Του Μ.Ε. Λαγκουβάρδου
«Έκαστος δε βλεπέτω πώς εποικοδομεί. Θεμέλιον άλλον ουδείς δύναται θείναι παρά τον κείμενον, ός έστιν Ιησούς Χριστός» (Κορινθίους Α΄, 3,10). (Έκαστος ας βλέπει πώς εποικοδομεί. Θεμέλιο άλλο από αυτό που υπάρχει, και που είναι ο Ιησούς Χριστός, κανείς δεν μπορεί να βάλει).
Κάποιος αγάπησε μια γυναίκα με αγάπη που ταιριάζει μόνο στο Θεό. Έκανε τη γυναίκα του θεό. Άλλοι κάνουν θεό τα χρήματα ή την εξουσία ή τη φήμη! Παράδειγμα η πλειονότητα των πολιτικών στην Ελλάδα. Οι άνθρωποι αυτοί χάνουν την επαφή τους με την πραγματικότητα. Ζουν στον κόσμο τους.
Ο άνθρωπος που αγαπούσε τη γυναίκα του πάνω από όλα ζούσε στο Αφγανιστάν ή στη Συρία ή στο Κονγκό ή στην Ελλάδα. Γινόταν πόλεμος, αλλά αυτός δεν τον έβλεπε. Γύρω του ο κόσμος υπέφερε από την καταπίεση, την οικονομική τρομοκρατία, την οικονομική φρίκη, αλλά αυτός δεν έπαιρνε είδηση. Αυτό σημαίνει ο στίχος «η τίγρη απαλή σαν χιόνι».
Με ρώτησε κάποτε μια φοιτήτρια της νομικής: «Εσείς πώς νιώθατε με τις σπουδές σας στη νομική σχολή; «Πώς ένιωθα με τις σπουδές μου στη νομική; Όπως νιώθει κανείς όταν ταξιδεύει με πλοίο στη φουρτουνιασμένη θάλασσα, είπα στην καλή φοιτήτρια. Ένιωθα μια διαρκή ναυτία, που δεν έπαψε να με βασανίζει όλο το χρονικό διάστημα των σπουδών μου καθώς και τα πρώτα χρόνια της δικαστικής υπηρεσίας μου.
Η δική μου γενιά είναι η γενιά που ξεκίνησε μετά τον πόλεμο. Αν και δεν ήταν τόσο οι τραυματικές εμπειρίες του πολέμου σε πολλούς από εμάς που νιώθαμε έτσι. Ήταν κάτι βαθύτερο. Ήταν ότι δεν είχαμε πνευματικό θεμέλιο.
Κάποτε με ρώτησε ένας πνευματικός φίλος μου, αν ερχόταν ο άγγελος του Θεού και με ρωτούσε τι ήθελα να μου δώσει ο Θεός, του απάντησα, πως ήθελα σοφία, πιστεύοντας πως αν είχα τη σοφία, θα με βασάνιζαν λιγότερο η σύγχυση και τα αδιέξοδα της ζωής μου. Στην πραγματικότητα δεν ήθελα μια αόριστη σοφία που μαθαίνεις από τα βιβλία ή από τις φιλοσοφικές σχολές. Στην πραγματικότητα ήθελα ένα ζωντανό πνευματικό οδηγό. Ένα ζωντανό πρότυπο.
Αργότερα συνειδητοποίησα πως χωρίς ζωντανό πνευματικό οδηγό η ζωή μου ήταν μια ατέλειωτη πορεία στην έρημο της απουσίας του Θεού. Έχοντας παρόμοια εμπειρία ο Δαβίδ έγραψε το στίχο, «προωρώμην τον Κύριόν μου, ότι εκ δεξιών μου εστί , ίνα μη σαλευθώ», (έβλεπα τον Κύριόν μου να προπορεύεται στα δεξιά μου για να με κρατήσει να μην πέσω).
Η ζωή δίχως θεμέλιο τον Ιησού Χριστό είναι όπως λέει ο ποιητής μια κατοικία από τραπουλόχαρτα. Μετά την εμπειρία αυτή όταν έρθει η ευλογημένη ώρα να βάλεις στη ζωή σου θεμέλιο τον Ιησού, νιώθεις πως η ζωή είναι μια ζωντανή μεταφορά ένα καινούριο τραγούδι. Αυτό είναι το νόημα του στίχου του ψαλμού «Άσατε τω Κυρίω άσμα καινόν», (κάντε ένα καινούριο τραγούδι για τον Κύριον).
Είναι πρωί και ετοιμάζομαι να πάω στην κηδεία ενός εξαδέρφου μου που πέθανε χθες. Όλη τη νύχτα ένιωθα λυπημένος για το θάνατό του. Σήμερα το πρωί καθισμένος μπροστά στον υπολογιστή για να γράψω αυτές τις γραμμές νιώθω χαρούμενος. Ο εξάδερφός μου άφησε τη γήινη κατοικία του και ελεύθερος τρέχει στις πηγές με τους κορέτσιαντους, τα ευώδη άνθη, στα Καμβούνια όρη, στην ιδιαίτερη πατρίδα του, τη Δεσκάτη Γρεβενών.
Με παρέσυρε ο λόγος μακριά από την ερώτηση της καλής φοιτήτριας. Πιστεύω πως θα ήθελε να ξέρει τι θα έκανα αν ήμουν τώρα φοιτητής της νομικής με την πείρα που απέκτησα από τη δικαστική μου υπηρεσία. Νομίζω θα εμβάθυνα στην προσευχή του Πάτερ ημών και ιδίως στο στίχο «και μη εισενέγκης ημάς εις πειρασμόν, αλλά ρύσσαι ημάς από του πονηρού». Ο στίχος αυτός για μένα σημαίνει να παρακαλούμε το Θεό, να μην αφήνει να μαθαίνουμε με χτυπήματα. Μπορούμε να έχουμε γνώση του κακού χωρίς να έχουμε εμπειρία του κακού. Δεν γεννηθήκαμε για τη λύπη και για το πένθος, αλλά για τη χαρά!