Του Αχιλλέα Πιτσίλκα, δρ. θεολογίας
Ο Αγιος Αχίλλιος, ο αποκαλούμενος και θαυματουργός, ήταν ένας από τους μεγάλους Πατέρες του τέταρτου μ.Χ. αιώνα, που τίμησε και δόξασε, ως αρχιεπίσκοπος Λαρίσης, όχι μονάχα την τοπική Εκκλησία της μητρόπολης του, αλλά και την καθόλου Εκκλησία, εξαιτίας της ορθόδοξης πίστης του και της άγιας βιοτής του. Κάποια δε περιστατικά του βίου και της πολιτείας του, που αναφέρονται από τον αρχιεπίσκοπο Λαρίσης Αντώνιο (1340-1362), τον εγκωμιαστή του, ήταν και τα πιο κάτω:
α) Η καταγωγή και η παιδεία του
Ο Αγιος Αχίλλιος γεννήθηκε κατά τα τέλη του τρίτου μ.Χ. αιώνα στην Καισάρεια της Καππαδοκίας, στην οποία είχαν πρωτοκηρύξει το Χριστιανισμό οι κορυφαίοι Απόστολοι Πέτρος και Παύλος, όπως γίνεται φανερό από τις επιστολές τους. Για το λόγο δε αυτό αναφέρεται από τον αρχιεπίσκοπο Λαρίσης Αντώνιο ότι «η Καππαδοκών μεν ήνεγκε, η δε Λαρισαίων κόσμον πεπλούτηκεν» (Β. Στεργιούλη, Ο άγιος Αχίλλιος, Λάρισα 1981, σ. 19). Οι Χριστιανοί γονείς του δηλ. φρόντισαν να τον αναθρέψουν και να τον μορφώσουν όχι μονάχα με τα κοσμικά, αλλά και με τα χριστιανικά γράμματα, «τα δυνάμενα σοφίσαι εις σωτηρίαν» (2 Τιμ. 3,15) κατά τον Απόστολο Παύλο.
β) Η απόφαση της αφιέρωσης και η διαμοίραση της περιουσίας
Ύστερα από το τέλος των σπουδών του, ο Αγιος έχασε κάποια στιγμή και τους δύο γονείς του, που, κατά το βιογράφο του, «μετήλλαξαν τον βίον» (οπ. π. 22), αφήνοντας σ΄ αυτόν μια μεγάλη περιουσία. Η καρδιά του Αγίου όμως δεν είχε προσκολληθεί στους θησαυρούς του κόσμου αυτού, αλλά της χώρας εκείνης, «εν η δικαιοσύνη κατοικεί» (2 Πέτρ. γ΄13). Είχε πάρει δηλ. την απόφαση να αφιερώσει τον εαυτό του εξ΄ολοκλήρου στο Θεό και στη διακονία των εν Χριστώ, αδελφών του.
γ) Η προσκυνηματική περιοδεία του στους Αγίους Τόπους.
Ύστερα από την αποδέσμευσή του από την περιουσία που κληρονόμησε, ο Αγιος θέλησε να πραγματοποιήσει και ένα βαθύτατο πόθο της ψυχής του, επισκεπτόμενος τους Αγίους Τόπους και τα ερημητήρια της Παλαιστίνης. «Μετά την καλήν εκείνην και θαυμαστήν αποκείωσιν, λέγει ο βιογράφος του Αντώνιος, μετανάστης των πατρικών χωρών γίνεται και προς τους Αγίους Τόπους χωρεί» (όπ.π.24). Η προσκυνηματική δε αυτή περιοδεία επέδρασε τότε αποφασιστικά στην περαιτέρω εξέλιξη της προσωπικότητας και της όλης ζωής του Αγίου.
δ) Οι ιεραποστολικές περιοδείες του
Τις δυσκολίες που συναντούσε όμως ο Αγιος τις αντιμετώπιζε με τη βοήθεια του Θεού, που αισθανόταν σε κάθε βήμα της ζωής του «της εργασίας συλλήπτορα». Για το σκοπό αυτό άλλωστε είχε λάβει από το Θεό και τα χάρισμα το θαυματουργικό, ώστε να δείχνει με τον πιο δυνατό και παραστατικό τρόπο την αγάπη του Χριστού και να καθίσταται ακατανίκητος. Μειλίχιος δηλ. καθώς ήταν στους λόγους του, πράος στους τρόπους και χρηστός στα ήθη, παρουσιαζόταν γενικότερα ως «αγγελικός το είδος» (οπ.π. 29), ώστε να μη θέλει κανένας να απομακρυνθεί από κοντά του. Σε κάθε στιγμή της ζωής του άλλωσε ο Αγιος γινόταν στήριγμα για τον καθένα, εφόσον «πάντων αόκνως εκήδετο, ως πατήρ τέκνων, ως ποιμήν προβάτων, ως προστάτης προνοουμένων και ως αληθής μαθητευομένων διδάσκαλος» (οπ.π.29), ώστε κατά τον Απόστολο Παύλο να σώσει αν ήταν δυνατόν όλους ή έστω και λίγους (Βλ. Α΄Κορ. 9,22).
ε) Η χειροτονία του σε επίσκοπο Λαρίσης και η πρώτη δράση του
Τα πολλά χαρίσματα του Αγίου όμως και η υποδειγματική ζωή του συνετέλεσαν, ώστε να στρέψουν σ΄ αυτόν οι Χριστιανοί της Λάρισας και γενικότερα της περιοχής τα βλέμματα μετά την κοίμηση του επισκόπου τους. Στην εκλογή άλλωστε αυτή συνηγορούσε στην ομόφωνη γνώμη του λαού και η ψήφος των επισκόπων των γύρω από τη Λάρισα επαρχιών. Για το λόγο δε αυτό χειροτονήθηκε αρχιεπίσκοπος Λαρίσης «ψήφω όλου του κλήρου και του λαού», ώστε να φωτίζει, σαν ήλιος πνευματικός, όχι μονάχα τους πιστούς της επισκοπής του, αλλά και της υφηλίου. Στην όλη ζωή και τη δράση του άλλωστε ο Αγιος είχε σαν υπόδειγμα από την ανθρώπινη πλευρά τον Απόστολο Παύλο.
στ) Η καταπολέμηση του Αρειανισμού στην πρώτη Οικουμενική Σύνοδο
Στα χρόνια που ζούσε ο Αγιος στη Λάρισα, κατά τους βιογράφους του, λυμαινόταν το σώμα της Εκκλησίας ιδιαίτερα η αίρεση του Αρειανισμού, η χαρακτηριζόμενη από αυτόν ως «θεομαχία» (οπ.π. 31). Για την καταπολέμηση δε της αίρεσης αυτής συγκλήθηκε, όπως είναι γνωστό, το 325 η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος στη Νίκαια της Βιθυνίας, στην οποία έλαβε μέρος πρωταγωνιστικό και ο Αγιος. Βλέποντας ότι στο μέσον της αιθούσης των συνεδριάσεων υπήρχε ένας λίθος περίτεχνος, ως κρήνη, στράφηκε προς το μέρος των Αρειανοφρόνων και είπε: «Τούτον έλαιον εκβλύσαι παραδόξως άρτι ποιήσατε και πάντες στέρξωμεν αν τα παρ΄υμών διδασκόμενα. Ει δ΄ού, άλλ’ αυτοί το του ομοουσίου ονόματι τω έργω επιβαλλούμεν και τερατουργήσομεν τα παράδοξα» (οπ.π.34). Έσπασε δηλ. παρευθύς η πέτρα εκείνη, από την οποία απέρρεε άφθονο έλαιο, προκαλώντας απερίγραπτη χαρά στους Ορθοδόξους, ενώ για τους ασεβείς αιρετικούς το θαύμα αυτό έγινε αφόρμηση καταισχύνης.
ζ) Η διαμοίραση των ευλογιών του αυτοκράτορα.
Ο Αγιος όμως απέδιδε ταπεινόφρονα κάθε δόξα στον Θεό, ενώ ταυτόχρονα διαβεβαίωνε τους Χριστιανούς ότι ο Θεός δεν ευλογεί τους ασεβείς, που στηρίζονται συνήθως σε κοσμικούς άρχοντες, γιατί «υπερηφάνοις αντιτάσσεται, ταπεινοίς δε δίδωσιν χάριν». Για τον λόγο ακριβώς αυτό εκείνος «κατέβαλε τους αλαζόνας αιρετικούς, ... την δε ορθόδοξον πίστιν εκράτυνε, στερεώσας αυτήν εις τον αιώνα του αιώνος» (οπ.π37).
η) Η οσιακή κοίμησή του.
Ύστερα από 35 έτη αρχιερατείας όμως, κατά τα οποία ο Αγιος στάθηκε «χηρών, ορφανών, πενήτων, αδικουμένων και των κακώς πασχόντων προϊστάμενος εν πολλή σπουδή» (οπ.37), έφθασε και γι’ αυτόν η ώρα της κοίμησης, την οποία προαισθάνθηκε. Για τούτο κάλεσε πριν από αυτήν κοντά του τους ποιμένες της τοπικής Εκκλησίας και τους λαϊκούς συνεργάτες του, για να τους χαιρετήσει και να τους αφήσει, σαν παρακαταθήκη, τις τελευταίες συμβουλές, που αποτελούσαν τους κεντρικούς άξονες και της δικής του βιοτής.
Λέγοντας δε και πολλά άλλα ακόμη για τη αξία της ακτημοσύνης των αφιερωμένων στον Θεό πιστών, για τα καθήκοντα της φιλοξενίας, της ανεξικακίας και άλλων χριστιανικών αρετών, ο Αγιος παρέδωσε τελικά στα μέσα του τετάρτου μ.Χ αιώνα ειρηνικά την ψυχή του στους αγίους Αγγέλους, που είχαν έλθει, για να την παραλάβουν. Άφησε όμως κοντά στους πιστούς το τίμιο λείψανό του, που έγινε από τότε πηγή ιαμάτων και ευλογίας για όλους. Το ιερό δε λείψανό του τοποθετήθηκε σε μία λάρνακα, που ο ίδιος είχε πιο μπροστά κατασκευάσει, για να ενθυμείται τον θάνατο και να προετοιμάζεται για την πέραν του τάφου ζωή. Από τη λάρνακα δε αυτή, ανέβλυσε κάποια στιγμή μύρο ευωδιαστό, φανερώνοντας ότι είχε βρει τη δικαίωση των κόπων και των αγώνων του από τον παντεπόπτη Κύριο.