Αγαπητή Ελευθερία,
Συνέβη να μελετήσω το άρθρο του δημοσιογράφου κ. Χάρη Ανδρεόπουλου, το οποίο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Ελευθερία» στις 11-11-2010 και θέλω να εκφράσω κάποιες σκέψεις στα γραφόμενά του, που άπτονται κυρίως του μαθήματος των θρησκευτικών.
Είναι αναμφισβήτητο δεδομένο, αναγνωρισμένο και διεθνώς, ότι το 98% των Ελλήνων πολιτών, προς τιμήν του, ανήκει στην Ανατολική Ορθόδοξη πίστη. Οι Έλληνες πολίτες αισθάνονται ότι αυτή η πίστη τους εκφράζει, ότι μιλάει στην ψυχή τους και ταυτίζονται μαζί της, έστω και αν πολλές φορές συλλαμβάνουν τον εαυτό τους να μην είναι τόσο συνεπείς όσο θα έπρεπε απέναντί της.
Τελευταία διαπιστώνω πως κάποιοι θεολόγοι προβληματίζονται στο τι είδους θρησκευτικά να διδάξουν στα παιδιά μας. Εγώ ως Ελληνίδα εκπλήσσομαι. Γιατί αυτός ο προβληματισμός; Μήπως άλλαξε ο λαός την πίστη του και επομένως πρέπει να αλλάξει το αντικείμενο και ο χαρακτήρας του μαθήματος των θρησκευτικών; Θέλουμε και απαιτούμε οι θεολόγοι μας, ιδιαίτερα στις τάξεις του Λυκείου, να διδάσκουν τα παιδιά μας, χωρίς καμιά ομολογιακή υπέρβαση, μόνο αυτά στα οποία εμείς οι ίδιοι πιστεύουμε. Τίποτε περισσότερο, τίποτε λιγότερο. Τους εμπιστευόμαστε τα παιδιά μας και θέλουμε να τα ενημερώνουν, ως πιο ειδικοί, για την ποιότητα της πίστης μας, για το τι υπάρχει γύρω τους, από το τι κινδυνεύουν, για τις οργανώσεις που έχουν εισβάλλει στην Ελλάδα και ποιος ο στόχος τους, ακόμα και για το τι είδους θρησκεύματα επικρατούν σε άλλες χώρες και σε τι διαφέρουμε από αυτά. Ας μην ξεχνούν οι θεολόγοι μας και ο φορέας τους ότι είναι εντολοδόχοι του Ορθόδοξου ελληνικού λαού και τα παιδιά μας δεν αποτελούν φέουδό τους, ώστε να τα διδάσκουν ό,τι θέλουν και ό,τι η παγκοσμιοποίηση απαιτεί.
Είναι αλήθεια ότι υπάρχει και το μεταναστευτικό στοιχείο. Καμιά αντίρρηση. Οι μετανάστες είναι φιλοξενούμενοι και οι φιλοξενούμενοι δεν έχουν λόγο στα δικαιώματα ιδιοκτησίας του νοικοκύρη. Εφόσον επέλεξαν τη χώρα μας, είναι κοινωνική ανάγκη και τη γλώσσα μας να γνωρίζουν και την ιστορία μας να κατέχουν και πολύ περισσότερο τα αυθεντικά μας πιστεύματα να παρακολουθούν. Οι περισσότεροι βέβαια το έχουν καταφέρει. Αν κάποιοι ζορίζονται και νιώθουν άβολα στο καινούριο τους περιβάλλον, κανείς δεν τους υποχρεώνει να παραμείνουν. Απρόσκλητοι κατέφθασαν στη χώρα μας και ανοιχτή παραμένει πάντα η οδός της επιστροφής τους, ως αναφαίρετο δημοκρατικό δικαίωμα.
Είναι χρέος του Υπουργείου Παιδείας μας, και πιστεύω ότι θα το κάνει, να είναι απόλυτα συντονισμένο στις συνταγματικές επιταγές και να μην πειραματίζεται, όπως στο παρελθόν, υποβαθμίζοντας τη γλώσσα, την ιστορία και τα θρησκευτικά μας. Εξάλλου ο ίδιος ο πρωθυπουργός τόνισε πως «η Ορθοδοξία είναι κάτι το πολύ δυνατό». Οι έφηβοί μας που διανύουν τις τάξεις του λυκείου, που τώρα επανεξετάζεται από το υπουργείο, δεν πρέπει επουδενί να στερηθούν την επάρκεια και τη σφαιρική τους συγκρότηση στα βασικά στοιχεία της ταυτότητάς μας.
Τέλος, αν θέλει το υπουργείο Παιδείας να καταξιωθεί ακόμα περισσότερο, μαζί με τα παραπάνω ας αναβαθμίσει οικονομικά τον Ελληνα δάσκαλο και εκπαιδευτικό, γιατί η προσφορά του είναι λειτούργημα και δεν ζυγίζεται, ούτε συγκρίνεται. Είναι ντροπή για ένα λαό από τη μια οι δάσκαλοι των παιδιών του να ασφυκτιούν οικονομικά και από την άλλη να περιμένει αυτός ο λαός θεαματική αναβάθμιση της παιδείας του. Καλύτερα εμείς οι γονείς να στερηθούμε, παρά να έχουμε δασκάλους με κομμένα τα φτερά και οικονομικά ταπεινωμένους Αν δεν πετύχουμε τα τελευταίο όλα είναι καταδικασμένα να υπολειτουργούν και αυτό δεν συμφέρει σε κανένα.
Με τιμή
Ζακατού Άννα, Λάρισα