* Της Αλεξίας Κατσαρού, διατροφολόγου – διαιτολόγου MSc, απόφοιτης Χαροκοπείου Πανεπιστημίου, υποψ. διδάκτ. Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Θεσσαλίας
Συχνά, συμβαίνει η παχυσαρκία να θεωρείται από ειδικούς και μη ειδικούς αποτέλεσμα της αδυναμίας του ανθρώπου να επιβληθεί και να ασκήσει έλεγχο στον εαυτό του, ώστε να τρώει λιγότερο. Στην επιστημονική πραγματικότητα, βέβαια, η μονόδρομη αυτή θεώρηση κρίνεται αβάσιμη.
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας έχει ανακηρύξει ως «Παγκόσμια Ημέρα Παχυσαρκίας» αυτή της 24ης Οκτωβρίου. Η ευρύτατη παροχή πληροφοριών σχετικά με τη φύση της νόσου αυτής, τη σοβαρότητά της, τις διαστάσεις που αυτή έχει λάβει τόσο σε παγκόσμιο, όσο και σε εθνικό επίπεδο, καθώς και με την αντιμετώπισή της έχει, πιθανότατα, συμβάλλει στη ρεαλιστική ανάδειξη της υπάρχουσας κατάστασης.
Αυτό που σίγουρα πρέπει να λάβουμε υπ’ όψιν είναι ότι η παχυσαρκία είναι μία κατάσταση, όπως και πολλές άλλες κλινικές καταστάσεις, πολυπαραγοντική. Στην ανάπτυξη και τη διατήρησή της συνδράμουν: η διαταραγμένη φυσιολογία του σώματος, συμπεριλαμβανομένων των διαταραγμένων σημάτων πείνας και κορεσμού, καθώς και της διαταραγμένης λειτουργικότητας ορμονών, συνυπάρχουσες κλινικές καταστάσεις, οι συνήθειες του τρόπου ζωής, οι διατροφικές συνήθειες και η διατροφική συμπεριφορά όπως έχουν διαμορφωθεί με τον καιρό, το στρες, η αλληλεπίδραση της ψυχολογίας με την τροφή, η κοινωνικοοικονομική κατάσταση, ακόμα και η κουλτούρα που φέρει η χώρα μας σχετικά με το φαγητό.
Η ουσία είναι ότι όλες οι παραπάνω συνιστώσες – σε συνδυασμό με ένα «ευνοϊκό» γενετικό υπόβαθρο – φαίνεται ότι συμβάλλουν συνεργικά, η κάθε μία στο δικό της βαθμό, στην κατανάλωση περισσότερης και, συνήθως, ποιοτικά χαμηλής αξίας τροφής, καθώς και σε χαμηλά επίπεδα ενεργειακής δαπάνης από τον οργανισμό του ανθρώπου, με αποτέλεσμα, την υπερβάλλουσα συσσώρευση λίπους στο ανθρώπινο σώμα.
Στο δρόμο για την αντιμετώπιση της παχυσαρκίας, αλλά και της ρύθμισης του βάρους γενικότερα, όλοι έχουμε ασχοληθεί λιγότερο ή περισσότερο με πολλά υποσχόμενες «μαγικές δίαιτες». Τέτοιου είδους διαιτολογικές προσεγγίσεις, που στοχεύουν στη γρήγορη και άμεση απώλεια βάρους, αποδεικνύονται όλο και περισσότερο αναποτελεσματικές στη διεθνή επιστημονική κοινότητα, καθώς τελική έκβασή τους αποτελεί σχεδόν πάντα η επανάκτηση του απολεσθέντος βάρους, ενώ σε βάθος χρόνου αυτό σταθεροποιείται σε όλο και υψηλότερο σημείο. Εκτός αυτού, τέτοιες προσεγγίσεις απομακρύνουν το άτομο από το στόχο της ορθής διατροφικής εκπαίδευσης, ενώ η επανάκτηση του βάρους – η οποία σε μεγάλο βαθμό οφείλεται σε βιολογικούς παράγοντες – γεμίζει το άτομο με ενοχές και οδηγεί στη διαμόρφωση της πεποίθησης ότι εκείνο δεν θα μπορέσει ποτέ να ελέγξει το βάρος του με επιτυχία. Πολλές φορές οι ενοχές αυτές εγκαθιδρύουν έναν φαύλο κύκλο στον οποίο προωθείται η δίαιτα (στη στερητική της μορφή), η οποία κάποια στιγμή θα αποτύχει (κυρίως λόγω της στερητικής και ενοχικής της φύσης), θα οδηγήσει σε υπερφαγία, η οποία με τη σειρά της θα ενεργοποιήσει και πάλι την εκκίνηση μίας «δίαιτας» και ούτω καθεξής.
Γίνεται, λοιπόν, εύκολα αντιληπτό ότι η προσπάθεια ενός ατόμου να απομακρύνει το υπερβάλλον λίπος από το σώμα του, συχνά, «βάλλεται» από παράγοντες όχι και τόσο εύκολα διαχειρίσιμους από το ίδιο. Ακόμα και η τροποποίηση του τρόπου ζωής, των διατροφικών συνηθειών και της διατροφικής συμπεριφοράς, που θεωρείται η υπ’ αριθμόν ένα στρατηγική για την αντιμετώπιση της παχυσαρκίας και εναπόκειται στη δράση που το άτομο καλείται να αναλάβει, μπορεί συχνά να παρεμποδίζεται από παράγοντες για τους οποίους το άτομο καλό είναι να λάβει επιπλέον βοήθεια, όπως η βιολογική και ψυχοκοινωνική επίδραση του στρες στη ζωή μας, η αλληλεπίδραση της γενικότερης ψυχολογικής μας κατάστασης με το φαγητό, οι κοινωνικές νόρμες μέσα από τις οποίες έχουμε μάθει να τρεφόμαστε, ενώ όλο και περισσότερο φως δίνεται στις διαταραγμένες φυσιολογικές λειτουργίες του σώματος που απαντώνται στην παχυσαρκία, καθώς και σε συνυπάρχουσες κλινικές καταστάσεις.
Η ουσιαστική αντιμετώπιση της παχυσαρκίας χρήζει του εντοπισμού και της αποδυνάμωσης των περισσότερων και ισχυρότερων από τους παράγοντες εκείνους που οδήγησαν και συνεχίζουν να διατηρούν ένα άτομο στην εν λόγω κατάσταση. Μέχρι στιγμής, η επιστήμη έχει στα χέρια της «όπλα» και «εργαλεία» ικανά να συμβάλουν στην προσπάθεια του ατόμου να αντιμετωπίσει την παχυσαρκία, όπως ειδικά μοντέλα τροποποίησης της διατροφικής συμπεριφοράς, μοντέλα διατροφικής εκπαίδευσης, ψυχοκοινωνικές παρεμβάσεις, ψυχοθεραπευτικές προσεγγίσεις, τεχνικές αντιμετώπισης του χρόνιου στρες, φαρμακευτικές αγωγές, μοντέλα τροποποίησης του τρόπου ζωής με στόχο την αύξηση της φυσικής δραστηριότητας και αν συνεχίσουμε κι άλλο, σίγουρα θα αναφέρουμε πολλά και ενδιαφέροντα παραδείγματα.
Επιπλέον, στην γκάμα των «εργαλείων» έρχεται να προστεθεί και η χειρουργική αντιμετώπιση της παχυσαρκίας η οποία συμβάλλει εξαιρετικά και ουσιαστικά στην προσπάθεια του ατόμου να απομακρύνει το υπερβάλλον λίπος από το σώμα του. Η χειρουργική της παχυσαρκίας έρχεται να απομακρύνει πολλά από τα εμπόδια που το ίδιο μας το σώμα θέτει στην προσπάθειά μας να μειώσουμε το πλεονάζον λίπος από αυτό. Έτσι, το άτομο χαίρει μίας εξαιρετικά ουσιαστικής βοήθειας, δεδομένης της προσπάθειάς του να αντιμετωπίσει - με απαραίτητη τη συνεργασία και άλλων ειδικών, όπως για παράδειγμα του εξειδικευμένου Διαιτολόγου και Ψυχολόγου - και άλλους πιθανούς παράγοντες που διαιωνίζουν την υπάρχουσα κατάσταση και δύνανται να τη διαιωνίζουν ακόμα και μετά το χειρουργείο, όπως είναι η αλληλεπίδραση της ψυχολογίας με την τροφή.
Αυτό που σίγουρα πρέπει να γίνει αντιληπτό από τα ανωτέρω είναι ότι κοινός παρονομαστής όλων των προαναφερθέντων διαθέσιμων εναλλακτικών είναι Το Άτομο. Με άλλα λόγια, η ρεαλιστική αντιμετώπιση της εν λόγω κατάστασης, όποια θεραπευτική αντιμετώπιση κι αν ακολουθήσει κανείς, προϋποθέτει τη συνειδητοποίηση της σοβαρότητάς της και την ανάληψη ευθύνης από το ίδιο το άτομο, με στόχο τη δέσμευσή του απέναντι στον εαυτό του να αλλάξει και να ζητήσει βοήθεια. Να μην ξεχνάμε, άλλωστε, ότι πίσω από έναν παχύσαρκο ενήλικα είναι πολύ πιθανό να εξελίσσεται και ένα παχύσαρκο παιδί του οποίου οι πιθανότητες να συνεχίσει να είναι παχύσαρκο και ως ενήλικας αγγίζουν το 80%.
Δεδομένης, λοιπόν, της σοβαρότητας της νόσου αυτής - καθώς εξαιρετικά συχνά αυτή συνοδεύεται από σημαντικά χαμηλότερο προσδόκιμο ζωής, άπνοιες ύπνου, ψυχολογικές και κοινωνικές δυσκολίες και γενικά από χαμηλή ποιότητα ζωής, ενώ σχετίζεται με σοβαρή καρδιαγγειακή δυσλειτουργία, μυοσκελετικά προβλήματα, υπογονιμότητα, γαστροϊσοφαγική παλινδρόμηση και πολλούς τύπους καρκίνου – ο σαφής προσδιορισμός της κατάστασης και η αναζήτηση σοβαρής και ολοκληρωμένης επιστημονικά προσέγγισης κρίνεται η καταλληλότερη αρχή τόσο στην προσπάθεια, όσο και, απλά, στη σκέψη του ατόμου να απομακρύνει το υπερβάλλον λίπος από το σώμα του.