Ο πρωθυπουργός Γιώργος Α. Παπανδρέου «ξάφνιασε» όταν, προ ημερών, δήλωσε πως «έχουν δίκιο οι πολίτες», οι οποίοι διαδηλώνουν κατά των οικονομικών μέτρων, που υλοποιεί η κυβέρνησή του (με τη στήριξη του ΛΑΟΣ και καθ’ υπαγόρευση της ΕΕ, της ΕΚΤ και του ΔΝΤ) προσθέτοντας πως «και εγώ θα διαδήλωνα στη θέση τους, καθώς τα οικονομικά μέτρα που λάβαμε είναι επώδυνα».
Η δήλωση αυτή του Γ. Α. Παπανδρέου, όσο κι αν ξάφνιασε, είναι βαθιά υποκριτική, αφού είναι βέβαιο ότι, παρά τα όσα περί του αντιθέτου δημοσίως δηλώνει περί προστασίας των αδυνάτων, η πραγματικότητα είναι διαφορετική, καθώς η κοινωνία έχει αρχίσει να γονατίζει, πνέει τα μένεα κατά του καταρρέοντος μεταπολιτευτικού πολιτικού συστήματος, το οποίο, ωστόσο, με τη σειρά του, προσπαθεί απεγνωσμένα, με «μπαλώματα» και με δήθεν κινήσεις αυτοκαθάρσεως να αλλάξει, προκειμένου , όπως ευελπιστεί, να διασωθεί.
Εξάλλου, είναι, επίσης, βέβαιο, πως η ανωτέρω δήλωση του πρωθυπουργού θα πρέπει να ενταχθεί σε μια ευρύτερη (επικοινωνιακού χαρακτήρα) προσπάθεια της κυβερνήσεως να καταλαγιάσει και να διαχειρισθεί τη λαϊκή οργή, που, ήδη, αποτυπώνεται σε δημοσκοπήσεις και αφορά όχι μόνο στην πολιτική και τους πολιτικούς, αλλά, κυρίως και κατ’ αρχήν, στα δύο κόμματα εξουσίας, το ΠΑΣΟΚ και την ΝΔ, που κυβέρνησαν τον τόπο τα τελευταία 35 χρόνια.
Κι αυτή η προσπάθεια περιλαμβάνει «αλλαγές» στο πολιτικό σύστημα, κινδυνολογία, με απειλές περί χρεοκοπίας της χώρας, επίκληση του «εθνικού συμφέροντος» (και ενίοτε του πατριωτισμού των ελλήνων) σύσταση εξεταστικών επιτροπών, με βάση τη λογικοφανή επιχειρηματολογία ότι για τα ελλείμματα και τα χρέη της χώρας ευθύνονται «κάποια λαμόγια» και «κάποιοι κλέφτες» – και όχι φυσικά η ίδια η δομή του συστήματος και ο στρεβλός οικονομικός τρόπος αναπτύξεως της Ελλάδος – δηλαδή, επί της ουσίας έχουμε σε εξέλιξη μια επιχείρηση «καθαρή βιτρίνα».
Ωστόσο, την ίδια στιγμή οι εκπρόσωποι των βιομηχάνων, διά του Προέδρου του ΣΕΒ Δημήτρη Δασκαλόπουλου, δείχνουν να εγκαταλείπουν τους παραδοσιακά προστατευόμενούς τους, δηλαδή τα κόμματα του μεταπολιτευτικού πολιτικού συστήματος και προς τούτο παρουσίασαν ένα πολιτικό μανιφέστο, με το οποίο ουσιαστικά βάλλουν εναντίον όλων, με αποτέλεσμα να έχει ξεσπάσει «πόλεμος» βιομηχάνων και κομματικών σχηματισμών, οι οποίοι (ιδιαίτερα το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ) διαβλέπουν μια επιχείρηση παραμερισμού τους, από έναν «μπερλουσκονισμό» αλά ελληνικά.
«ΚΑΘΑΡΗ ΒΙΤΡΙΝΑ»
Στη λογική της προωθήσεως αυτής της «καθαρής βιτρίνας» θα πρέπει να ενταχθούν οι κυβερνητικές προσπάθειες για αλλαγές – μπαλώματα στο πολιτικό σύστημα, η (υποκριτική) παραδοχή, από όλα τα κυβερνητικά χείλη, του δίκιου των εργαζομένων, οι οποίοι αντιπαλεύουν τα οικονομικά μέτρα.
Υπό το πρίσμα αυτό, το πολιτικό σύστημα επιδιώκει τη θωράκισή του και προσπαθεί να στήσει ένα σκηνικό αποπροσανατολισμού των εργαζομένων, με την προβολή της «στρουθοκαμηλικής» επιχειρηματολογίας πως για την οικονομική κρίση, τα ελλείμματα και τα βάρβαρα μέτρα, δεν φταίει το ίδιο το σύστημα, η δομή του και οι αντιφάσεις του, αλλά υπαίτιος είναι η αδιαφάνεια και η διαφθορά και η κρίση των θεσμών, για την οποία δεν φέρει ευθύνη το σύστημα και εν πάση περιπτώσει η όποια ευθύνη του θα αναληφθεί και θα διορθωθεί, δια της αυτοκαθάρσεως.
Προς τούτο, πέραν των όσων συμφώνησαν (ή διαφώνησαν, συμφωνώντας) στη σύσκεψη των τριών πολιτικών αρχηγών οι κ. Παπανδρέου – Σαμαράς και Καρατζαφέρης σχετικά με το πολιτικό σύστημα, προωθούνται και νέες εξεταστικές επιτροπές (άραγε για να λάμψει η αλήθεια ή η αλήθεια που αυτοί θέλουν να λάμψει…) και τονίζεται πως θα πιαστούν και θα τιμωρηθούν όλοι όσοι έκλεψαν.
Αλλά κι εδώ τα πράγματα δεν είναι ευδιάκριτα και σαφή, καθώς όσο καλές κι αν φαίνεται πως είναι οι προθέσεις των αρχηγών (εν προκειμένω των κ. Παπανδρέου και Σαμαρά) αυτές δύσκολα μπορεί να υλοποιηθούν, καθώς παραμένουν δέσμιοι μικροκομματικών υπολογισμών και εσωκομματικών συσχετισμών.
Προφανώς δε υπονοείται πως αν επισυμβούν όλα αυτά, δηλαδή η κάθαρση ή η αυτοκάθαρση, τότε το πρόβλημα – έτσι θέλουν να πιστεύουν - θα έχει, ως δια μαγείας, λυθεί.
Όμως, το πρόβλημα δεν θα έχει λυθεί, αφού τα βάρβαρα μέτρα παραμένουν και ουδείς μπορεί να πείσει την κοινωνία πως για τα ελλείμματα και τα χρέη φταίνε μόνο κάποια «λαμόγια».
Δεν είναι δε τυχαίο πως στην ίδια πολιτική πρακτική εντάσσεται η αποδοχή από το ίδιο το πολιτικό σύστημα (και η περαιτέρω προβολή, δια των ΜΜΕ) του λαϊκού αιτήματος «να πληρώσουν οι κλέφτες», ενώ δεν διστάζουν να εκθέσουν και να «κάψουν» δικούς τους ανθρώπους, στελέχη των κομμάτων τους, τονίζοντας πως χρειάζεται κάθαρση, αλλά και «συναίνεση» ώστε να ξεπεραστεί η κρίση του πολιτικού συστήματος.
Εν προκειμένω σημειώνεται το πως «κάηκε» ο γνωστός λαϊκός τραγουδιστής Τόλης Βοσκόπουλος (για βεβαιωμένα χρέη του, ύψους 5,5 εκατομμυρίων ευρώ προς στην εφορία) με αποτέλεσμα να υποχρεωθεί σε παραίτηση η σύζυγός του, υφυπουργός Τουρισμού Άντζελα Γκερέκου.
Ούτε, επίσης, είναι τυχαίο πως «βγήκε στα μανταλάκια» η είδηση πως 850.000 πολίτες οφείλουν δεκάδες δισ. ευρώ στην εφορία, εκ των οποίων 8.500 χρωστούν περί τα 25 δισ. ευρώ, πλην, όμως, επί τόσα χρόνια ουδείς επεδίωξε με σοβαρό τρόπο να εισπράξει αυτά τα χρέη, τα οποία – αν είχαν εισπραχθεί – θα κάλυπταν ένα μεγάλο μέρος από το χρέος της χώρας.
Εσχάτως δε ενεφανίσθη και ο παλαιός αστέρας του «σημιτικού» εκσυγχρονισμού Τάσος Μαντέλης, ο οποίος ομολόγησε κυνικά (θεωρώντας ότι καλύπτεται από την παραγραφή του συγκεκριμένου αδικήματος) ότι λαδώθηκε («χορηγία» το ονόμασε) από τη Siemens, αλλά φαίνεται πως «την πάτησε» και έτσι θα διωχθεί για άλλα αδικήματα. Είναι προφανές πως κάποιος (εν προκειμένω ο Τ. Μαντέλης – γιατί είναι εμφανές πως ο Rocco δεν ήταν μόνος, αλλά είχε και τα... αδέλφια του, όπως θα έλεγε ο Λουκίνο Βισκόντι, τα οποία επίσης λαδώθηκαν) θα πρέπει να την πληρώσει.
Προφανώς όλα αυτά είναι η αρχή (προεξοφλείται, άλλωστε, πως θα ακολουθήσουν κι άλλες παρόμοιου τύπου αποκαλύψεις – πραγματικές ή μη) καθώς μάλιστα έτσι όπως έχει διαμορφωθεί το πολιτικό και κοινωνικό κλίμα, η παραμικρή φήμη, η οποία διοχετεύεται ανώνυμα, μέσα από τα περιβόητα και ανεξέλεγκτα blogs, προσλαμβάνει μεταφυσικές διαστάσεις και μετατρέπεται αυτομάτως σε αλήθεια.
Αλλά είπαμε, το σύστημα πρέπει να θωρακιστεί για να αντιμετωπίσει την κατάρρευσή του και κάποιοι θα πρέπει να ριχτούν (δικαίως εν προκειμένω) στα λιοντάρια της αρένας, ώστε τουλάχιστον να υπάρχει θέαμα, αφού δεν υπάρχει άρτος.
Η ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΣΕΒ
Αυτά, όμως, δεν επαρκούν για να δικαιολογήσουν και κυρίως να αποκρύψουν την αιτία της κρίσεως και τις νέες θυσίες της κοινωνίας.
Ως εκ τούτου δεν είναι άσχετη και η προσπάθεια που καταβάλλουν οι επιχειρηματίες (δηλαδή αυτοί που κατά γενική παραδοχή εκφράζουν το «οικονομικό» το οποίο, όμως, έχει επικαλύψει το «πολιτικό» στην κοινωνία και είναι αυτό που ηγεμονεύει και καθορίζει) με δημαγωγικό τρόπο, οι οποίοι «νουθετούν» τα κόμματα, παριστάνουν τη «νηφάλια» φωνή της κοινωνίας.
Και βλέπουμε επιχειρηματίες (ανάμεσά τους τον πρόεδρο του ΣΕΒ και τον Α. Βγενόπουλο) να υπερθεματίζουν για την ανάγκη να αναμορφωθεί το πολιτικό σύστημα, λέγοντας πως η αναξιοπιστία του ευθύνεται για τα δεινά του τόπου, με αποτέλεσμα να ξεσπάσει πόλεμος μεταξύ κομμάτων και επιχειρηματιών.
«Αν το κράτος δεν αλλάξει, ο τόπος μας θα βουλιάξει. Κι αν τα κόμματα δεν κόψουν αυτοβούλως τον ομφάλιο λώρο με το κράτος που εξέθρεψαν για να τα εκτρέφει, το πολιτικό σύστημα κινδυνεύει να βρεθεί σε επικίνδυνο αδιέξοδο. Δική του ευθύνη είναι να υπερβεί τον εαυτό του», τόνισε ο Δημ. Δασκαλόπουλος.
Υποστήριξε ότι δεν τίθεται θέμα ιδρύσεως κόμματος επιχειρηματιών, καθώς «το «κόμμα» μας αποτελεί εδώ και χρόνια μια υπαρκτή πραγματικότητα, που στηρίζει την οικονομική πρόοδο και συμβάλλει στην κοινωνική συνοχή, στη δημοκρατική σταθερότητα».
Ως δε γνήσιος εκπρόσωπος του δόγματος της ελευθερίας της αγοράς (λησμονώντας πως η ασύδοτη και ελεύθερη αυτή αγορά συνιστά τη βασικότερη αιτία αυτής της οικονομικής κρίσεως και ότι τα υπερκέρδη της τάξεως που εκπροσωπεί σπανίως επενδύονταν, σπανίως δημιουργούσαν ανάπτυξη, αλλά απλώς μεταφέρονταν στο εξωτερικό…) τόνισε επίσης ότι «η κρατικοδίαιτη ανάπτυξη με δανεικά μάς τελείωσε. Η έμφαση δεν θα είναι πλέον στις επιδοτήσεις και στην κατανάλωση, αλλά στην παραγωγική οικονομία και στην προστιθέμενη αξία».
«Ο Πρόεδρος του ΣΕΒ έβγαλε αφρούς από το στόμα», εκτίμησε το ΚΚΕ με αφορμή τις υποδείξεις και τις απαιτήσεις των βιομηχάνων , αλλά και τα όσα είπε ο Δ. Δασκαλόπουλος περί «εξαλλοσύνης και υπόθαλψης της τυφλής βίας» τα οποία προφανώς αφορούσαν την Αριστερά και τους αγώνες της κατά των οικονομικών μέτρων τα οποία ο ΣΕΒ στηρίζει.
«Όσοι ζητούν την αντικατάσταση του πολιτικού κόσμου από κάποιον άλλον εφευρέτη προσβάλλουν τη δημοκρατία», δήλωσε ο Υπουργός της Δικαιοσύνης Χάρης Καστανίδης, προσθέτοντας ότι «δεν μπορούν να κρίνουν την πολιτική, επιχειρηματίες βουτηγμένοι στη διαπλοκή και τώρα ανακάλυψαν πως η ελεύθερη οικονομία μπορεί να δώσει τη λύση του προβλήματος». Και ανέδειξε εν προκειμένω, σχολιάζοντας την ομιλία του προέδρου του ΣΕΒ την παροιμία «χόρτασε η ψείρα και βγήκε στο γιλέκο».
Ο δε κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΠΑΣΟΚ, Χρήστος Παπουτσής, παραγνωρίζοντας τα όσα περί του αντιθέτου λέγονται και καταγγέλλονται τα τελευταία χρόνια, έσπευσε να πει πως «η δημοκρατία στη χώρα μας δεν μπορεί να αποδεχτεί βουλευτές υπαλλήλων των κομμάτων ή των επιχειρήσεων», αν και ουσιαστικά στήριξε τις αιτιάσεις του Δ. Δασκαλόπουλου κατά της Αριστεράς, με επίθεση κατά του ΚΚΕ, λέγοντας ότι «οι απόψεις του κόμματος αυτού θα πρέπει να συνάδουν με το Σύνταγμα της χώρας και το αξιακό πλαίσιο που εμείς εδώ υπηρετούμε».
Είναι πρόδηλον πως η παρέμβαση του ΣΕΒ αποτελεί σύμπτωμα της κρίσεως του πολιτικού συστήματος, το αποσταθεροποιεί περαιτέρω, σύμφωνα δε με τις περισσότερες εκτιμήσεις εντάσσεται σε εκείνο ρεύμα που παρατηρείται σε ανεπτυγμένες χώρες της Ευρώπης, ακραίος εκφραστής του οποίου είναι ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι.
«Η υπέρμετρη ενίσχυση της δύναμης της οικονομικής ελίτ την οδηγεί σε τέτοιο βαθμό αλαζονείας που επιδιώκει πλέον να καταργήσει εντελώς το πολιτικό προσωπικό - έστω και διαχειριστικού διαμετρήματος - και να αναλάβει η ίδια την άσκηση και της πολιτικής εξουσίας» εκτιμά ο Γιώργος Δελαστίκ («Έθνος»), ο δε Σταύρος Λυγερός («Καθημερινή») επισημαίνει πως «οι επικεφαλής των κοινωνικών οργανώσεων δεν πρέπει να μασάνε τα λόγια τους για το πολιτικό σύστημα, αλλά δεν έχουν ηθικοπολιτικό δικαίωμα να «κουνάνε το δάκτυλο» όσοι έχουν σοβαρές ευθύνες για τη σημερινή κατάντια. Ο Δ. Δασκαλόπουλος θα έβρισκε άλλη υποδοχή εάν είχε αρχίσει με γενναία αυτοκριτική. Προτίμησε, όμως, τον εύκολο και βολικό δρόμο της ρήσης «δρυός πεσούσης πας ανήρ ξυλεύεται»».
Το θέμα είναι πως η κοινωνία καταρρέει, το πολιτικό σύστημα καταρρέει - αν και θέλει να πιστεύει πως αποτελεί μέρος της λύσεως και ότι δεν αποτελεί πρόβλημα το ίδιο - και ο κίνδυνος πολιτικής αστάθειας είναι κάτι παραπάνω από εμφανής, με επιπτώσεις πιθανώς ανεξέλεγκτες.
Τίποτε δεν είναι δεδομένο και τίποτα δεν μπορεί να προβλεφθεί.