Παλιότερα είχαμε προσπάθεια ασκήσεως εξωτερικής πολιτικής με ζεϊμπέκικο, αργότερα την είχαμε με κουμπαριές, πλην, όμως, αυτές, η Τουρκία τις ξέχασε και τις αντικατέστησε με «κάρφωμα» του Κώστα Καραμανλή, «κουμπάρου» του Ρ. Τ. Ερντογάν, για τη στάση του στο Κυπριακό και το σχέδιο Ανάν.
Σήμερα, έχουμε προσπάθεια ασκήσεως εξωτερικής πολιτικής μέσω οικονομικών συμφωνιών, προκειμένου, όπως (θέλει να) ευελπιστεί (έτσι τουλάχιστον λέει) η, μη έχουσα συγκεκριμένη στρατηγική, ελληνική κυβέρνηση να προωθήσει διευθετήσεις στα μείζονα ζητήματα των σχέσεων Ελλάδος – Τουρκίας, ζητήματα που χρονίζουν, πλην, όμως, δεν φαίνεται η διευθέτησή τους, στο ορατό μέλλον, χωρίς να θίγονται εθνικά κυριαρχικά δικαιώματα.
Σε αντίθεση, η Τουρκία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν (και του πολιτικού του μέντορα, Υπουργού των Εξωτερικών Αχμέτ Νταβούτογλου) έχει συγκεκριμένη στρατηγική, προσαρμοσμένη στις νέες οικονομικές και γεωπολιτικές πραγματικότητες, στρατηγική με την οποία επιδιώκει τον πολιτικό έλεγχο, διά της οικονομίας, καθώς και πάγιες συντεταγμένες στην εξωτερική της πολιτική, τις οποίες τις προβάλλει, δεν τις αποκρύπτει και θέλει να τις προωθήσει, μέσω τακτικών κινήσεων, όπως με την προβολή της οικονομικής διαστάσεως των σχέσεων Αθηνών – Αγκύρας.
Μέσα στο πλαίσιο αυτό, πραγματοποιήθηκε η επίσκεψη του πρωθυπουργού της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στην Ελλάδα προ 10ημέρου, μια επίσκεψη που χαρακτηρίστηκε «ιστορική» και από τις δύο πλευρές, μια επίσκεψη που επισφραγίστηκε με 21 συμφωνίες, οι οποίες αφορούν σε όλους τους τομείς, πλην όμως, της πολιτικής (η οποία είναι κι η ουσία των ελληνοτουρκικών λεγόμενων διαφορών) συμφωνίες που έχουν στόχο το οικονομικό να επικαλύψει το πολιτικό στοιχείο και κατ’ επέκταση τις οποίες «λύσεις» στα θέματα υψηλής πολιτικής, δηλαδή σ’ αυτά που αφορούν στο Αιγαίο, στην Κύπρο, αλλά και στη Θράκη (μουσουλμανική μειονότητα).
ΤΟ «ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟ ΒΑΘΟΣ»
Ο Τούρκος πρωθυπουργός Ρ. Τ. Ερντογάν ήλθε στην Ελλάδα καθοδηγούμενος από το στρατηγικό δόγμα του Αχμέτ Νταβούτογλου, το δόγμα περί νέο - οθωμανισμού, δόγμα που επιζητεί την οικονομική επέκταση της γείτονος, την προβολή της ως προστάτιδος και ηγέτιδος στο μουσουλμανικό κόσμο, αλλά στο οποίο εμπεριέχονται οι πάγιες και διαχρονικές θέσεις της γείτονος στα πολιτικά ζητήματα που τη χωρίζουν από άλλες χώρες, ένα δόγμα που προβάλλεται με την (κατά τα λοιπά αυτονόητη) φράση «μηδενικά προβλήματα» με τους γείτονες.
Ωστόσο, αυτά τα «μηδενικά προβλήματα» είναι επικοινωνιακής λογικής, καθώς πέραν της κερδοφορίας του κεφαλαίου, που επιτυγχάνεται διά της οικονομικής και επενδυτικής διεισδύσεως, τα πολιτικά προβλήματα παραμένουν – τα διατύπωσε, άλλωστε, ευθέως ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και τα έχει αποτυπώσει, ήδη, ο Αχμέτ Νταβούτογλου.
Ο Ρ. Τ. Ερντογάν έσπευσε άμα τη αφίξει του, να δηλώσει πως ήλθε με 320 άτομα συνοδεία, υπουργούς, επιχειρηματίες και δημοσιογράφους, γεγονός που κατεδείκνυε το ρόλο που αποδίδει στη χώρα του, ως μεγάλης περιφερειακής δυνάμεως, η οποία δεν έχει λησμονήσει τα όποια αυτοκρατορικά της σύνδρομα.
Ο δε Αχμέτ Νταβούτογλου στο βιβλίο του «Το στρατηγικό βάθος» είναι απολύτως σαφής, καθώς, μεταξύ άλλων, σημειώνει ότι:
-(...) το γεγονός ότι η συντριπτική πλειονότητα των νησιών του Αιγαίου βρίσκεται υπό ελληνική κυριαρχία αποτελεί το σημαντικότερο αδιέξοδο της πολιτικής της εγγύς θαλάσσιας περιοχής της Τουρκίας. Η βασική πηγή προβλήματος στο Αιγαίο είναι η αγεφύρωτη αντίφαση μεταξύ της γεωλογικής και γεωπολιτικής πραγματικότητας και του ισχύοντος καθεστώτος (…).
- (...) στην περίπτωση που η ελληνική θέση αποκτήσει ισχύ, η Τουρκία θα βρεθεί αντιμέτωπη με μία στρατηγική πολιορκία, αλλά θα επηρεαστεί απευθείας και στις οικονομικές της δραστηριότητες. Οι εντάσεις που υφίστανται στις σχέσεις με την Ελλάδα πρέπει να αξιολογηθούν εκ νέου στο πλαίσιο μιας γενικής θαλάσσιας στρατηγικής στο Αιγαίο, δεδομένου ότι η χώρα αυτή, θεωρώντας ως μη ικανοποιητικό το ισχύον καθεστώς που περιορίζει τον ζωτικό χώρο της Τουρκίας, ακολουθεί μία επεκτατική πολιτική. (...) Η Τουρκία, εξαιτίας των προηγούμενων σοβαρών διπλωματικών παραλείψεων, έχει ήδη φτάσει στο ύστατο σημείο υποχωρήσεων στο Αιγαίο.
- (...) Το Κυπριακό μετατρέπεται με μία συνεχώς και αυξανόμενη ταχύτητα σε ένα ζήτημα Ευρασίας και Μέσης Ανατολής-Βαλκανίων (Δυτικής Ασίας-Ανατολικής Ευρώπης). Η πολιτική επί του Κυπριακού πρέπει να τεθεί σε ένα νέο στρατηγικό πλαίσιο, σύμφωνο προς το ήδη διαμορφωμένο νέο (διεθνές) στρατηγικό πλαίσιο. Τονίζει δε πως υπάρχει ιστορική ευθύνη της Τουρκίας για την εμπέδωση της ασφάλειας της μουσουλμανικής τουρκικής κοινότητας της νήσου, προσθέτει πως «καμία χώρα δεν μπορεί να μείνει αδιάφορη σε ένα τέτοιο νησί που βρίσκεται στην καρδιά του ζωτικού της χώρου» και σημειώνει πως «όπως τα Δωδεκάνησα, όπου δεν υπάρχει πλέον ένας επαρκής τουρκικός πληθυσμός, εξακολουθούν να διατηρούν τη σημασία τους για την Τουρκία».
ΟΙ ΘΕΣΕΙΣ ΠΑΡΑΜΕΝΟΥΝ...
Αυτήν την ουσία των θέσεων της γείτονος δεν απέκρυψε, όπως είναι ήδη γνωστό, ο Τούρκος πρωθυπουργός, όσο κι αν τη συγκάλυψε διά της προβολής των οικονομικών συμφωνιών με την Ελλάδα.
Οι θέσεις, όμως, της Τουρκίας έναντι της Ελλάδος, είναι συγκεκριμένες και διαχρονικές, έστω κι αν φρόντισε να μας καθησυχάσει, λέγοντας ότι «δεν έχουμε βλέψεις σε βάρος της χώρας σας», καθώς «είμαστε μια μεγάλη χώρα και έχουμε πολλά εδάφη να αξιοποιήσουμε».
Άλλωστε, λένε έμπειροι διπλωμάτες ο Τούρκος πρωθυπουργός γνωρίζει ότι δεν χρειάζεται την εδαφική κατοχή, αν ελέγχει ένα χώρο διά της οικονομικής διεισδύσεως. Η Αθήνα, ούσα με την πλάτη στον τοίχο, λόγω των οικονομικών προβλημάτων, φάνηκε να μην έχει συγκεκριμένη γραμμή. Ωστόσο, είναι αλήθεια ως ο Γιώργος Α. Παπανδρέου θέλει την ελληνοτουρκική φιλία, αλλά δεν έχει ξεκαθαρίσει πάνω σε ποια βάση.
Είναι, επίσης, αλήθεια πως δεν έχει φοβικά σύνδρομα και επιμένει σε μια εξωστρεφή εξωτερική πολιτική, σε αντίθεση, όπως λένε ορισμένοι αναλυτές, με τη σημερινή ηγεσία της ΝΔ, η οποία κινείται με μια λογική «περιορισμένου ορίζοντα» και είναι περισσότερο φοβική (όπως, άλλωστε και ο εθνικιστικός ΛΑΟΣ) και περιχαρακωμένη, αλλά και την κομμουνιστική αριστερά, η οποία, αν και διεθνιστική, παίζει και αυτή ενίοτε το χαρτί του εθνικισμού.
ΕΝΣΤΑΣΕΙΣ...
Η ΝΔ και ο ΛΑΟΣ δεν ήθελαν την επίσκεψη Ερντογάν γιατί, όπως τόνισαν, η χώρα αυτήν την περίοδο βρίσκεται σε αδύναμη θέση, λόγω της οικονομικής της καταστάσεως.
Το δε ΚΚΕ ήταν σαφέστερο, όταν το Πολιτικό του Γραφείο στα συμπεράσματά του για την επίσκεψη Ερντογάν τόνιζε ότι η Τουρκία «ως περιφερειακή δύναμη, που έχει ήδη ενταχθεί στο G20, προωθεί τις διεκδικήσεις της, αξιοποιώντας κοινά συμφέροντα με τις ΗΠΑ στην περιοχή και στο Αιγαίο, ακόμα και αντιθέσεις των ΗΠΑ με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Επίσης αξιοποιεί τις ενεργειακές, οικονομικές συμφωνίες με τη Ρωσία διαμορφώνοντας πολύμορφα το έδαφος για την επέκταση της δράσης της στη Μέση Ανατολή, στα Βαλκάνια, στην περιοχή της Ευρασίας».
Εν προκειμένω αξίζει να επισημανθούν οι πρόσφατες συμφωνίες της Τουρκίας με τη Ρωσία, ύψους πολλών δισ. ευρώ και φυσικά η ενοχλητική για τη Δύση, συμφωνία της Τουρκίας, του Ιράν και της Βραζιλίας για τη μεταφορά ελαφρά εμπλουτισμένου ιρανικού ουρανίου στην Τουρκία, με αντάλλαγμα πυρηνικά καύσιμα για τους αντιδραστήρες της Τεχεράνης.
Ο ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΙΚΟΣ κ. ΠΑΓΚΑΛΟΣ
Έχουμε ξαναγράψει από τις στήλες της «Ε» ότι οι οικονομικές συμφωνίες και η «κοινότητα συμφερόντων» στο Αιγαίο, που προβάλλεται μέσω αυτών, θα είναι το πρώτο βήμα για διευθετήσεις στο Αρχιπέλαγος και, εν τέλει, για το μοίρασμά του.
Ο Γιώργος Παπανδρέου θέλει προφανώς να κλείσει τα «μέτωπα» προς Ανατολάς (με την Τουρκία) και προς Βορρά (με την ΠΓΔΜ) ώστε να προχωρήσει σε αυτό που αποκαλεί μεταρρυθμίσεις και αλλαγές, αλλαγές που θα «βοηθήσουν» στην άντληση δανείων, αλλά και (όπως ευελπιστεί) στην αναστήλωση του καταρρέοντος πολιτικού συστήματος, αλλαγές, όμως, που γίνονται σε βάρος της κοινωνίας, ενώ προϋποθέτουν και διεθνή κηδεμονία της χώρας.
Ωστόσο, το παρασκήνιο των συνομιλιών Παπανδρέου – Ερντογάν, το οποίο δείχνει πως είναι προδιαγεγραμμένη η πορεία διευθετήσεων στα εθνικά θέματα, φρόντισε να το περιγράψει ο αντιπρόεδρος της κυβερνήσεως Θ. Πάγκαλος, προκαλώντας νέες ανησυχίες και ερωτηματικά.
«Το Αιγαίο, τα θέματα της εδαφικής κυριαρχίας, της κυριαρχίας στον αέρα και στη θάλασσα, ένα μεγάλο μέρος από τα αιτήματα που διατυπώνονται είναι κατασκευασμένα, από μερικούς πολύ ικανούς διπλωμάτες, δημοσίους υπαλλήλους, που δουλειά τους είναι να δημιουργούν αφορμές διαπραγμάτευσης, δηλαδή διαφορές (...) Όπου υπάρχει διαφωνία για τον καθορισμό εδαφικών λεπτομερειών ή γεωγραφικών ιδιομορφιών, η λύση να δίνεται από τρίτους, εντεταλμένους προς τούτο, με βάση το Διεθνές Δίκαιο», τόνισε ο Θ. Πάγκαλος.
Ο Θόδωρος Πάγκαλος προέτρεψε «να δημιουργήσουμε περιφερειακά συγκροτήματα που θα απαντάνε στην παγκοσμιοποίηση», επισημαίνοντας ότι «χρειάζονται στενότερες περιφερειακές συνεργασίες (...). Υπάρχει χώρος, ικανή αγορά με παραγωγικές δυνάμεις, όπως είναι τα Βαλκάνια, η Ανατολική Μεσόγειος και άξονας αυτού του χώρου η Ελλάδα και η Τουρκία».
Είναι προφανές, λένε πολλοί αναλυτές, πως για μια τέτοια συνεργασία οι δύο χώρες, θα πρέπει να «απαλλαγούν» από κυριαρχικά δικαιώματα και, εν προκειμένω, η Ελλάδα, η οποία δέχεται τις απειλές και τις αμφισβητήσεις από την Τουρκία, να τις προσπεράσει.
Εξ άλλου, ο τρόπος με τον οποίο κινήθηκε ο Γ. Α. Παπανδρέου στις συζητήσεις του με τον Ρ. Τ. Ερντογάν σημαίνει ουσιαστικά υπονόμευση των θέσεων της χώρας, η οποία πάντα τόνιζε πως η Τουρκία ακολουθεί επεκτατική πολιτική έναντι της Ελλάδος και της Κύπρου και αμφισβητεί κυριαρχικά μας δικαιώματα.
Όμως, ο πρωθυπουργός δείχνοντας ότι ελπίζει τόσο πολύ (και) στην τουρκική παρέμβαση για την ανόρθωση της ελληνικής οικονομίας, ακυρώνει το ανωτέρω βασικό ελληνικό επιχείρημα.
Σήμερα η Ελλάδα είναι μια προβληματική ευρωπαϊκή χώρα, που χρειάζεται (και) την τουρκική συνεργασία και τις τουρκικές επενδύσεις ακόμη και στα στρατηγικής σημασίας νησιά του Αιγαίου, η δε Τουρκία εμφανίζεται ως ο ισχυρός παίκτης σε μια ζώνη περιφερειακής συνεργασίας, ο οποίος μπορεί πλέον να επιτύχει τις στρατηγικές του επιδιώξεις με οικονομικά μέσα.