* Του Απόστολου Ποντίκα, δασκάλου, καθηγητή, πτυχιούχου Πολιτικών Επιστημών και σχολικού συμβούλου θεολόγων
O Άγιος Δημήτριος υπήρξε ένας από τους ενδοξότερους και λαοφιλέστατους Αγίους της ελληνικής Εκκλησίας, αλλά και γενικότερα της Ορθοδοξίας.
Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη γύρω στο 280 μ.Χ., στα χρόνια του Μαξιμιανού και καταγόταν από αριστοκρατική οικογένεια, ενώ σε νεαρή ηλικία έγινε αξιωματικός του ρωμαϊκού στρατού.
Από μικρός διακρινόταν για την ευρυμάθεια, τη σωματική ωραιότητα, την καθαρότητα της καρδιάς του και τη γλυκύτητα του χαρακτήρα του. «Χαρίεις την μορφήν, ψυχήν δε χαριέστερος, ηδύς το φθέγμα, τον τρόπον ηδύτερος, γλυκύς του λόγου, το ήθος δε γλυκύτερος».
Τα πολλά προτερήματα του Αγίου Δημητρίου τον βοήθησαν να αναζητήσει το ωραίο, το αληθινό και στη συνέχεια να οδηγηθεί στη χριστιανική πίστη, της οποίας έγινε διαπρύσιος κήρυκας στη Θεσσαλονίκη. Στη Θεσσαλονίκη ο Δημήτριος είχε δημιουργήσει έναν ευρύ κύκλο από νέους και χριστιανούς, τους οποίους δίδασκε. Στον κύκλο αυτό ανήκε και ο μετέπειτα μάρτυρας της Θεσσαλονίκης, Νέστορας. Ο Δημήτριος δίδασκε κρυφά στην ομάδα αυτή μέσα στις υπόγειες στοές, της λεγόμενης Χαλευτής Στοάς, κοντά στα δημόσια λουτρά.
Η εορτή του Αγίου Δημητρίου είναι από τις μεγαλύτερες εορτές Αγίων στην Ελλάδα, γεγονός που αποδεικνύεται από το πλήθος των φερώνυμων ναών, με κυρίαρχο τόπο λατρείας τη γενέτειρά του Θεσσαλονίκη, όπου είναι πολιούχος.
Το όνομα Δημήτριος με τη σλαβική μορφή Dimitri, dimitrou, κ.ά., επιχωριάζει και στους ρωσοσλαβικούς λαούς, όπου ο Άγιος έγινε ονομαστός, τόσο με τη διάδοση αφηγήσεων για τα θαύματά του και με τα προσκυνηματικά ταξίδια στον τάφο του, στη Θεσσαλονίκη, όσο και με τα φερώνυμα μοναστήρια και τις εκκλησίες του στις διάφορες χώρες των Βαλκανίων.
Από το 12ο αιώνα ήταν γνωστή η μεγάλη θρησκευτική συγκέντρωση των πιστών στη Θεσσαλονίκη απ’ όλα τα Βαλκάνια, κατά την ημέρα της εορτής του, 26 Οκτωβρίου, η οποία συμπίπτει και με την απελευθέρωση της πόλης το 1912 από τους Τούρκους. Τις εορταστικές περιόδους επωφελούνταν και διάφοροι «βάρβαροι» και έκαναν επιδρομές, που σύμφωνα με συναξαρικές μαρτυρίες κατέστειλε ο ίδιος ο Άγιος. Ο Άγιος Δημήτριος από την ημέρα του θανάτου του έκανε και το πρώτο θαύμα. Ο τάφος του σκόρπιζε ευωδιαστό «μύρο» και από αυτό το γεγονός ονομάστηκε «μυροβλύτης».
Γενικά, διασώθηκαν τα πολλά θαύματα του Αγίου Δημητρίου και, όπως φαίνεται, αποτελούνται από τρεις Συλλογές. Οι δύο πρώτες είναι παλιές, του 7ου αιώνα, ενώ η τρίτη είναι μεταγενέστερη και ετερόκλητη. Από την πρώτη, κυρίως Συλλογή προήλθαν άλλα μικρότερα κείμενα, με νεότερα θαύματα του Αγίου.
Οι δύο πρώτες Συλλογές των θαυμάτων, που έχουν και το μεγαλύτερο ενδιαφέρον, σώζονται σε 34 χειρόγραφα, γεγονός που δείχνει τη μεγάλη διάδοση του κειμένου. Από αυτά, όμως, μόνο ένα «O Parisinke Gvaeeue 1517», του 12ου αιώνα, περιέχει και τις δύο συλλογές πλήρεις.
Ένα χειρόγραφο του 1641, του 10ου – 11ου αιώνα, περιέχει πλήρη την πρώτη Συλλογή. Κατά συνέπεια, η πρώτη Συλλογή σώζεται πλήρης σε δύο χειρόγραφα και η δεύτερη μόνο σε ένα. Συγγραφέας της Α’ Συλλογής είναι ο αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης Ιωάννης (606 – 620) και γράφτηκε στις αρχές της βασιλείας του Ηρακλείου (610 – 641).
Ο συγγραφέας ήταν σύγχρονος μάρτυρας περισσότερων γεγονότων που καταγράφει, ενώ άλλα τα άκουσε από τον προκάτοχό του Ευσέβιο. Η πρώτη Συλλογή έχει 15 θαύματα και ο χαρακτήρας της είναι αγιογραφικός, γι’ αυτό και η σύνθεση είναι ειδολογική και όχι χρονολογική. Στην αρχή περιγράφει ατομικές και ομαδικές θεραπείες και στο δεύτερο τη σωτηρία της πόλης από καταστροφές, όπως λιμό, σεισμό, εμφύλιο πόλεμο, χάρη στην επέμβαση του Αγίου, για να φτάσει τέλος στον Κολοφώνα, που είναι η σωτηρία της Θεσσαλονίκης από τους Αβάρους και Σκλαβήνους. Συγγραφέας της Β’ Συλλογής είναι ανώνυμος και ίσως κάποιος εκκλησιαστικός άντρας και περιέχει 6 θαύματα, για τη Θεσσαλονίκη και την περιοχή του Αγίου.
Έτσι, μπορούμε να πούμε πως σπάνια Άγιος έχει συνδέσει το όνομά του με τις περιπέτειες της πατρίδας του, για την οποία ο Δημήτριος υπήρξε «ο μόνος ακριβός φρουρός, ο φύλαξ άυπνος, ο πύργος της Θεσσαλονίκης», αλλά και για όλους τους χριστιανούς ο «χορηγός αγαθών, παντοίων και ιατρός νοσημάτων».
Η εικονογραφία εμφανίζει τον Άγιο έφιππο, να κτυπά με το κοντάρι (συμβολικά) τον Λυαίο και η παράσταση αυτή είναι μια αντιστοιχία μ’ αυτήν του Αγίου Γεωργίου. Το άλογο του Αγίου Δημητρίου είναι κόκκινο, ενώ του Αγίου Γεωργίου λευκό.
Ο Άγιος μπήκε στη ζωή των Ελλήνων με πλούσια λαογραφικά στοιχεία. Η ημέρα του είναι διαβατήριο, μεταβατικό από το καλοκαίρι στο χειμώνα. Η θρησκευτική αργία και ευλογία της Εκκλησίας επισφραγίζει όλες τις εθιμοτελετουργικές και λατρευτικές παραδόσεις της ημέρας.
Η εορτή του Αγίου Δημητρίου, σε αντίθεση μ’ αυτήν του Αγίου Γεωργίου, έχει το οικογενειακό στοιχείο, αφού ο καιρός συγκεντρώνει τους ανθρώπους μέσα στο σπίτι, ενώ την άνοιξη η φύση τους καλεί έξω στην εξοχή.
Οι κτηνοτρόφοι την ημέρα του Αγίου Δημητρίου, την είχαν ως ορόσημο, για το ταίριασμα βοσκών στο κοπάδι τους, που τελείωνε την ημέρα της εορτής του Αγίου Γεωργίου. Εξάλλου, στα κτηνοτροφικά μέρη, την ημέρα αυτή έκλειναν τον «Αγελαδάρη», ο οποίος φρόντιζε για τη βοσκή των αγελάδων του χωριού.
Οι ναυτικοί την ημέρα του Αγίου Δημητρίου έδεναν τα καΐκια τους ως τα Φώτα, οπότε και θα άρχιζαν τα μικρά ταξίδια τους. Του Αγίου Δημητρίου είναι συνηθισμένο το φαινόμενο να παρουσιάζεται μια απότομη αύξηση της θερμοκρασίας και ελάττωση βαρομετρικής πιέσεως, που ο κόσμος ονομάζει «Μικρό καλοκαιράκι, του Αϊ Δημητράκη».
Από το όνομα του Αγίου προσωνυμείται ο Οκτώβριος ως Αγιοδημήτρης, Αϊδημητριάτης, καθώς και τα χρυσάνθεμα λουλούδια, ως Αγιοδημητριάτικα. Του Αγίου Δημητρίου εόρταζαν και πολλές συντεχνίες, επισφραγίζοντας την καλοκαιρινή εργασία και τα κέρδη τους. Ιδιαίτερα την εόρταζαν οι οικοδόμοι, καθώς και οι διάφοροι έμποροι, όπως υφασματέμποροι, δερματέμποροι κ.λπ.