* Από τη Ρένα Καραλαριώτου
Ερχόμαστε πάλι μία τέτοια ημέρα να μιλήσουμε για ένα θέμα που μας πονάει κάθε φορά που το προσεγγίζουμε: Για τη βία, για κάθε μορφής βία από άνθρωπο σε άνθρωπο. Κι όταν αποδέκτης αυτής της βίας είναι μία γυναίκα, μας πονάει ακόμη περισσότερο. Όχι γιατί μία γυναίκα είναι πιο αδύναμη, ή χρειάζεται ειδική μεταχείριση. Απλώς διότι, ακριβώς λόγω του φύλου της, γίνεται αποδέκτης άσχημης σωματικής, λεκτικής ή ψυχολογικής συμπεριφοράς. Κι όταν αυτή η γυναίκα, παρά τα όσα δεινά περνάει, πρέπει ταυτόχρονα να είναι πάντα «εκεί», βράχος, ως μάνα, ως εργαζόμενη, ως σύζυγος, τότε τα πράγματα γίνονται απείρως πιο δύσκολα.
Η βία πάντα «πονάει», όχι μόνο στο σώμα, αλλά κυρίως στην ψυχή όπου αφήνει ανεξίτηλα τα σημάδια της. Κι αυτή η μάστιγα που ταλανίζει τις σύγχρονες «πολιτισμένες» κοινωνίες μας, δυστυχώς, σύμφωνα και με τα στοιχεία που βλέπουν το φως της δημοσιότητας, επιδεινώνεται ακόμη περισσότερο λόγω κρίσης... Από τη μία οι γυναίκες αυτές φοβούνται χωρίς οικονομικούς πόρους να κάνουν το μεγάλο βήμα για να κερδίσουν την ανεξαρτησία τους και να σταθούν στα πόδια τους αυτόνομες κι από την άλλη το ίδιο κράτος δεν μπορεί να υποστηρίξει τις δομές εκείνες που θα τους έδιναν έστω ένα προσωρινό καταφύγιο...
Και η φετινή Παγκόσμια Μέρα για την Εξάλειψη της Βίας κατά της Γυναίκας δεν μας βρήκε σε θέση να μπορούμε να ανακοινώσουμε κάποια ευχάριστα νέα.
Οι στατιστικές είναι αποκαρδιωτικές. Πάνω από το 70% των γυναικών του πλανήτη έχουν βιώσει τη βία –σε οποιαδήποτε μορφή της- έστω και μία φορά κατά τη διάρκεια της ζωής τους.
Η βία κατά των γυναικών δεν πλήττει μόνο τη φυσική και πνευματική τους υγεία. Δεν είναι μεμονωμένη παραβατική πράξη, δεν είναι ζήτημα στενά ατομικό ή οικογενειακό. Αποτελεί κοινωνική παθογένεια με θύμα ολόκληρο το γυναικείο φύλο, αποτελεί ένα «όνειδος» για κάθε σύγχρονη κοινωνία, που θέλει να λέγεται πολιτισμένη. Αποτελεί παλιά μάστιγα της κοινωνίας και κατάφωρη παραβίαση των βασικών δικαιωμάτων του ανθρώπου. Δυστυχώς πρόκειται για φαινόμενο διαδεδομένο σε όλες τις κοινωνίες και σε όλες τις κοινωνικές τάξεις, ανεξάρτητα από το επίπεδο ανάπτυξης, τον βαθμό πολιτικής σταθερότητας, τον πολιτισμό ή τη θρησκεία και συναντάται τόσο στον δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό χώρο. Πρόκειται για παγκόσμιο φαινόμενο και ως εκ τούτου διαδεδομένο στις χώρες της Ε.Ε.
Η ενδοοικογενειακή βία δεν οφείλεται ούτε σε αρρώστια ούτε σε γενετική προδιάθεση. Συμβαίνει και επαναλαμβάνεται επειδή απλώς λειτουργεί, βολεύει. Ο δράστης ασκεί ισχύ και έλεγχο πάνω στο θύμα μέσα από τον εκφοβισμό και την κακοποίηση. Κερδίζοντας την ανοχή και τη συμμόρφωση του θύματος, έστω και προσωρινά, συνεχίζει και εντείνει τις τακτικές αυτές. Και δυστυχώς πολλές φορές αυτή η κατακριτέα συμπεριφορά των ανδρών «νομιμοποιείται» από την ίδια την κοινωνία, μέσω εδραιωμένων απαρχαιωμένων αντιλήψεων: Πόσες φορές δεν έχουμε ακούσει από τις μεγαλύτερες σε ηλικία γυναίκες να λένε πως «ο άντρας είναι άντρας...», άρα έχει το άτυπα κατοχυρωμένο δικαίωμα να κάνει ό,τι θέλει και η γυναίκα από την άλλη πρέπει να υφίσταται αδιαμαρτύρητα τις όποιες επιπτώσεις της συμπεριφοράς του...
Δυστυχώς, στην Ελλάδα του 2012, η βία κατά των γυναικών συνεχίζει να αποτελεί έναν ύπουλο, κρυφό εχθρό που συχνά υποθάλπεται από τη σιωπή των ίδιων των γυναικών-θυμάτων. Μάλιστα, σύμφωνα με έρευνες της Γενικής Γραμματείας Ισότητας, το 80% των γυναικών που κακοποιούνται, συνεχίζουν να παραμένουν με τους συντρόφους ή συζύγους που τις κακοποιούν!
Η οικονομική κρίση, από την άλλη, εντείνει τα κοινωνικά προβλήματα που αποτελούν τη σπίθα για βία, τη στιγμή που ξενώνες φιλοξενίας κακοποιημένων γυναικών δυσκολεύονται να αντεπεξέλθουν στις ανάγκες τους ή ακόμα και κλείνουν. Υπό αυτές τις συνθήκες, η φετινή «Ημέρα Κατά της Βίας των Γυναικών» αποτελεί μια έκκληση προς την Πολιτεία αλλά και προς τους ίδιους του πολίτες να πουν «όχι» σε όλα όσα θυματοποιούν συστηματικά τις γυναίκες.
Εν μέσω οικονομικής κρίσης η Πολιτεία οφείλει να αντιμετωπίσει με αποφασιστικότερα μέσα το πρόβλημα της βίας κατά των γυναικών.
Οι τηλεφωνικές γραμμές, η συμβουλευτική και ψυχολογική υποστήριξη αποτελούν σίγουρα σημαντική βοήθεια για τις κακοποιημένες γυναίκες. Ωστόσο, αν δεν υπάρχουν οργανωμένοι ξενώνες που θα δεχτούν τη γυναίκα που αποφασίζει να απομακρυνθεί από έναν σύντροφο που την κακοποιεί, συχνά χωρίς χρήματα και με τα παιδιά στην αγκαλιά, το πρόβλημα δεν αντιμετωπίζεται ουσιαστικά.
Τα μέτρα λιτότητας που επηρεάζουν τις υπηρεσίες υποστήριξης αφήνουν τις γυναίκες θύματα βίας, σε ακόμη πιο ευάλωτη απ’ ό,τι συνήθως θέση.
Αναρωτιόμαστε αν τελικά θα σταματήσουμε να εθελοτυφλούμε ως κοινωνία, ως πολιτεία και ως μονάδες για ένα πρόβλημα που έχει βαθιές ρίζες στο παρελθόν αλλά εξελίσσεται μέσα στη σύγχρονη πραγματικότητα, δίπλα μας, σε ανθρώπους που γνωρίζουμε κι αγαπούμε και συμπάσχουμε μαζί τους.
Η βία κατά των γυναικών είναι ένα καθημερινό φαινόμενο που όμως παραμένει από τα πιο καλά φυλαγμένα μυστικά. Η ανοχή της βίας και της κακοποίησης από τις τοπικές κοινωνίες καθώς και η ντροπή και οι ενοχές των θυμάτων εμποδίζουν τις γυναίκες-θύματα βίας να αναζητήσουν βοήθεια. Ακόμη όμως και στο ποσοστό που κάποιες από αυτές τολμούν να κοινοποιήσουν το πρόβλημά τους, βρίσκονται αντιμέτωπες με ένα περιορισμένο δίκτυο κοινωνικών υπηρεσιών, φορέων και ειδικών επαγγελματιών αλλά και με ένα μεροληπτικό - τις πιο πολλές φορές - σύνολο κοινωνικών αντιλήψεων και στερεοτύπων που κάθε άλλο παρά τις βοηθούν.
Είναι καιρός να προβληματιστούμε γύρω από το ζήτημα της βίας εξετάζοντάς το από την σκοπιά της ουσιαστικής εμπλοκής της πολιτείας τόσο μέσω της δημιουργίας δομών φιλοξενίας και στήριξης όσο και μέσω της αξιοποίησης ανθρώπινου δυναμικού όπως π.χ. επαγγελματίες ειδικούς όπως οι κοινωνικοί και άλλοι λειτουργοί οι οποίοι φαίνεται πως έχουν να παίξουν ένα σημαντικό ρόλο στην αντιμετώπιση του θέματος αυτού.
Η εξάλειψη του φαινομένου της βίας κατά των γυναικών είναι ζήτημα υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ζήτημα ηθικής, ζήτημα δικαίου και ζήτημα πολιτισμού και είναι ευθύνη αλλά και υποχρέωση όλων μας να πολεμήσουμε για την εξάλειψή του με οποιοδήποτε τρόπο και κόστος.
Ως αντιπεριφερειάρχης Λάρισας αλλά πάνω απ’ όλα σαν γυναίκα, θέλω να τονίσω ότι το ελάχιστο που πρέπει να κάνουμε είναι να μιλάμε ξεκάθαρα για τη βία κατά των γυναικών. Το θέμα δεν πρέπει να αποτελεί «ταμπού», ένα ζήτημα για το οποίο θα πρέπει να ντρέπονται οι γυναίκες να βγάλουν προς τα έξω.
Το μεγαλύτερο βήμα στην αντιμετώπιση του προβλήματος είναι η δημοσιοποίησή του, αφού σε αντίθετη περίπτωση, όσο το κρατάμε κρυφό τόσο το υποθάλπουμε τελικά. Πρέπει να περάσουμε το μήνυμα ότι καμία γυναίκα δεν είναι μόνη της. Και είναι καθήκον όλων μας η προάσπιση των δικαιωμάτων των γυναικών που είναι τελικά η προάσπιση του συνόλου των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
* Η Ρένα Καραλαριώτου είναι αντιπεριφερειάρχης Λάρισας