Από τον Κώστα Χατζή
Η αντοχή και η υπομονή και η καρτερία εναλλάσσεται με την οργή και την αγριάδα. Αγριέψαμε, σαν εγκλωβισμένοι σε αδιέξοδα. Αναζητώντας αντίδοτα, καταφυγή και πάλι στην Ποίηση, σε ένα αποκούμπι, όπως μας εκμυστηρεύτηκε ο Ρίτσος, σε «Μια ωραία περιπλάνηση, σχεδόν μια δραπέτευση/δεν ξέρω από πού και για πού». Με στοχευμένες, όμως,...αφιερώσεις.
Η λύση
Μετά την εξέγερση της 17 Ιουνίου
ο γραμματέας της Ένωσης Συγγραφέων
έβαλε να μοιράσουν προκηρύξεις στη Stalinallee
όπου μπορούσες να διαβάσεις πως ο λαός
έχασε την εμπιστοσύνη της κυβέρνησης
και μόνο με διπλή δουλειά
θα μπορούσε να την ξανακερδίσει.
Όμως δεν θα ήταν τότε απλούστερο
να διαλύσει η κυβέρνηση τον λαό
και να εκλέξει έναν άλλο; (Μπρεχτ).
Αφιερώνεται σ’ αυτούς, τεχνοκράτες και πολιτικούς με στέρφα σκέψη, που επινόησαν το πείραμα που ζούμε, το όχι αναπόφευκτο. Ένα οδυνηρό πείραμα που έχει αποτύχει, κατά γενική ομολογία, αλλά...συνεχίζεται. Επειδή, όμως, το Σύνταγμά μας δεν προβλέπει αλλαγή...λαού, δυο πράγματα μπορεί να συμβούν: Ή θα αλλάξουμε Σύνταγμα (μακάρι...), ή θα δικαιωθεί ιστορικά, άλλη μια φορά, η σάτιρα του Μπρεχτ...
Σε κάδρο
Θα ήθελα να στείλω ένα κάδρο-αφιέρωμα, με ωραίους καλλιγραφημένους στίχους, σε ηγέτες μας επίδοξους και ενεργούς. Πολυμήχανους και πολυπράγμονες. Με λίγους στίχους από το «Ταο Τε Κιγκ» του Λάο Τσε. Του «γέροντα του βουνού», που έζησε εδώ και 2300 χρόνια...Η συμβουλή του στον ηγέτη:
«Παραμένω αδρανής
κι ο λαός αλλάζει μόνος του.
Δεν παρεμβαίνω
κι ο λαός βρίσκει τον δρόμο του.
Μένω άνεργος
κι ο λαός πλουτίζει».
Διστάζω να το κάνω γιατί, αν είναι ανεπαρκείς ή λίγοι, όπως λέμε, δεν θα το καταλάβουν...
Της νιότης
Επειδή, για όλους μας, ο αυστηρότερος κριτής μας είναι ο νεανικός μας εαυτός, είναι σαν να ακούω από μακριά τον μπάρμπα-Κώστα, τον Βάρναλη, να μου λέει: τι είναι αυτά που γράφεις «πάλι μεθυσμένος είσαι, δυόμιση ώρα της νυκτός;». Όχι! Μπουχτισμένος, όμως, από τους αδιόρθωτους ασπάλακες της εξουσίας γαληνεύω ξαναδιαβάζοντάς τον και αφιερώνοντας:
«Χτες και σήμερα ίδια κι όμοια
χρόνια μπρος, χρόνια μετά...
Η ύπαρξή σου σε σκοτάδια όλο πηχτότερα βουτά.
Τάχα η θέλησή σου λίγη,
τάχα ο πόνος σου μεγάλος;
Αχ, που ‘σαι νιότη,
που ‘δειχνες πως θα γινόμουν άλλος!».
Η μεγαλοσύνη των στίχων είναι ότι λειτουργούν, για αυτόν που κρίνει ή κατακρίνει, σαν...μπούμερανγκ, σαν αυτοκριτική κατραπακιά...
Αυτοκριτικά
Και από μόνη της έρχεται η αυτοκριτική, σαν συνέχεια, όπως τη σήμανε κι ο Μανώλης Αναγνωστάκης. Γιατί δεν φταίνε πάντα οι κάποιοι άλλοι...
«Το τι δεν πρόδωσες εσύ να μου πεις,
εσύ και οι όμοιοί σου, χρόνια και χρόνια.
Ένα προς ένα τα υπάρχοντά σας ξεπουλώντας
στις διεθνείς αγορές και τα λαϊκά παζάρια,
και μείνατε χωρίς μάτια για να βλέπετε,
χωρίς αυτιά ν’ ακούτε,
με σφραγισμένα στόματα και δεν μιλάτε...»
Του φόβου
Αφιερώνεται στον φίλο που φοβάται, όσο κι εγώ. Γιατί μαζί θα πρέπει να ευχαριστήσουμε, αναζητώντας καινούργια νοήματα:
«τις μακριές σειρές των προγόνων, που δούλεψαν τη φωνή
την τεμαχίσαν σε κρίκους, την κάμαν νοήματα,
τη σφυρηλάτησαν όπως το χρυσάφι οι μεταλλουργοί
κι έγινε Όμηροι, Αισχύλοι, Ευαγγέλια
και άλλα κοσμήματα». (Βρεττάκος)
xatzis@hotmail.com