Από τον Γιάννη Μήτσιου
Έξεστι βία βίαν εξωθείν και όπλοις όπλα, έλεγαν οι αρχαίοι Έλληνες. Δηλαδή, συνηθίζεται ή επιτρέπεται η βία να εξωθεί στη βία και τα όπλα στα όπλα. Αυτής της αλήθειας γινόμαστε μάρτυρες τον τελευταίο καιρό. Η εγκληματικότητα, οι ληστείες, οι διαρρήξεις, οι κλοπές και οι ανθρωποκτονίες γεμίζουν τις στήλες των εφημερίδων κάθε μέρα. Οι δράστες, αλλοδαποί αλλά και αυτόχθονες δεν διστάζουν να αφαιρέσουν ανθρώπινες ζωές ακόμη και για ασήμαντη αφορμή, για να αρπάξουν 100 ή 200 ευρώ.
Όλα αυτά είναι εύλογο να καλλιεργούν στους πολίτες το αίσθημα του φόβου και του πανικού και να τους οδηγούν στη λήψη μέτρων άμυνας και αυτοπροστασίας. Σε αντιδράσεις που μπορούν να οδηγήσουν σε απρόσμενες και ακραίες συνέπειες.
Έχω την εντύπωση ότι όλα αυτά τα φαινόμενα βίας είναι το σωρευτικό αποτέλεσμα μιας σειράς από ενέργειες, πράξεις και παραλείψεις, οι οποίες χαρακτήριζαν την πολιτική και κοινωνική ζωή της χώρας τα τελευταία χρόνια. Πράξεις και παραλείψεις που χαλάρωσαν, όταν δεν εξαφάνισαν την έννοια της νομιμοφροσύνης, της πειθαρχίας και των αρχών της Δημοκρατίας. Όταν η πολιτική ηγεσία νοιάζεται μόνο για την απόλαυση της εξουσίας, αδιαφορώντας για την ισονομία των πολιτών, τη δικαιοσύνη και την αξιοκρατία. Όταν οι μεγαλύτεροι εξωθούν ή σεκοντάρουν τους μαθητές σε καταλήψεις των σχολείων τους, όταν τα πιτσιρίκια, βλέποντας αστυνομικούς, κραυγάζουν το γνωστό «μπάτσοι, γουρούνια, δολοφόνοι» και όταν κάποια καλόπαιδα μουντζουρώνουν και καταστρέφουν δημόσια κτίρια, μνημεία και έργα τέχνης θεωρώντας τις πράξεις αυτές ηρωισμούς και εκδηλώσεις αγωνιστικότητας, όλα αυτά είναι φυσικό να διαμορφώνουν αντιλήψεις, νοοτροπίες και βίαιες συμπεριφορές. Συμπεριφορές οι οποίες αργότερα εμπεδώνονται με τις μαζικές διαδηλώσεις, πορείες και άλλες διαμαρτυρίες (ξυλοδαρμοί, γιαουρτώματα, μπουγελώματα κ.λπ.), που συχνά καταλήγουν σε καταστροφές και λεηλασίες καταστημάτων και τραπεζών, σε πυρπολήσεις κτιρίων, ακόμη και ανθρώπων, με την Αστυνομία παντελώς απούσα, εκτελώντας διαταγές των πολιτικών προϊσταμένων της, για να μην «ποινικοποιηθούν» οι λαϊκοί αγώνες.
Αυτά και άλλα πολλά είναι φυσικό να δημιουργούν ένα κενό ασφαλείας και την αίσθηση στον απλό πολίτη ότι είναι έρμαιο του κάθε τραμπούκου, κλέφτη, διαρρήκτη ή βιαστή. Όμως, ο Αριστοτέλης έχει πει ότι η φύση, όπως και η κοινωνία, απεχθάνεται το κενό. Έτσι, το κενό αυτό καλύπτεται με την αυτοδικία, με τη βία απέναντι στον βιαστή, με τα όπλα απέναντι στα όπλα και με όλες τις συνέπειες που μπορούν να υπάρξουν. Το δικαίωμα της αυτοάμυνας δεν το ορίζει μόνον ο Ποινικός Κώδικας, αλλά και το ένστικτο, η ίδια η ανθρώπινη φύση. Γι’ αυτό και είναι ανεξέλεγκτη η άσκησή του, η οποία μπορεί να προκαλέσει ανεπιθύμητες συνέπειες και για τον αμυνόμενο και για τον επιτιθέμενο.
Δεν υπάρχει, λοιπόν, άλλη λύση για την αντιμετώπιση της βίας από την εμπέδωση του αισθήματος ασφάλειας στον πολίτη, της ευνομίας και της προστασίας από τις θεσμοθετημένες κρατικές αρχές των κυριαρχικών του δικαιωμάτων, με κορυφαίο το μέγα καλό και πρώτο, το δικαίωμα της ζωής. Αυτό μπορεί να πραγματοποιηθεί με θεσμούς δημοκρατικούς που θέτουν και εφαρμόζουν αρχές, όρους και όρια.
Ο Κικέρων έλεγε ότι πειθαρχία χωρίς Δημοκρατία είναι τυραννία, αλλά και Δημοκρατία χωρίς πειθαρχία είναι αβάσταχτη αναρχία. Η Δημοκρατία για να ευδοκιμήσει χρειάζεται συνείδηση χρέους. Και η συνείδηση αυτή καλλιεργείται απ’ την οικογένεια, το σχολείο, τον κοινωνικό περίγυρο και τους ταγούς της Πολιτείας. Το της πόλεως ήθος ομοιούται τοις άρχουσι, τόνιζε ο Ισοκράτης.
Ο Γιάννης Μήτσιος είναι Φυσικός –Νομικός