Οι πολίτες φαίνεται να έχουν συνείδηση της κατάστασης, οι πολιτικοί πάλι όχι. Αυτό, θα μπορούσε κανείς να πει ότι είναι το γενικό συμπέρασμα των ευρημάτων της τελευταίας δημοσκόπησης της GPO, τα οποία παρουσιάστηκαν στην εκπομπή «Ανατροπή».
Την ίδια ώρα που ΠΑΣΟΚ και ΝΔ ερίζουν όχι για το «αυτονόητο» αλλά για το «ανόητο». Την ίδια ώρα που και τα δύο μεγάλα κόμματα μαζί μετά μεγάλης δυσκολίας ξεπερνάνε το 40% σε ποσοστό, γεγονός που δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι εκφράζει την πλειοψηφία του ελληνικού λαού, έστω και αν συγκυβερνήσουν που λέει ο λόγος...
Και την ίδια ώρα που διαλαλούν ότι δεν τους ενδιαφέρει το πολιτικό κόστος αλλά «η σωτηρία της πατρίδας», ή «πατρίς ευγνωμονούσα» θα μπορούσε επί παραδείγματι να τους ζητήσει να πάνε σπίτι τους, μπας και την αφήσουν να σωθεί. Γιατί είναι τόσο καλά γραπωμένοι από τις καρέκλες της εξουσίας, που «η σωτηρία της πατρίδας» περνάει βεβαίως από την καρέκλα της εξουσίας που έχουν στρωμένο τον απαυτό τους.
Αυτή την ώρα λοιπόν, έρχονται οι πολίτες και με ένα ποσοστό που φθάνει γύρω στο 45% - αν θυμάμαι καλά - προκρίνουν ότι η καλύτερη λύση για να αντιμετωπίσει ο τόπος τα προβλήματά του, είναι να συγκροτηθεί μια κυβέρνηση εκ προσωπικοτήτων και τεχνοκρατών.
Έχει καταστεί τόσο φανερό, ότι μια «κομματική» κυβέρνηση δεν μπορεί να αντεπεξέλθει στην κρισιμότητα και τη σοβαρότητα της κατάστασης, που όλοι το βλέπουν, εκτός από τους πολιτικούς των δύο μεγάλων κομμάτων, κυρίως. Η ομάδα δεν τραβάει. Πρέπει να το πάρουν χαμπάρι, όσο και εάν είναι γαντζωμένοι από την εξουσία. Ένα χρόνο μετά το Μνημόνιο, τα πράγματα εξακολουθούν να είναι επικίνδυνα και οριακά και συζητάνε πώς θα πάμε σε νέο Μνημόνιο για να αντεπεξέλθουμε στο πρώτο, στο οποίο στο μεταξύ έχουν προστεθεί πολλά, υπομνημόνια.
Ακόμη και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, χθες που μίλησε για «Πανεθνική συστράτευση» δεν είμαι καθόλου σίγουρη ότι αυτό που εννοούσε ήταν να τρέξουν όλοι να συνδράμουν την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ (και ας προέρχεται από αυτό) ή αν με τον τρόπο του, παρέπεμπε σε αυτό, που λένε οι πολίτες περί κυβέρνησης προσωπικοτήτων.
Μια συζήτηση, άλλωστε, που γίνεται εδώ και καιρό - δεν προέκυψε έτσι τυχαία - αλλά, όσο περνά ο καιρός γίνεται όλο και περισσότερο προφανές, ότι θα μπορούσε ν’ αποτελεί την ενδεδειγμένη λύση. Ή, εν πάσει περιπτώσει, μια λύση η οποία θα έπρεπε να δοκιμαστεί μπας και δούμε περισσότερο φως στο βάθος του ατελείωτου τούνελ.
Τα χαμηλά ποσοστά που παίρνουν τα δύο μεγάλα κόμματα στις δημοσκοπήσεις δεν είναι τυχαία. Δείχνουν ακριβώς ότι η πολιτική έχει απολέσει την αξιοπιστία της και οι πολίτες την εμπιστοσύνη της στους πολιτικούς. Και αν ακόμη αύριο το πρωί γίνουν εκλογές - που επίσης παίζει για μια ακόμη φορά το σενάριο - κανείς δεν πιστεύει και κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί, ότι μια άλλη κομματική κυβέρνηση θα διαχειριστεί τα πράγματα καλύτερα. Έστω και αν θα επρόκειτο για μια κυβέρνηση συνεργασίας. Είναι έτσι δομημένο το πολιτικό σύστημα και τέτοια η νοοτροπία, που ανεξάρτητα από το «χρώμα» της Κυβέρνησης, οι «άλλοι» που θα είναι απ’ έξω, δεν θα άλλαζαν στάση και συμπεριφορά και λόγω διαφορετικών ιδεών και λόγω διαφορετικών πολιτικών επιδιώξεων. Πρέπει να το πάρουμε απόφαση, αυτή είναι η πραγματικότητα. Εδώ δεν μπορούν να τα βρουν μεταξύ τους μέλη του ιδίου κόμματος ή της ίδιας κυβέρνησης.
Μια κυβέρνηση προσωπικοτήτων και τεχνοκρατών χωρίς ένταση στα κόμματα και τα χρώματα και χωρίς πραγματικό... καημό για το «πολιτικό κόστος», θα μπορούσε στις παρατεταμένες κρίσιμες ώρες που περνά η χώρα και μαζί της οι πολίτες να αποτελεί μια λύση. Ή, εν πάσει περιπτώσει, μια λύση που αξίζει τον κόπο να δοκιμαστεί.