Από την Κατερίνα Ζαχείλα
Δεν θυμάμαι ποιος ήταν αυτός που κάποτε μου ευχήθηκε να είμαι απολιτίκ στη ζωή μου. Ήταν ωστόσο μια ευχή που άκουσα και με προβλημάτισε έντονα για αρκετά μεγάλο διάστημα. Απολιτίκ ή αλλιώς χωρίς ιδεολογία. Αποτελεί άραγε σημείο των καιρών μας μόνο; Αν ανατρέξουμε στο παρελθόν, θα θυμηθούμε ότι από το 1949 μέχρι σήμερα η ελληνική δημοκρατία κυβερνήθηκε από περίπου 25 πρωθυπουργούς και ποικίλα πολιτικά σχήματα.
Με αυτόν τον τρόπο καλύφθηκε όλο σχεδόν το ιδεολογικό πρίσμα. Από τη μετεμφυλιακή δεξιά, στη δυναστεία και έπειτα στον φιλελεύθερο «καραμανλισμό» και στη φημισμένη μεταπολίτευση. Η οικονομική κρίση και οι πολιτικές δυναστείες είχαν ως αποτέλεσμα να προκαλέσουν λαϊκή απέχθεια, η οποία σε άλλες εποχές και χώρες εκτελούσε ακόμη και τσάρους.
Δυστυχώς, σήμερα η νέα γενιά πλήττεται από την απόλυτη έλλειψη ιδεολογίας, αποτέλεσμα της παντελούς έλλειψης εμπιστοσύνης στο πολιτικό σύστημα, στα κόμματα και στους πολιτικούς, οι οποίοι κατάντησαν πλέον στόχοι. Είναι παράδοξο αλλά συναντά κανείς ακόμη και συμβούλους υπουργών «απολιτίκ», οι οποίοι υπεράνω κομμάτων, υπηρετούν το κοινό καλό, και μια μέρα, όπως λένε θα αμφισβητήσουν την προηγούμενη γενιά πολιτικών και θα πορευθούν με μία νέα συνείδηση, καθαρά απολιτίκ.
Νέα κινήματα «ξεπηδούν» στο προσκήνιο, όπως παραδείγματος χάρη, οι Ατενίστας, οι οποίοι διασχίζουν το άβατο του κέντρου για να συναντήσουν τους παράνομους μετανάστες φοβούμενοι μια πραγματική σύγκρουση με την εξουσία, με την τρομοκρατία, με την αναρχία. Τι είναι αυτό που διακηρύττουν; Την αδυναμία να εκφράσουν ρητά την υποστήριξή τους προς τους κομματικοποιημένους πολίτες, τους ακτιβιστές περιβαλλοντολόγους. Απολιτίκ, η πρακτική του νεοέλληνα. Φθάσαμε σε σημείο ακόμη και η Greenpeace να είναι πιο πολιτικοποιημένη από τις κομματικές νεολαίες.
Τα χρόνια που πέρασαν γκρεμίστηκε κάθε δικαίωμα προς τη διαμόρφωση νέας πολιτικής ταυτότητας. Καθώς η Ευρώπη έπαιρνε θέση στη νέα πολιτική πραγματικότητα, στη Νέα Εποχή πραγμάτων, είτε στρεφόμενη σε μια πιο ήπια ακροδεξιά, είτε σε έναν δημοκρατικό σοσιαλισμό, στην Ελλάδα χανόταν και η τελευταία αχτίδα πολιτικής συνείδησης.
Θα μπορούσε κανείς να ερμηνεύσει την αντίσταση σε κάθε τι πολιτικό, μέσω της ενοχοποίησης των ίδιων των πολιτικών και της ατιμωρησίας που συνόδευσε τις άτιμες πράξεις τους, πολλά παραδείγματα προπηλακισμού πολιτικών αποτελούν δείγμα της αμφισβήτησης του πολιτικού κατεστημένου από τον λαό.
Θα μπορούσε όμως να συνδυαστεί και με την έλλειψη ταυτότητας η οποία επίσης πλήττει τους νεοέλληνες σήμερα. Η έννοια του έθνους, η οποία κινδυνεύει από τη λεηλασία της ελληνικής γης από τους μετανάστες, η έννοια του έθνους η οποία απειλείται από τους γείτονες εχθρούς, η Ροδόπη, το Καστελλόριζο, εκτεθειμένα στον ξένο ζυγό, τόποι που η πατρίδα δεν μπορεί να υπερασπιστεί.
Θα μπορούσε ίσως μέσα από αυτή την αμφισβήτηση να γεννηθεί μια νέα πολιτικοποιημένη γενιά, απελευθερωμένη από τις ενοχές του παρελθόντος; Θα μπορούσε να θεωρηθεί ως η ύστατη ευκαιρία. Πόσο απολιτίκ είναι πράγματι αυτή η γενιά; Αλήθεια σπας τις βιτρίνες καταστημάτων χωρίς να έχεις πολιτική βούληση; Δεν είναι αυτή η γενιά η ίδια που έχει εκπαιδευθεί από τους γονείς της στην ευκολία του δημοσίου, δεν είναι η ίδια γενιά που μετράει ώρες μπροστά στα ριάλιτι και τις τουρκικές σαπουνόπερες; Δεν είναι αυτή η γενιά η οποία ακόμη φωνάζει «ΕΔΩ Πολυτεχνείο»; Δεν θα εκπλαγώ αν αυτή η απολιτίκ γενιά πάρει πολιτική θέση σε ανύποπτο χρόνο. Το δυσάρεστο της ιστορίας είναι ότι η πολιτική βούληση αυτής της γενιάς, της απολιτίκ γενιάς, διαμορφώνεται από την κρίση και αποκτά υπόσταση μέσα από τις στάχτες των υπολοίπων κομμάτων. Αποκτά υπόσταση μέσα από τα λάθη της κυβέρνησης, από την ανικανότητα μας να διατηρήσουμε ένα έθνος, από την έλλειψη μεταναστευτικής πολιτικής. Ναι πίσω από αυτά τα τείχη που υψώνουμε είτε για να απομακρύνουμε την απειλή είτε για να απομονωθούμε μέσα στην μικρή μας κοινωνία, κάθε τι πολιτικό γίνεται ηθικό ζήτημα, και κάθε τι απολιτίκ γίνεται ανήθικο. Για εμένα αυτή η απολιτίκ γενιά της υποκρισίας είναι χωρίς ήθος. Αυτή είναι η γενιά του 2012.