* Του Αθανάσιου Φώτου, επί τιμή δικηγόρου
Νιώθω την ανάγκη να μιλήσω ανοιχτά και με συναίσθηση ευθύνης για τη σημερινή κατάσταση του δικαστικού μεγάρου. Θέλω πράγματι να εκφραστώ πηγαία, χωρίς δέσμευση στο δικαστικό και νομικό κόσμο της πόλης για την εξωτερική εμφάνισή του.
Η τοποθέτησή μου αυτή δεν έχει την έννοια της δημόσιας καταγγελίας. Απλά και ταπεινά θέλει να καταδείξει ένα χρόνιο πρόβλημα, που όλοι μας το αντικρίζουμε και το αναγνωρίζουμε, δυστυχώς όμως δεν έχουμε το θάρρος και την τόλμη να το αγγίξουμε και να το θεραπεύσουμε.
Όταν το 1972 για πρώτη φορά τέθηκε σε λειτουργία το δικαστικό μέγαρο, ήταν ένα πραγματικό στολίδι, ένα κομψοτέχνημα, ένα κόσμημα για την πόλη.
Το μεγαλοπρεπές αυτό οικοδόμημα μέσα στο κέντρο της πόλης, προκαλούσε για την εποχή εκείνη, τον θαυμασμό και την ευχαρίστηση όλων των ανθρώπων, που το αντίκριζαν.
Έτσι άξιζε να είναι ο Ναός της Θέμιδος. Ωραίος επιβλητικός, μεγαλοπρεπής. Σ’ αυτόν ο αδικημένος, ο πονεμένος, ο κατατρεγμένος, από τις άδικες πράξεις και συμπεριφορές των άλλων, σπεύδει να βρει το δίκαιό του, την πρόθυμη απονομή της δικαιοσύνης από τους δικαστές, το θάρρος, την ελπίδα, τη δύναμη και τη βοήθεια να ξαναγυρίσει ξανά στις επάλξεις της ζωής, την ψυχική ανακούφιση και τη γαλήνη της ψυχής του.
Σήμερα τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά. Στο εγχείρημά μου αυτό, έχω τη σύμφωνη γνώμη του λαού της πόλης, που με πόνο ψυχής αντικρίζει καθημερινά και για χρόνια τώρα τα ρυπαρογραφήματα που έχουν ζώσει ολόκληρο το κτίριο και δεν το αφήνουν καν να ανασάνει.
Συνθήματα αναρχικά, επαναστατικά, αθεϊστικά, υβριστικά, ποζάρουν στους τοίχους του, ως και αγγελίες θανάτων, μνημόσυνων, ενοικιάσεως διαμερισμάτων, καταστημάτων, αγρών, κομματικές αφίσες και ό,τι άλλο φαντασθεί ο νους του ανθρώπου, κοσμούν και συνθέτουν το σκηνικό του εξωτερικού χώρου του δικαστικού μεγάρου.
Αυτή η αχλύδα δεν μπορεί παρά να προκαλεί την αηδία και αγανάκτηση του κοινού, το οποίο απαιτεί εδώ και τώρα τον τερματισμό αυτού του αίσχους. Δεν μπορεί το σπίτι της δικαιοσύνης να είναι αηδιαστικό και βρόμικο μέχρι σημείου που να προκαλεί την απέχθεια και αποστροφή των ανθρώπων που το αντικρίζουν. Δεν μπορεί η δικαιοσύνη να προστατεύει όλους τους άλλους από τοιούτου είδους πράξεις και να μην μπορεί να προστατεύσει την ευπρέπεια του δικού της οίκου. Είναι πρωτίστως δικό της μέλημα και καθήκον να καθαρίσει τους ρύπους που βρομίζουν τους τοίχους του δικαστικού μεγάρου και την εκθέτουν ανεπανόρθωτα στα μάτια της κοινωνίας και να θέσει σε λειτουργία τους μηχανισμούς εκείνους, που θα διατηρούν το κτίριο ανέπαφο από κάθε εξωτερική επέμβαση και επιδρομή. Είναι επίσης και δικό μας καθήκον να συμβάλλουμε σε αυτή την προσπάθεια, με το να προσεγγίσουμε όλους εκείνους που ασχολούνται με τις πράξεις αυτές και με τη συμπεριφορά μας, τον λόγο μας, με φιλικό διάλογο μαζί τους, να καθίσουμε στο ίδιο τραπέζι και από κοινού να καταθέσουμε τις απόψεις μας, εις τρόπον ώστε να τους πείσουμε να σταματήσουν να βρομίζουν το μέγαρο, προκειμένου αυτό το αίσχος, που μας εκθέτει όλους, να εξαφανισθεί και να εκλείψει από τα μάτια μας.
Στο σημείο αυτό οφείλω να τονίσω και την υποχρέωση της πολιτείας, η οποία οφείλει να δώσει τις αναγκαίες πιστώσεις για τη συνολική ανακαίνιση του δικαστικού μεγάρου, όπως επίμονα ζητά ο Δικηγορικός Σύλλογος Λάρισας. Μία πολιτεία η οποία διαχρονικά υπόσχεται, αλλά τελικά αρνείται να πράξει τα αυτονόητα. Υπενθυμίζω εδώ ότι στις αρχές του 2010, ο τότε υπουργός Δικαιοσύνης Χ. Καστανίδης, σε σχετική ερώτηση των βουλευτών Λάρισας, για το παραπάνω θέμα, με μεγάλη ευκολία ανακοίνωσε, ότι θα εκταμιευτεί ποσό 1.000.000 ευρώ για την ανακαίνιση του μεγάρου μέχρι τέλους του Α’ εξαμήνου του 2010. Όπως αποδείχθηκε ήταν απλά μία υπόσχεση και τίποτε άλλο περισσότερο, αφού μέχρι σήμερα δεν έχει υλοποιηθεί.
Η ελευθερία του ανθρώπου είναι ένα από τα μέγιστα δώρα του Θεού και κανένας μας δεν έχει το δικαίωμα να τη φαλκιδεύσει ή να την εμπορευθεί. Όπως επίσης, η ελεύθερη διακίνηση των ιδεών, είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα του δημοκρατικού μας πολιτεύματος και κανείς μέχρι σήμερα δεν διανοήθηκε να την αμφισβητήσει ή να τη θέσει υπό περιορισμούς, όταν αυτή κινείται μέσα στα νόμιμα δημοκρατικά πλαίσια.
Ζούμε σε μία εποχή στην οποία ρεύματα αντίθετα προσβάλλουν την κοινωνία και ιδέες και διδασκαλίες ανατρεπτικές διδάσκονται και το θρησκευτικό, κοινωνικό, πολιτικό και οικογενειακό οικοδόμημα βάλλεται από παντού. Είναι επομένως φυσικό επακόλουθο, πράξεις και ενέργειες σαν τις παραπάνω να βλέπουν το φως της δημοσιότητας με αυτόν τον τρόπο και να προσπαθούν να διεισδύσουν, να σαγηνεύσουν και αιχμαλωτίσουν τις λαϊκές μάζες.
Πρέπει όμως εδώ να σημειώσω, ότι τα συνθήματα και τα ιδεολογήματα που αναγράφονται επάνω στους τοίχους του δικαστικού μεγάρου και αλλαχού, έργο των δήθεν ανανεωτών, εκσυγχρονιστών και προπαγανδιστών του αιώνα μας, δεν είναι ούτε πειστικά, ούτε αποτελεσματικά. Μπορεί μερικές φορές να προκαλούν εντυπώσεις, πρόσκαιρη ευφορία και πλασματικά όνειρα στους ανυποψίαστους πολίτες, πλην όμως δεν είναι τίποτε άλλο, από απλά ρυπαρογραφήματα, που δεν κεντρίζουν το ενδιαφέρον των πολιτών, ούτε συνεγείρουν τη συνείδησή του, ούτε ηλεκτρίζουν τις μάζες, ούτε εντυπωσιάζουν και μαγεύουν τους πλούσιους και φτωχούς, τους χορτασμένους και τους πεινασμένους. Δεν εγείρουν το ενδιαφέρουν του κόσμου, ούτε προκαλούν το θαυμασμό του. Δεν σαλπίζουν εγερτήριο συνειδήσεων προς εκείνους, που απευθύνονται. Η μάζα μένει απαθής, αδιάφορη, αντίθετη με αυτά και ποτέ δεν σκέφθηκε να τα κάνει σημαία, λάβαρό τους, να τα υιοθετήσει και να προχωρήσει με αυτά, αφού λείπει από τούτα η έννοια της προόδου, της προσφοράς, της δημιουργίας, της χαράς και της ευτυχίας.
Δεν είναι στις προθέσεις μου να αναφερθώ καταγγελτικά σε συμπεριφορές ορισμένων προσώπων που δημιουργούν αυτή την κατάσταση. Οι αρμόδιοι τους γνωρίζουν. Και αν όχι, εύκολα μπορούν να τους πληροφορηθούν και να τους εντοπίσουν. Θέλω όμως για μία ακόμη φορά να τονίσω την οδυνηρή διαπίστωση που αποτελεί κοινή άποψη και εμπειρία της μεγάλης μάζας των πολιτών της πόλης, πως η σημερινή εξωτερική εμφάνιση του δικαστικού μεγάρου είναι απαράδεκτη και αυτή η κατάσταση κάποια στιγμή πρέπει να σταματήσει και όλοι όσοι είναι υπεύθυνοι γι’ αυτήν, να αντιμετωπίσουν το όλο πρόβλημα με πιο μεγάλη σοβαρότητα και υπευθυνότητα. Δεν είναι δυνατόν να υποστηρίζεται και να λέγεται, ότι και αν ακόμη καλλωπισθεί ο εξωτερικός χώρος του μεγάρου, πάλι τα «παλιόπαιδα» θα βρουν τρόπο να τον ρυπάρουν. Δεν συμμερίζομαι, ούτε υιοθετώ αυτή την άποψη, αφού η αποδοχή της, μας οδηγεί στην επιβράβευση της ανομίας, της αναρχίας και της υποτέλειας και στην κατάλυση κάθε έννοιας δικαίου.
Δεν μπορώ εδώ παρά να επαινέσω τις μεγάλες προσπάθειες που κάνουν ο νέος πρόεδρος Εφετών και ο Δικηγορικός Σύλλογος Λάρισας, για τους χρωματισμούς των αιθουσών του μεγάρου, τα έδρανα δικαστών και δικηγόρων, τα σαλονάκια στους δρόμους για τους πολίτες, το τρίψιμο των μαρμάρων κ.τ.λ. Όλα αυτά καλά και άγια, πλην όμως δεν λύνουν το μεγάλο πρόβλημα, που εξακολουθεί να παραμένει το ίδιο.
Αίτημα της κοινωνίας είναι να καθαρισθούν οι ρύποι από τους τοίχους του δικαστικού μεγάρου, να φύγει η βρομιά και η θολούρα που αλλοίωσε τη μορφή του, για να εκλείψει αυτό το όνειδος που προσβάλλει την πόλη και τον πολιτισμό μας. Να ξαναβρεί το μέγαρο την προτέρα του αίγλη. Να το βλέπει ο κόσμος και να το χαίρεται. Όλα όμως αυτά μπορεί να γίνουν; Βεβαίως, αρκεί να υπάρξει η απαιτούμενη βούληση των υπευθύνων.