ονειρεύονται να ζήσουν κάποιες στιγμές γαλήνης και ηρεμίας που προσφέρει η φύση. Αλλά αυτή η συντροφιά των ανδρών που μας φιλοξενούσε με τον απλό, πρωτόγονο ίσως, τρόπο της είχε την ευκαιρία να ζει μέσα στο όνειρο. Τι είναι αλήθεια το όνειρο; Κι αν το όνειρο είναι αυτό που μας βγάζει από την καθημερινή σκληρότητα της ζωής γιατί να μην υπολογίζουμε σ’ αυτόν τον πλούτο που έχουμε σ’ αυτή τη γη, σ’ αυτά τα βουνά, σ’ αυτή τη θάλασσα, σ’ αυτή την ομορφιά που σπαργανώνει όλη την Ελλάδα και κάνει ως και τις πέτρες της να αποδίδουν χρώματα κι αρώματα απ’ το χάραμα ως το ηλιοβασίλεμα;
Μια τέτοια φύση σαν τη δική μας δεν είναι ένα είδος αγάπης που μας περιβάλλει, μια θεία χάρη που κάνει τους ανθρώπους ημερότερους, ευγενέστερους και πιο φιλότιμους;
Δεν υπάρχει φανταστικότερο πράγμα από την πραγματικότητα, έγραψε ο Ντοστογιέφσκι και το θυμήθηκα γιατί η απλή αυτή πραγματικότητα, που μόνον η ανοιχτή καρδιά αναγνωρίζει και εκτιμά, ήταν πράγματι φανταστική.
Σκέφτεται κανείς πόσο εύκολη γίνεται η ζωή όταν ο άνθρωπος δεν έχει πολλές απαιτήσεις και αρκείται στα λίγα που διαθέτει. Πόσο πιο όμορφες γίνονται οι ανθρώπινες σχέσεις όταν αποδέχεσαι τον άλλον χωρίς μίζερες σκέψεις, ανυπόκριτα και απλά.
«Ζωή που δεν μοιράζεται είναι ζωή χαμένη» λέει ένα τραγουδάκι, κι αυτές οι συναντήσεις των «φίλων του βουνού»,ανάμεσα στα άλλα, δίνουν στον επισκέπτη της κατασκήνωσής τους κι αυτό το μήνυμα με όλη του τη φιλοσοφική διάσταση.
Η ψυχή τού ανθρώπου βρίσκει τρόπους να αναδιπλώνεται και να αναπηδάει πάνω από την ανυπόφορη φαυλότητα των ημερών μας και να συναντιέται «εν αγάπη» κάτω από τον αβασίλευτο ελληνικό ήλιο. Οι «φίλοι του βουνού» το καταφέρνουν κάθε καλοκαίρι καθώς μοιράζονται τις εμπειρίες τους αυτές με τους καλεσμένους τους.
Αν η ζωή ήταν πιο εύκολη, έτσι που να μπορεί να στήνει και να ξεστήνει κανείς τέτοια μικρά κοινόβια, θα μπορούσε ο άνθρωπος να κάνει μια σειρά δοκιμές, ζητώντας να δημιουργήσει έναν κόσμο με όσο γίνεται ιδανικότερους όρους ομαδικής συμβίωσης. Αυτές τις ιδανικές ανθρώπινες κοινότητες τις ονειρεύτηκαν αναρίθμητοι απλοί άνθρωποι στον κόσμο. Προσπάθησαν να τις σχεδιάσουν μέσα στη ρέμβη τους, να τις παραστήσουν στη διάταξή τους και στην κίνησή τους, τις είδαν κάτω από το φως της δικής τους καρδιάς. Οι μέρες τους θα ήταν ευλογία θεού και οι νύχτες τους χωρίς φόβο. Κάτι σαν κοινόβια με ανοιχτές πόρτες. Από τον Πλάτωνα και τον Αγιο Αυγουστίνο, ως τον Τόμας Μουρ, δεν είναι λίγοι που ονειρεύτηκαν τις ιδανικές πολιτείες, την ιδανική ανθρώπινη συμβίωση. Ανάμεσά τους και απλοί άνθρωποι σαν τους «συντρόφους του βουνού» που μας φιλοξένησαν στα βουνά της Δεσκάτης.
Γιατί αυτό που ένιωσα κοντά τους αυτές τις λίγες ώρες στην κατασκήνωσή τους ήταν η διάχυτη προσπάθεια να ζουν οι άνθρωποι απλά και απέριττα. Για να ξαναβρίσκουν έτσι το φυσικό τους χαμόγελο, τη φυσική τους φωνή, τη φυσική τους κίνηση, τη φυσική τους συμπεριφορά. Να βρουν τον εαυτό τους τελικά. Κι αν είναι να το πετύχουν μέσα από συνάξεις κοινοβιακού τρόπου με απόλυτη, σχεδόν αναρχική, ελευθερία γιατί όχι...