Από το Νίκο Νάκο
«Θα πάω για ψάρεμα»… μου είπε ο φίλος μου ο Νίκος, όταν τον ρώτησα «τι θα κάνεις την Κυριακή;». Έκρινα περιττό να τον ρωτήσω αν θα πάρει μαζί του τη γυναίκα του ή τα παιδιά του. Για τον φίλο μου, όπως και για πολλούς σαν κι αυτόν, το ψάρεμα είναι μια «απόλαυση» που κυριολεκτικά αποτελεί την «ερωμένη» της Κυριακής. Άλλωστε τα περισσότερα «χόμπι», το ποδόσφαιρο, η ορειβασία, το κυνήγι, όπως και το ψάρεμα, κρατούν πολλούς μακριά από την οικογένειά τους το Σαββατοκύριακο, τις μοναδικές μέρες που θα μπορούσαν να περνούν όλοι μαζί, να διασκεδάζουν μαζί, για να ξεφύγουν από τη ρουτίνα της καθημερινότητας.
Η περίπτωση του φίλου μου είναι χαρακτηριστική του τύπου των ανθρώπων εκείνων που θα είναι, ή φανατικοί του ποδοσφαίρου, ή θα τους αρέσει η ορειβασία, ή θα είναι μανιώδεις ψαράδες, ή κυνηγοί. Κι έτσι αντί να φροντίζουν να ψυχαγωγηθούν μαζί με τη γυναίκα τους ή τα παιδιά τους, τρέχουν στα γήπεδα, στα βουνά, στη θάλασσα ή στα χωράφια.
Και η σύζυγος; Αυτή, την ημέρα που έπρεπε να είναι ημέρα κοινής χαράς, εκείνη νιώθει μόνη και εγκαταλειμμένη. Είναι η «χήρα» της Κυριακής. Για την οποία δεν απομένει παρά η θλίψη, η μοναξιά και η γκρίνια. Άλλωστε έτσι εξηγείται και το φαινόμενο της «γυναικοπαρέας». Οι άνδρες τον κύκλο τους και τις προτιμήσεις τους, οι γυναίκες τα δικά τους.
Συνήθως η διάσταση αυτή ξεκινάει από τον άνδρα. Ισχυρίζεται ότι η γυναίκα του δεν μπορεί να τον καταλάβει, ότι είναι εγωίστρια, είναι βαρετή, ότι παριστάνει τη μάρτυρα, ότι στο κάτω της γραφής ένας άνθρωπος που εργάζεται και «σκοτώνεται» όλη την εβδομάδα, έχει το δικαίωμα να ξεσκάσει, να εκτονωθεί με το αγαπημένο του «χόμπι», χωρίς η γυναίκα του να του χαλάει κάθε φορά τη διάθεση με γκρίνιες, «μούτρα» και κλάψες.
Ποιος έχει δίκιο και ποιος άδικο, δεν είναι εύκολο να το πει κανείς. Και στο σημείο αυτό πρέπει να κάνουμε κάποια διάκριση. Υπάρχουν οι «κατ΄ανάγκη» και οι «εθελόντριες χήρες» της Κυριακής. Δηλαδή: οι «κατ΄ανάγκη χήρες» είναι εκείνες που δεν μπορούν να ακολουθήσουν τον σύζυγο τα Σαββατοκύριακα και να μοιραστούν τις προτιμήσεις του. Μπορεί να έχουν παιδιά ή άλλες οικογενειακές ασχολίες ή μπορεί το «χόμπι» του συζύγου να είναι κουραστικό, επικίνδυνο, διόλου άνετο για μια γυναίκα ή και βαρετό γι΄αυτήν.
Μπορεί ακόμα ο σύζυγος, να αποθαρρύνει και κάθε αγαθή πρόθεση της γυναίκας του να τον ακολουθήσει όπως: «θα κουραστείς», «θα κρυώσεις» , «μπορεί να χτυπήσεις», «θα ζαλιστείς»... Προσχήματα που όλα κρύβουν την πραγματική πρόθεση: «δεν σε θέλω μαζί μου, γιατί θα σ΄έχω μέσα στα πόδια μου».
Όσο για τις «εθελόντριες χήρες» της Κυριακής. Είναι αυτές που μένουν μόνες στο σπίτι, όχι γιατί δεν μπορούν να ακολουθήσουν τον σύζυγο αλλά γιατί δεν θέλουν. Ή από κακή διάθεση ή από πνεύμα αντιλογίας ή γιατί έχουν διαφορετικά γούστα και προτιμήσεις κι αυτό το τελευταίο είναι και το πιο συνηθισμένο.
Είναι γεγονός ότι σπανίζουν οι περιπτώσεις να συμπίπτουν τα γούστα και οι προτιμήσεις του ζευγαριού. Το αντίθετο θα αποτελούσε μια ευτυχή συγκυρία, γιατί το να χαίρονται μαζί οι δύο σύζυγοι τις ώρες ψυχαγωγίας, το να μοιράζονται τους ενθουσιασμούς του ελεύθερου χρόνου, δυναμώνει και γιγαντώνει την ψυχική επαφή και το αμοιβαίο ενδιαφέρον. Αποτελεί με άλλα λόγια έναν συντελεστή της αγάπης.
Είναι δυνατόν όμως, παρά την καλή της θέληση ή την προσπάθεια, η σύζυγος να μην μπορεί, να μη καταφέρει να συμμεριστεί τις κυριακάτικες προτιμήσεις του συζύγου της κι αυτό που για κείνον είναι ένα «χόμπι», να είναι για κείνη μια τιμωρία, ένα μαρτύριο. Αν το ποδόσφαιρο δεν την ενδιαφέρει, αν το κυνήγι της προξενεί φρίκη, αν το ψάρεμα την κουράζει, αν η ορειβασία τη φοβίζει, δεν ευθύνεται. Όπως δεν ευθύνεται και ο σύζυγος.
Πού καταλήγουμε λοιπόν; Μάλλον σε μια μέση οδό. Ίσως αυτή που βγήκε σαν συμπέρασμα από τη συζήτηση που είχα με το φίλο μου, που κάθε Κυριακή πήγαινε για ψάρεμα: Εκείνος θα μπορούσε π.χ. να αφιερώνει στο «χόμπι» του τις δύο από τις τέσσερις Κυριακές του μήνα και τις άλλες δυο στη γυναίκα του. Αλλά τις δυο αυτές Κυριακές ο σύζυγος θα πρέπει πραγματικά να τις αφιερώνει στη γυναίκα του, να τη φροντίζει, να δέχεται το πρόγραμμα που θα έχει καταρτίσει εκείνη, χωρίς να παίρνει το ύφος του ανθρώπου που θυσιάζεται...
Από την πλευρά της, τις δυο «Κυριακές του», αυτές που ο σύζυγος θα αφιερώνει στο «χόμπι» του, η σύζυγος δεν θα πρέπει «να κάνει μούτρα», να δείχνει θλιμμένη ή εγκαταλειμμένη. Αντίθετα θα πρέπει να τον βοηθάει στις προετοιμασίες του, να δείχνει ενδιαφέρον για το πρόγραμμά του και να δέχεται με καλή διάθεση τις αφηγήσεις του για τις προτιμήσεις και τις εξορμήσεις του.
Φαίνονται δύσκολα όλα αυτά; Στη συζήτηση έμοιαζε εύκολη ή τήρηση των κανόνων συμβίωσης, αλλά αν παρατηρήσουμε το γεγονός ότι οι δύο σύζυγοι σπανίως «κάνουν παρέα» μεταξύ τους κι ο καθένας προτιμάει τους φίλους και τις φίλες, τότε μάλλον το «χόμπι» Εκείνου θα συνεχίσει να αποτελεί την «ερωμένη της Κυριακής» και με τη στάση της Εκείνη, θα εξακολουθήσει να κρατάει το ρόλο της «χήρας της Κυριακής»...