Οι άγιες ημέρες του Πάσχα, του Γολγοθά και της Αναστάσεως του Χριστού, πέρασαν, αλλά ο Γολγοθάς της ελληνικής κοινωνίας συνεχίζεται, η δε Ανάσταση (ημών) των πολιτών αργεί, αφού το φως στο βάθος του τούνελ της εξόδου από την κρίση που μαστίζει τη χώρα δεν φαίνεται, παρά τα όσα περί του αντιθέτου αισιόδοξα μηνύματα θέλει να «περάσει» ο κ. Γιώργος Α. Παπανδρέου.
Άλλωστε, στην τελευταία συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου τα όσα είπε ήταν «μια στο καρφί και μια στο πέταλο»: Είναι μακρύς ο δρόμος της εξόδου από την κρίση, τόνισε ο κ. Παπανδρέου, πρόσθεσε ότι είμαστε σε κατάσταση μόνιμου συναγερμού, αλλά, τελικώς θα βγούμε από την κρίση.
Πάντως, η κυβέρνηση, όσο και αν προσπαθεί ο ίδιος ο πρωθυπουργός να «την ξυπνήσει» (με συνεχείς συσκέψεις αρμοδίων και μη στελεχών) δείχνει να είναι παραιτημένη, πολλάκις δε και διχασμένη, ενώ η όποια δυναμική (υποτεθεί ότι υπήρχε, ή καλλιεργούνταν ευσχήμως) σχετικά με τις πολυδιαφημισμένες μεταρρυθμίσεις μοιάζει να έχει εξανεμισθεί.
Είναι δε ορατό (κατέστη εμφανέστερο τις προηγούμενες ημέρες από την πενιχρή κίνηση στην πασχαλινή αγορά) ότι «τίποτα δεν δουλεύει», η δε κοινή γνώμη παραμένει ιδιαιτέρως ανήσυχη (καταγράφεται αυτό στις δημοσκοπήσεις) αφού θεωρεί πως δεν έχουν έλθει ακόμη τα χειρότερα και δεν καθησυχάζει από τις προτροπές για την ανάγκη να μην στεκόμαστε μοιρολατρικά έναντι των δυσκολιών και των προβλημάτων του τόπου.
Ουδείς υποστηρίζει πως η κατάσταση είναι εύκολη – το αντίθετο- πλην, όμως, ουδείς κυβερνητικός παράγων (ούτε και ο ίδιος, ο, συνήθως αισιόδοξος, Γιώργος Α. Παπανδρέου) παρά τις προτροπές κορυφαίων υπουργών, φαίνεται πως λένε την απόλυτη αλήθεια για την πραγματική κατάσταση της χώρας και της οικονομίας και κυρίως για τα μελλούμενα να συμβούν.
Αντιθέτως, αναλίσκονται σε διαψεύσεις για το τι (σύμφωνα με τις επιθυμίες τους) δεν πρόκειται να συμβεί, αλλά και αυτό δεν είναι πειστικό, καθώς οι περισσότεροι (εγχώριοι και ξένοι) αναλυτές προεξοφλούν πως αυτά που διαψεύδονται, είναι αυτά που θα (μας) συμβούν.
Κι αυτά που θα (μας) συμβούν (κατά πάσα πιθανότητα) είναι είτε η επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής του συνολικού χρέους της χώρας, είτε η αναδιάρθρωσή του (ή και τα δυο μαζί – έστω κι αν η σχετική υλοποίηση θα γίνει σε έξη μήνες ή σε ένα χρόνο) ενώ αυτό που μπορεί να προεξοφληθεί με βεβαιότητας είναι νέα δυσβάσταχτα μέτρα για την κοινωνία και εκποίηση (αξιοποίηση την ονομάζει η κυβέρνηση) δημοσίας περιουσίας.
ΣΥΜΠΛΗΓΑΔΕΣ
Η κυβέρνηση Παπανδρέου έχει ενώπιον της, για το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα (με ορίζοντα τα τέλη Ιουνίου και τη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ) να περάσει από μια στενωπό, που περιλαμβάνει:
*** Την αναθεώρηση προς τα πάνω του δημοσίου χρέους. Ήδη αυτό ξεπέρασε τις προβλέψεις και αντί του 9,6% του ΑΕΠ (όπως είχε προβλεφθεί) έφτασε το 10,5% και αυτό σημαίνει και νέα πρόσθετα μέτρα εις βάρος της κοινωνίας.
*** Τις απειλές της Τρόικας για αναστολή της καταβολής μιας από τις επόμενες δόσεις του δανείου των 110 δισ. ευρώ, λόγω πλημμελούς εφαρμογής των όρων του Μνημονίου.
Εν προκειμένω, αξίζει να τονιστεί ότι στενοί συνεργάτες του Γ. Α. Παπανδρέου (σύμφωνα με σχετικά δημοσιεύματα) παραδέχονται ότι «βρισκόμαστε πιο πίσω, απ' ό,τι σε όλους τους προηγούμενους ελέγχους». Στην «Ελευθεροτυπία» δημοσιεύθηκε ρεπορτάζ, σύμφωνα με το οποίο στα ενημερωτικά σημειώματα που επιδίδονται σε ανώτατους αμερικανούς αξιωματούχους, προ των συναντήσεών τους με Έλληνες ομολόγους τους, «συνήθως περιέχεται η διαπίστωση πως αυτοί (οι Έλληνες) πράττουν λιγότερα των αναμενομένων και πως προέχουν στις πράξεις τους έντονα πολιτικά κριτήρια».
*** Τις εσωτερικές πιέσεις που δέχεται, είτε λόγω ελλείψεως αποφασιστικού συντονισμού, είτε λόγω συγκρούσεων ακόμη και διαφορετικών προσωπικών στρατηγικών, είτε λόγω συγκεκριμένων συγκρούσεων (όπως αυτή του Γ. Παπακωνσταντίνου και της Τίνας Μπιρμπίλη για τα αυθαίρετα, η οποία επιδιώκεται να συγκαλυφθεί) ενώ είναι γνωστό πως η Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΠΑΣΟΚ (παρά τις προσπάθειες του Γ. Παπανδρέου να σβήσει τις φωτιές) μοιάζει με καζάνι που βράζει. Ένα καζάνι που παραμένει άγνωστο το πώς θα «συμπεριφερθεί» όταν το σκληρό Μεσοπρόθεσμο Σχέδιο (ύψους 26 δισ. ευρώ μέχρι το 20125) θα συζητείται και θα ψηφίζεται στη Βουλή.
Η ΑΠΕΙΛΗ ΤΩΝ ΕΚΛΟΓΩΝ
Η κατάσταση αυτή εντός του ΠΑΣΟΚ έχει επαναφέρει στο πολιτικό προσκήνιο (παρά τις σχετικές διαψεύσεις) τα σενάρια περί κυβερνητικού ανασχηματισμού, αλλά και περί εκλογών, σενάρια απολύτως σχετιζόμενα μεταξύ τους, αλλά κυρίως εξαρτώμενα από την έκβαση της «μάχης» για την έγκριση του ανωτέρω δυσβάσταχτου για την κοινωνία Μεσοπρόθεσμου Σχεδίου.
Ο πρωθυπουργός εμφανίζεται από μερίδα του Τύπου να χρησιμοποιεί στους βουλευτές του τον εκβιασμό περί εκλογών, αν δεν υπερψηφίσουν το εν λόγω Σχέδιο, άλλες δε πληροφορίες, τον φέρουν να σκέπτεται την αξιοποίηση του υπουργού Εθνικής Αμύνης Ευ. Βενιζέλου, ο οποίος έκανε σχετική «προθέρμανση», καθώς ήταν αυτός, ο οποίος μαζί με τον υπουργό των Οικονομικών, είχε σαφή εικόνα του Σχεδίου και συνέβαλε στη διαμόρφωση των επικοινωνιακών χειρισμών για την παρουσίασή του.
Στην «Καθημερινή» εγράφη πως η ενεργός συμμετοχή του Ευ. Βενιζέλου στις διεργασίες για το Μεσοπρόθεσμο Σχέδιο αποτελεί το πρώτο βήμα για τη μετάβασή του στο Υπουργείο Οικονομικών, σε περίπτωση ανασχηματισμού.
Ωστόσο, άλλες πηγές λένε πως τα περί ανασχηματισμού «έχουν πάει πίσω», με δεδομένο μάλιστα πως αν αλλάξει ο υπουργός των Οικονομικών αυτό θα σημαίνει αυτομάτως ομολογία αποτυχίας της «Μνημονιακής» πολιτικής.
Στο Μέγαρο Μαξίμου (θέλουν να) πιστεύουν ότι οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ δεν θα θελήσουν να καταψηφίσουν στη Βουλή το Μεσοπρόθεσμο Σχέδιο, ενώ ο κ. Παπανδρέου στο Υπουργικό Συμβούλιο διέψευσε τα σενάρια περί ανασχηματισμού και περί εκλογών.
Πάντως, με ενδιαφέρον αναμένεται και η στάση της ηγεσίας της ΝΔ: Αν, δηλαδή, θα επιλέξει να καταθέσει πρόταση μομφής κατά της κυβερνήσεως (ή κατά του υπουργού των Οικονομικών) μια πρόταση αμφιβόλου αποτελεσματικότητας για την ίδια την ΝΔ, καθώς είναι πολύ πιθανόν να προκαλέσει τα αντίθετα από τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα: Να συσπειρώσει το ΠΑΣΟΚ και την κυβέρνηση...
ΣΤΟ ΤΡΑΠΕΖΙ Η ΑΝΑΔΙΑΡΘΡΩΣΗ
Εκτός των ανωτέρω προβλημάτων, τα οποία έχει ενώπιόν της η κυβέρνηση, κυρίαρχο είναι αυτό με τη συνεχιζόμενη - και δη με αμείωτη ένταση- συζήτηση περί αναδιαρθρώσεως του ελληνικού χρέους ή (και) περί επιμηκύνσεως του χρόνου αποπληρωμής του.
Η συζήτηση αυτή καθ’ αυτή και οι διαφωνίες που αναδεικνύει μεταξύ των εμπλεκομένων σ’ αυτήν πιστωτών της χώρας, είναι αποκαλυπτικές των άγριων ενδοκαπιταλιστικών αντιθέσεων, αλλά και των «υπολογισμών», που κάνουν οι δανειστές της χώρας, για το τι θα συμβεί αν υλοποιηθεί το σενάριο περί αναδιαρθρώσεως: Δηλαδή, σε τελική ανάλυση, τι θα χάσουν (αν θα χάσουν) και κυρίως πόσα θα κερδίσουν.
Γιατί είναι βέβαιο πως θα κερδίσουν...
Ωστόσο, όλη αυτή η δημόσια συζήτηση εξοργίζει την κυβέρνηση, γιατί δυσκολεύει περαιτέρω την έξοδο της χώρας στις αγορές, οι οποίες ανεβάζουν συνεχώς στα spread, παραλλήλως δε αποκαλύπτει και τις εσωτερικές αντιθέσεις στον κυβερνητικό χώρο: Και αυτό γιατί, παρά το ξόρκισμα της αναδιαρθρώσεως το οποίο κάνουν ο Γ. Α. Παπανδρέου και ο Γ. Παπακωνσταντίνου (τονίζοντας μάλιστα πως το χρέος είναι βιώσιμο, άρα μπορεί να εξοφληθεί στο απώτατο μέλλον) κορυφαία στελέχη του ΠΑΣΟΚ, όπως ο Κώστας Σημίτης και η Βάσω Παπανδρέου έχουν τοποθετηθεί ευνοϊκά έναντι της εν λόγω λύσεως.
Ωστόσο, οι περισσότεροι εγχώριοι και ξένοι πολιτικοί και οικονομικοί αναλυτές (τους οποίους η κυβέρνηση θεωρεί «Κασσάνδρες») υποστηρίζουν ότι, παρά τις διαψεύσεις (σκοπιμότητας) και παρά τις διαβεβαιώσεις για τη βιωσιμότητα του χρέους, η αναδιάρθρωση θα υλοποιηθεί.
ΕΝΔΟΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΟΣ ΚΑΥΓΑΣ
Πέραν του Γερμανού υπουργού των Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ο οποίος «παίζει» με το εν λόγω σενάριο (μαζί με θεωρούμενα ως έγκυρα διεθνή καπιταλιστικά έντυπα) στην «Ελευθεροτυπία» δημοσιεύθηκε ρεπορτάζ, το οποίο στηριζόταν σε ενημερωμένες πηγές, που «γνωρίζουν το «σκεπτικό» του αμερικανικού υπουργείου Οικονομικών, στις παρυφές του οποίου μάλιστα κινούνται με διάφορες συμβουλευτικές ιδιότητες».
Σύμφωνα με τις εν λόγω πηγές, η αμερικανική κυβέρνηση φέρεται να έχει προδιαγεγραμμένη την αναδιάρθρωση του συνολικού (και προ-Μνημονίου) ελληνικού χρέους σ' έναν περίπου χρόνο και, εν πάση περιπτώσει, μέχρι τέλους του '12, και, ήδη, έχουν υπάρξει διερευνητικές συζητήσεις επ' αυτού με Ευρωπαίους παράγοντες και Έλληνες αξιωματούχους.
Κατά το δημοσίευμα, στο αμερικανικό υπουργείο των Οικονομικών λέγεται ότι υπάρχουν «κυλιόμενες εκτιμήσεις» για την πορεία του ελληνικού χρέους, ούτως ώστε «να γνωρίζουν ανά πάσα στιγμή την καταλληλότερη στιγμή αναδιάρθρωσης, για να έλθει ομαλά στη διεθνή πολιτικοοικονομική σκηνή και να αποτραπούν ανεπιθύμητες παρενέργειες.
«Στους αμερικανικούς υπολογισμούς πάντα τίθεται και λαμβάνεται υπ' όψιν η προστιθέμενη αξία στα γεωπολιτικά τους συμφέροντα από τα «σκοντάμματα» των Ευρωπαίων, στην αντιπαράθεσή τους με τον ευρωπαϊκό πυρήνα που οδηγείται από τη Γερμανία, αλλά παράλληλα είναι και προσεκτικοί για τις ευρύτερες συνέπειες που μπορεί να υπάρχουν και στους ίδιους από ένα τέτοιο ντόμινο εξελίξεων», αναφέρει το δημοσίευμα και προστίθεται ότι «με το μετακινούμενο πολιτικό τοπίο στην Ευρώπη, με εξελίξεις, όπως αυτές στη Φινλανδία, όπως παρατηρείται, το όλο ζήτημα, πλέον, εντοπίζεται στην ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική που θα χαράξει η Γερμανία με φόντο τα εσωτερικά της».
Επισημαίνεται πως οι Γάλλοι (διά της υπουργού των Οικονομικών Κριστίν Λαγκάρντ) αντιτίθενται στο ζήτημα της αναδιαρθρώσεως, η δε Αθήνα φέρεται να έχει ζητήσει από το ΔΝΤ και την ΕΕ την επιμήκυνση του συνολικού δημόσιου χρέους, αλλά η εν λόγω διαδικασία αναμένεται να αρχίσει να συζητείται τον προσεχή Ιούνιο, με στόχο να υλοποιηθεί μέσα στο 2012.
Ολα τα σχετικά δημοσιεύματα έχουν διαψευσθεί τόσο από το ΔΝΤ όσο και από την ΕΕ, γράφτηκε δε πως ο επικεφαλής του Ταμείου Ντομινίκ Στρος-Καν φέρεται να έχει δώσει εντολή «για την περίπτωση της ελληνικής επιμήκυνσης, οι διαψεύσεις να έρχονται μέχρι την τελευταία στιγμή», ενώ ο Αμερικανός υπουργός Οικονομικών Τίμοθι Γκάιτνερ, σε συνάντηση που είχε με τον Γιώργο Παπακωνσταντίνου φέρεται να του είπε ότι «πρέπει να το κάνετε», αν και η σχετική πληροφορία διαψεύσθηκε.
Τέλος, ερωτηματικά έχει προκαλέσει η πληροφορία περί ελεύσεως στην Αθήνα, εντός του Μαΐου, των επικεφαλής της Τρόικας, δηλαδή των κ.κ. Ντομινίκ Στρος-Καν, του Ζαν-Κλοντ Τρισέ και του Επιτρόπου Όλι Ρεν ώστε, όπως εγράφη, «να επιτευχθεί νέα πολιτική συµφωνία για ένα πολύ αυστηρό οικονοµικό πρόγραµµα δημοσιονομικής προσαρμογής και διαρθρωτικών µεταρρυθµίσεων».