...Εσείς πώς αισθάνεστε; Είστε καλά, ας πούμε; Δεν αισθάνεστε κάπως άβολα; Δεν έχετε μια αίσθηση «παρηγοριά στον άρρωστο μέχρι να βγει η ψυχή του»; Δεν νιώθετε σαν να κατοικείτε εντός πτυελοδοχείου; Όπου ο καθείς Ευρωπαίος περνάει, αφήνει μία μεγαλοπρεπή ροχάλα και φεύγει; Δεν αισθάνεστε ολίγον ως «χαλκομανία» την οποία μετά μεγίστης μανίας πιέζουν στην πόρτα της Ευρώπης οι εταίροι, αντλώντας μέγιστη ικανοποίηση από αυτή την επιμονή της παλάμης τους να μας κάνει ένα με την πόρτα; Δεν αισθάνεστε σαν να συμμετέχετε σε εκείνο το παιχνίδι με τα βελάκια; Στη θέση του στόχου, βεβαίως - βεβαίως! Όπου Ευρωπαίοι αλλά και οι της κυβέρνησης πετάνε μετά μανίας βελάκια όχι για να πιάσουν κέντρο, αλλά για να μη μείνει τίποτα... ατρύπητο επί του στόχου;
Δεν αισθάνεστε ας πούμε σαν τον Φωτόπουλο στην «κάλπικη λύρα»; Ο οποίος είχε πιάσει ένα «πέρασμα» με μαύρο γυαλί και φώναζε με εκείνη την ξεχωριστή φωνή του «Ααοόματος!». Ε, και αν και λάχαινε και τον λυπόταν κανείς, του πέταγε και από τίποτα. Την «κάλπικη λύρα», ας πούμε, γιατί τον είχαν για τυφλό και θέλανε να τον ξεφορτωθούνε. Αλλιώς, μάλωνε με την παρακείμενη κοκότα για να περνάει η ώρα.
Δεν αισθάνεστε ολίγον ως «Ιφιγένειες», γιατί είμαστε και πολλοί πανάθεμά μας! Ειδικότερα σήμερα δε που αναμένουμε να μας ανακοινώσουν και νέα επώδυνα μέτρα τα οποία η δική μας καμπούρα θα τα πληρώσει. Αφού βγήκε πρώτα χθες ο Γιώργος και μας... γλύκανε (σαν να μας τάισε σούπα για να στρώσει το έντερο) και να μπορεί σήμερα στο καπάκι να μας δώσει άλλη μια κατραπακιά.
Δεν αισθάνεστε ολίγον σαν βόδια (και άνευ παρεξηγήσεως δηλαδή) από κείνα που ζεύανε παλιά στα κάρα και άντε λίγο-λίγο και άιντε κουράγιο, ας πάμε κι ας αργήσουμε, που λέει ο λόγος. Ή που τα δένανε - και με γαϊδουράκια το κάνανε επίσης - εκεί σε έναν ιδιότυπο μύλο νερού και γυρίζανε γύρω-γύρω και γύρω-γύρω και άιντε πάλι στο μαγκανοπήγαδο, μέχρι τελικής πτώσεως. Δεν αισθάνεστε, ας πούμε, σαν λεμόνια που τα στύβουν, τα στύβουν, τα στύβουν μέχρι να στραγγίξουν τόσο που τελικά τρώνε και τη σάρκα τους βγάζοντας μια άφατη ξινίλα, την ώρα που τα καταπίνουν; Δεν αισθάνεστε σαν να σας έχουν βάλει καλά και ντε στο κρεβάτι του Προκρούστη και να τεντώνει, να τεντώνει, να τεντώνει αυτό το ρημαδοκρέβατο μέχρι που να αισθάνεται κανείς ότι θα αποκολληθεί το πάνω του από το κάτω του, με έναν διόλου «κομψό» τρόπο.
Δεν αισθάνεστε μια σεξουαλική παρενόχληση; Ε, δεν μπορεί, αυτή πρέπει να την αισθάνεστε. Αφού διαρκώς βρίσκεται στην τσέπη μας το χέρι του Παπανδρέου, της Κομισιούν, της Ευρωπαϊκής Τράπεζας και του Νομισματικού Ταμείου. Και δώστου, ψαχουλεύουν ξεδιάντροπα μέσα στην τσέπη του καθενός, χωρίς αιδώ και με απαίτηση. «Το μακρύ-μακρύ μου χέρι μπαίνει μέσα στο πανέρι», που έλεγε και το άσμα. Μόνο που τώρα τελείωσαν τα «πανέρια» και έμειναν μόνο οι τσέπες για τα μακριά χέρια.
Ε, λοιπόν, σας έχω νέα! Αν δεν αισθάνεστε τίποτα από τα παραπάνω - και όλα μαζί ακόμη καλύτερα - δυο τινά μπορούν να συμβαίνουν: ή που δεν είστε καλά στην υγεία σας, οπότε να πάτε να κοιταχτείτε, ή που δεν μένετε σ’ αυτή τη χώρα, οπότε τυχεροί είστε. Αλλιώς...
...Αλλιώς ξέρετε, τι έχουμε να κάνουμε. Κάθε μήνα που θα παίρνουμε το μισθό, θα πηγαίνουμε και θα κάνουμε ουρά έξω από το Μαξίμου και θα ζητάμε προσωπικά τον Γιώργο να του καταθέτουμε το μισθό μας. Διότι συγκινείται ειλικρινά όταν άνθρωποι του μόχθου τον πιάνουν στο δρόμο και του λένε: «για την πατρίδα και το μισθό μου θα θυσιάσω». Ε, φανταστείτε άμα προσερχόμαστε μαζικά στο Μαξίμου και του τον καταθέτουμε και δίπλα να κάθεται και ο Πετσάλνικος να τα μαζεύει, τι συγκίνηση έχει να πέσει.
Τι, έτσι τζάμπα κάθησε ο Ολι Ρεν - ποιος ξέρει πόσες ώρες το πάλευε (;) - και έμαθε σε ελληνικά φαρσί το «καλό κουράγιο Έλληνες». Κανονικά δηλαδή «καλή ψυχή» και «καλά σαράντα» ήθελε να μας πει, αλλά είναι καλός άνθρωπος και δεν ήθελε να μας τρομάξει!