* Του Λ. Αυγενάκη, βουλευτή Ηρακλείου της Δημοκρατικής Συμμαχίας
Η Δημοκρατική Συμμαχία έχει καταγγείλει κατ’ επανάληψη ότι η φοροδιαφυγή στην Ελλάδα ετησίως κατέχει ολοένα και μεγαλύτερο ποσοστό του ΑΕΠ. Πρόσφατη έκθεση της Alpha Bank την υπολογίζει στα 12 δισ. ευρώ, δηλαδή στο 4,8% του ΑΕΠ, εκ των οποίων τα 5 δισ. ευρώ προέρχονται από τον ΦΠΑ και τα 7 δισ. ευρώ από τους φόρους εισοδήματος και περιουσίας. Μόνο κατά το 2010, οι απώλειες εσόδων από την αύξηση της φοροδιαφυγής στον ΦΠΑ ανέρχονται στα 1,1 δισ. ευρώ περίπου και στον φόρο εισοδήματος σε επίπεδα άνω του 1 δισ. ευρώ. Άλλες μελέτες ανεβάζουν τη φοροδιαφυγή σε πολύ μεγαλύτερο ύψος, καθώς κανείς δεν μπορεί να είναι απολύτως σίγουρος για την πραγματική της εικόνα.
Αυτή την περίοδο συζητάμε στη Βουλή το 10ο κατά σειρά νομοσχέδιο με φορολογικές διατάξεις μέσα σε 18 μήνες και κανείς δεν ξέρει πόσα ακόμα θα ακολουθήσουν. Φαντάζομαι ούτε ο ίδιος ο Υπουργός Οικονομικών γνωρίζει. Βεβαίως, όλα αυτά αποτελούν ένα ξεκάθαρο δείγμα πανικού της κυβέρνησης, αλλά και της αδυναμίας της να ελέγξει τα ελλείμματα και να αυξήσει τα έσοδα του κράτους. Ωστόσο, είναι βέβαιο ότι όσα φορολογικά σχέδια νόμου και να φέρει, όσα νέα μέτρα και να πάρει, αυτά θα έχουν μειωμένη αποτελεσματικότητα, γιατί η κυβέρνηση κινείται σε λανθασμένη κατεύθυνση. Γιατί προτεραιότητα είναι να περιορίσουμε το κράτος και το κόστος του δημοσίου τομέα, τα βάρη του οποίου καλείται να επωμιστεί ο ιδιωτικός τομέας, δηλαδή το πλέον παραγωγικό κομμάτι της κοινωνίας.
Αντί λοιπόν η κυβέρνηση να επιδιώξει τη μείωση των ελλειμμάτων, όχι πλέον με οριζόντιες περικοπές, αλλά με μείωση του κράτους σε συγκεκριμένους τομείς, καθυστερεί. Προφανώς, αποφεύγει να συγκρουστεί με τα κομματικά στελέχη, τους κομματικά συντηρούμενους επαγγελματίες συνδικαλιστές και τις συντεχνίες του δημοσίου τομέα, όπου πραγματικά πρέπει -και μπορούν- να γίνουν σημαντικές περικοπές. Για να μην θίξει δηλαδή το κομματικό κράτος, κάνει δειλά βήματα στις διαρθρωτικές αλλαγές. Την ίδια ώρα, ενώ υπερφορολογεί τον ιδιωτικό τομέα, δεν αλλάζει εκ βάθρων τον ίδιο τον φοροεισπρακτικό μηχανισμό στον οποίο υπάρχουν εκτεταμένα φαινόμενα διαφθοράς αλλά και αναποτελεσματικότητας. Αντίθετα, κάνει ολοένα πιο αυστηρές και αυθαίρετες τις διατάξεις, ώστε τελικώς, οι μόνοι που θα διευκολυνθούν, είναι οι επαγγελματίες εκβιαστές που συνεχίζουν να υπάρχουν στον φοροεισπρακτικό μηχανισμό.
Η σύγχυση που προκαλούν οι πρωτοβουλίες της κυβέρνησης στην αγορά είναι προφανής. Από τη μία, πάλι υπό τον πανικό του ελλείμματος στα έσοδα έφερε την περαίωση, επιβραβεύοντας ουσιαστικά τη φοροδιαφυγή, την ίδια συνταγή που ακολούθησε και η ΝΔ στο πρόσφατο παρελθόν. Από την άλλη, φέρνει σήμερα διατάξεις που προβλέπουν ακραίες ποινές, ενώ δημιουργεί ένα ελεγκτικό σώμα για την πάταξη της φοροδιαφυγής, με θεσμοθετημένες υπερεξουσίες που είναι βέβαιο ότι θα εξελιχθεί σε μια νέα διεφθαρμένη υπηρεσία, που θα εκβιάζει τον πολίτη με πολύ μεγάλη άνεση.
Ως Δημοκρατική Συμμαχία πιστεύουμε ότι άλλα είναι τα εργαλεία που πρέπει να αναζητήσει η κυβέρνηση για να αντιμετωπίσει τη φοροδιαφυγή με μόνιμο και αποτελεσματικό τρόπο. Στο πλαίσιο αυτό, προτείναμε:
1. Μείωση των φορολογικών συντελεστών και την καθιέρωση ενιαίου φορολογικού συντελεστή τόσο για επιχειρήσεις όσο και για φυσικά πρόσωπα στο ύψος του 20%. Επίσης, καταθέσαμε πρόταση για την κατάργηση όλου αυτού του άναρχου συστήματος των φόρων υπέρ τρίτων.
2. Διασταυρώσεις στοιχείων σε πραγματικό χρόνο. Προς την κατεύθυνση αυτή μπορεί να αξιοποιηθεί το TAXIS και το νέο TAXISNEΤ και βεβαίως το ELENXIS, που διευκολύνει τους online ελέγχους.
3. Πάγιο σύστημα ρύθμισης χρεών, που δεν θα δημιουργούν στο μέλλον ειδικές ρυθμίσεις, εξαιρέσεις, αναθεωρήσεις και ανακολουθίες όπως αυτές που συμβαίνουν με την τελευταία περαίωση, που από τη μία ελέγχονται οι υποθέσεις και από την άλλη κλείνουν με την καταβολή χωρίς έλεγχο.
4. Το κράτος να στείλει το μήνυμα ότι όλοι ελέγχονται και όλοι τιμωρούνται. Ότι δεν ξεφεύγει κανείς και ότι δεν υπάρχει διακριτική μεταχείριση ορισμένων πολιτών. Γιατί πιο αποτελεσματικός είναι ο έλεγχος και η επιβολή κυρώσεων γνωστών περιπτώσεων φοροδιαφυγής και διακίνησης μαύρου χρήματος από την ακραία επιβολή ποινών.