Καλά, εδώ που έχουν φτάσει τα πράγματα, δεν χρειάζεται καν να γίνουν έρευνες, δημοσιοποιήσεις και λοιπές μετρήσεις, για να καταγράψει κανείς τα αυτονόητα της σύγχρονης ελληνικής πραγματικότητας και να καταλήξει σε συμπεράσματα, τα οποία, σε καμία περίπτωση δεν είναι αισιόδοξα.
Αλλά, εν πάσει περιπτώσει όταν έρχονται να προστεθούν και οι αριθμοί στις διαπιστώσεις, δίνουν ένα πιο μετρήσιμο αποτέλεσμα.
Στην προκειμένη περίπτωση, μιλάμε για τη σημαντική πτώση του τζίρου που εμφανίζει η πλειοψηφία των επιχειρήσεων όπως αυτή αποτυπώνεται και σε έρευνα του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου. Την ίδια ώρα, που έτσι, παρεμπιπτόντως, ένας άλλος οίκος χθες από αυτούς της αξιολόγησης όχι μόνον μας υποβάθμισε (καλά αυτό το έχουμε συνηθίσει) αλλά, διατύπωσε ανοιχτά και την εκτίμηση ότι και μετά το 2013 η Ελλάδα θα αναγκαστεί να προσφύγει εκ νέου στον ευρωπαϊκό μηχανισμό στήριξης, διότι δεν πρόκειται να τα βγάζει πέρα. Προοπτική που λίγο έως πολύ τη βλέπουμε και εμείς να απλώνεται μπροστά μας, είτε το λέει ο «οίκος» είτε όχι. Κι ας χτυπιέται ο πρωθυπουργός Γ. Παπανδρέου και ας καταγγέλλει (το έπραξε και χθες) αυτούς τους «οίκους» οι οποίοι ανεξέλεγκτοι και χωρίς να δίνουν λογαριασμό σε κανέναν, ανεβοκατεβάζουν τις οικονομίες των χωρών, παίζοντας τελικά το παιχνίδι των αγορών.
Υπό τέτοιες συνθήκες λοιπόν έρχεται και η έρευνα του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου να μας πει, ότι εννέα στις δέκα επιχειρήσεις, εμφανίζουν πτώση του τζίρου τον τελευταίο χρόνο και έξι στις δέκα θεωρούν ότι η αύξηση του ΦΠΑ επηρέασε τη μείωσή του. Ενώ, το σύνολο σχεδόν των επιχειρηματιών εκτιμά ότι ουσιαστικά ρόλο στη μείωση του τζίρου έπαιξε η μείωση των εισοδημάτων και η αρνητική ψυχολογία της αγοράς.
Βέβαια, όπως λέγαμε και στην αρχή, η κρίση στην αγορά φαίνεται και διά γυμνού οφθαλμού, χωρίς να είναι κανείς «ειδικός» και χωρίς να χρειάζεται να εντρυφήσει σε λεπτομέρειες. Μια βόλτα στην αγορά της Λάρισας να κάνει κανείς - έτσι για να μιλήσουμε για τα δικά μας - είναι υπεραρκετή για να διαπιστώσει το μέγεθος του προβλήματος. Το κατάστημα στο κέντρο της Λάρισας, και όχι μόνον (αλλά στο κέντρο φαίνεται περισσότερο), κλείνουν το ένα μετά το άλλο και μένουν άδεια να χάσκουν τα μαγαζιά, ανάμεσα σε εκείνα που ακόμη… κρατάνε. Και αυτοί που «κρατάνε» με χίλια ζόρια τα φέρνουν βόλτα οι περισσότεροι έχοντας αισθητά μειώσει το προσωπικό και προσπαθώντας (όσοι τους το επιτρέπουν οι συνθήκες) να περιορίσουν τις υποχρεώσεις τους, με την ελπίδα ότι θα βγουν από τη στενωπό. Η οποία στενωπός όμως, στην πραγματικότητα δεν ξέρουμε πόσο μήκος έχει και πού βρίσκεται τελικά η άκρη του τούνελ. Από την άλλη, από τη στιγμή που συνεχίζει να μην υπάρχει καμία αναπτυξιακή δραστηριότητα, δεν δημιουργούνται ούτε προϋποθέσεις, ούτε προοπτικές, για ανταγωνιστικότητα ούτε λόγος και φυσικά δεν υπάρχει ρευστότητα, με αποτέλεσμα να δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος, ανειλημμένων (κυρίως) υποχρεώσεων, οι οποίες έχουν καταστεί «βρόχος» στο λαιμό των περισσοτέρων. Όταν τα έσοδα, είναι σταθερά και σημαντικά λιγότερα από τα έξοδα.
Το δε αξιοσημείωτο είναι, τουλάχιστον στην αγορά της Λάρισας, ότι παρότι τα καταστήματα κλείνουν το ένα μετά το άλλο ούτε οι… «αέρηδες» πέφτουν σημαντικά ούτε και τα ενοίκια. Διότι οι έχοντες καταστήματα προς ενοικίαση αρνούνται να προσαρμοστούν στην πραγματικότητα, αποκτώντας ενοίκια τα οποία είναι πλέον υπερβολικά.
Και βέβαια από τη στιγμή που οι απανωτές περικοπές στους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων αλλά και στις συντάξεις είναι μία απτή πραγματικότητα, φυσικό και επόμενο ήταν και παραμένει όλο αυτό να μετακυληθεί στην αγορά με τις συνακόλουθες συνέπειες.
Δεν χρειάζεται λοιπόν «έρευνα» για να δει κανείς το αυτονόητο. Χρειάζεται «έρευνα» για να βρεθεί τρόπο η Ελλάδα του σήμερα να ξεφύγει από αυτό.