Του Φίλιππου Ζάχαρη (phil.zaharis@gmail.com)
Μπαίνουμε στον Ιούλη με μεγάλες δυσκολίες να υπενθυμίζουν πως οι εποχές που διανύουμε είναι κρίσιμες αλλά πάνω απ΄όλα ενδεικτικές των προθέσεων των κάθε λογής κυβερνώντων που στην Ελλάδα αλλά και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες αποφασίζουν για την τύχη των πολιτών, που αποσβολωμένοι κοιτούν πώς να γλιτώσουν από τις αιφνίδιες αλλαγές των οικονομικών της χώρας τους. Οι κυβερνήσεις αυτές, ερχόμενες σε κοινή συμφωνία για το μέλλον της Ευρώπης, επιβάλλουν στους πολίτες νέες πολιτικές και μέτρα, ειδικά μάλιστα στα κράτη εκείνα όπου τα οικονομικά προβλήματα οδήγησαν σε αδιέξοδο τη διαβίωση των πολιτών τους, λόγω της πληθώρας των σκανδάλων, της διαφθοράς αλλά και των κάθε λογής ατασθαλιών. Μια από αυτές τις χώρες είναι και η Ελλάδα όπου το προσεχές διάστημα αναμένονται μεγάλες αλλαγές σε όλους τους τομείς, υπό τη στενή επίβλεψη της τρόικας και των πιο δυνατών οικονομικά Ευρωπαίων εταίρων που έρχονται να επενδύσουν καθώς οι τιμές των «φιλέτων» έχουν πέσει θεαματικά και οι όποιες επενδύσεις αναμένεται να τους κοστίσουν πολύ πιο φτηνά, χωρίς αυτό να συνεπάγεται απαραίτητα και δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. Πρώτοι και καλύτεροι οι Γερμανοί έχουν καταφθάσει από καιρό, με τον αέρα των ισχυρότερων δανειστών, προκειμένου να επενδύσουν σε μια χώρα όπου προ πολλού οι ευκαιρίες για τους ντόπιους έχουν σημαντικά μειωθεί, εκμεταλλευόμενοι στο έπακρο τις δυνατότητες εκμετάλλευσης των κάθε είδους ενεργειακών αποθεμάτων της χώρας. Η πράσινη ενέργεια είναι ένας τομέας όπου αναμένεται στενή συνεργασία και σύμπραξη. Το θέμα είναι όμως κατά πόσο εξασφαλίζεται και η αυτονομία στην επιχειρηματικότητα και όχι η εξάρτηση από συμφέροντα που στοχεύουν ναι μεν στη θεαματική επιχειρηματική συνδρομή σε δύσκολες εποχές, αλλά υποθηκεύουν παράλληλα το μέλλον πολλών γενεών. Θα πει κανείς βέβαια ότι σε τέτοιες περίπλοκες εποχές, η επιχειρηματική συνδρομή από το εξωτερικό είναι κάτι σαν μάννα εξ ουρανού. Σίγουρα. Όταν ένα κράτος έχει χρεοκοπήσει, κάθε βοήθεια είναι καλοδεχούμενη. Θα πρέπει όμως να εξετάσουν με προσοχή οι εκάστοτε κυβερνώντες αλλά και οι αντιπολιτευόμενοι, τι ανταλλάγματα θα δοθούν και ποιες υποχωρήσεις θα γίνουν. Σε αντίστοιχες περιπτώσεις, συνήθως κανείς δεν σκέπτεται τη συνέχεια, ούτε αναλογίζεται το κόστος. Οι Ευρωπαίοι εταίροι, λοιπόν, και ειδικά οι Γερμανοί είναι ορεξάτοι και φουριόζοι για να επενδύσουν στη χώρα μας. Πεπεισμένοι πως η Ελλάδα έχει πολλαπλές αναπτυξιακές δυνατότητες, σχεδιάζουν την επενδυτική τους επίθεση, υπολογίζοντας τα μακροπρόθεσμα οφέλη από αυτήν. Γιατί σίγουρα κανείς δεν επενδύει χωρίς κέρδος και οφέλη. Μιλάμε για τους πιο ισχυρούς παίχτες στην Ευρωζώνη, τους Γερμανούς, που ξεκινούν την επενδυτική επέλαση μετά την καταβολή των περισσότερων χρημάτων στις δανειακές δόσεις. Η δημιουργία κατάλληλων συνθηκών για συνεχείς επενδύσεις, επιφέρει σημαντικές αλλαγές στον κοινωνικό- οικονομικό ιστό της χώρας. Θα έλεγε κανείς πως με στόχο την ενέργεια, που είναι κάτι σαν πανάκεια για τους ξένους επενδυτές, επιδιώκονται σαρωτικές αλλαγές στον οικονομικό τομέα της Ελλάδας. Τα οφέλη που προσδοκούν οι κυβερνώντες είναι πολλά και οι ελπίδες τους για μετατροπή της χώρας σε επιχειρηματικό και επενδυτικό πέρασμα, ακόμη περισσότερες. Το σχέδιο αλλά και οι ελπίδες της κυβέρνησης σχετίζονται με την εκμετάλλευση των φυσικών πόρων αλλά και την αξιοποίηση των περιοχών εκείνων που λειτουργούν ως ενεργειακός κράχτης. Αιολική ενέργεια, φωτοβολταϊκά και άλλου είδους πράσινες επενδύσεις, με την καταλυτική συνδρομή επιχειρηματικών συμπράξεων και συνεργιών, στοχεύουν στη μετατροπή της χώρας σε ένα απέραντο «πράσινο εργοτάξιο». Καλά ακούγονται όλα αυτά, αρκεί να υπάρξει όμως κάπου μέτρο. Γιατί συνήθως σε τέτοιες περιπτώσεις, κανείς δεν κοιτά τις παρενέργειες ή τις επιπτώσεις προς το ίδιο το φυσικό περιβάλλον, καθώς πολλές από αυτές τις στοχευμένες ενεργειακές επενδύσεις δεν είναι και τόσο «πράσινες». Καλό θα είναι λοιπόν να υπάρξει κατάλληλος σχεδιασμός και όχι ανάπτυξη για την ανάπτυξη, χωρίς όρους και προϋποθέσεις. Ο Σεπτέμβρης αλλά και ο Οκτώβρης, λοιπόν, αναμένονται με εξαιρετικό ενδιαφέρον αναφορικά με την αξιοποίηση των «φιλέτων» της χώρας, καθώς το καλοκαίρι συνήθως οι επενδύσεις παγώνουν. Αυτό που απομένει να δούμε είναι κατά πόσο θα υπάρξει σωστή διαχείριση και εκμετάλλευση του ενεργειακού πλούτου της χώρας. Γιατί σίγουρα οι Ευρωπαίοι εταίροι έχουν λαμβάνειν από την επενδυτική επέλαση, εμείς όμως θα πρέπει και το συμφέρον μας να σκεφθούμε, και τη συνεχιζόμενη κρίση να αντιμετωπίσουμε. Αν μάλιστα θέλουμε να μιλάμε και για οφέλη, θα πρέπει να λάβουμε υπόψη τους αστάθμητους παράγοντες που συνοδεύουν την όποια ανάπτυξη. Παράγοντες που σχετίζονται με το μέγεθος της επενδυτικής εξάρτησης αλλά και τον αριθμό των νέων θέσεων εργασίας.