Από τον Γιάννη Εμμ. Κουτσογιαννούλη
Έχει πλέον καταστεί κοινός τόπος στη συνείδηση και του πλέον απλού Έλληνα πολίτη ότι σε περιόδους οικονομικής κρίσης και αδυναμίας εξεύρεσης κεφαλαίων για την εξυπηρέτηση των αναγκών του κράτους λαμβάνονται με την προσήκουσα ελληνική προχειρότητα εισπρακτικά μέτρα που σταδιακά βυθίζουν τα μικρομεσαία και μικρά νοικοκυριά και επιχειρήσεις στην ανέχεια και οικονομική εξαθλίωση. Τα μέτρα αυτά που αποτελούν συνήθως εμβαλωματικές - προσωρινές λύσεις, σχεδιασμένα κατά κύριο λόγο από απίστευτης νοητικής εμβέλειας οικονομικούς «εγκεφάλους», σχεδόν πάντοτε πανομοιότυπα με πρωθύστερα, είναι η εύκολη και σίγουρη λύση για άμεση και προσωρινή άντληση κεφαλαίων. Μείωση των αποδοχών των υπαλλήλων του Δημοσίου και του ευρύτερου δημόσιου τομέα, περικοπές κυρίων και επικουρικών συντάξεων, περικοπές ή και καταργήσεις επιδομάτων, αύξηση των εμμέσων φόρων, του ειδικού φόρου στα υγρά καύσιμα, των τελών κυκλοφορίας των αυτοκινήτων, του ΦΠΑ, των τιμολογίων των υπηρεσιών κοινής ωφέλειας κοκ.
Κατά απίστευτα «διαβολική σύμπτωση» στον χρόνο που εξαγγέλλονται και ακολούθως λαμβάνονται τα επονείδιστα και καταστροφικά για την ελληνική οικογένεια αλλά και για την ομαλή λειτουργία των πάσης μορφής συναλλαγών μέτρα έρχεται ΠΑΝΤΑ στο προσκήνιο των δηλώσεων του κάθε λογής ανευθυνοϋπεύθυνου παπαγάλου η καραμέλα της φοροδιαφυγής και της αδυναμίας (;) του κρατισμού μηχανισμού να την ελέγξει, να την πατάξει και να την συλλάβει. Για την πάταξη της φοροδιαφυγής μιλούσε στο νοήμον κοινό προεκλογικά αλλά και στα πρώτα χρόνια της παντοδυναμίας του και ο αλήστου μνήμης Α.Γ. Παπανδρέου με το αλαλάζον κάτω από την εξέδρα πλήθος να επικροτεί την απόφαση του αρχηγού , με τον όρο βέβαια και στο μέτρο που αυτά δεν θα έθιγαν τον καθένα από αυτούς προσωπικά.
Έτσι λοιπόν με βαρύγδουπες εξαγγελίες που έμεναν μόνο στα λόγια και στα χαρτιά και με τα συνθήματα του τύπου «να πληρώσουν οι έχοντες και κατέχοντες» φθάσαμε στο σημείο οι μόνοι μη θιγμένοι από τον ορυμαγδό των δηλώσεων (γιατί δίκαια και αναλογικά για την δυνατότητα συνεισφοράς κάθε κοινωνικής τάξης μέτρα ουδέποτε ελήφθησαν )να είναι «οι έχοντες και κατέχοντες», οι φοροφυγάδες και φοροαποφυγάδες, οι μαυροχρηματοκαταθέτες και βρωμικοχρηματοκαταθέτες, το δε επίσημο κράτος για να αναπληρώσει την χρόνια αδυναμία και ανικανότητά του για σύλληψη αδήλωτων κεφαλαίων, να καταφεύγει σε ληστρικούς όρους δανεισμούς με τα σημερινά μη αντιστρέψιμα αποτελέσματα.
Στο σημείο αυτό θα ήθελα να κάμω ένα επεξηγηματικό διαχωρισμό των εννοιών φοροαποφυγή, φοροδιαφυγή, βρώμικο χρήμα και μαύρο χρήμα.
Φοροαποφυγή είναι η αποφυγή με νόμιμο τρόπο της καταβολής των νόμιμων ή και επί πλέον φόρων, π.χ. Η ιδιαίτερη προσοχή που δεικνύει ένας επιχειρηματίας ή επιτηδευματίας να μην εμπίπτουν δραστηριότητές του σε κατηγορίες που φορολογούνται, με έντεχνους τρόπους να επενδύει κεφάλαια σε νέες εγκαταστάσεις ή εξοπλισμούς και να εμφανίζει στην κυριολεξία μηδενικά κέρδη, να παρουσιάζει επίπλαστα κοινωνικό έργο με ανάλογη διάθεση κεφαλαίων που εκπίπτουν από το φορολογητέο εισόδημα κοκ. Κατέστη δε σλόγκαν η έκφραση: Ο επιχειρηματίας έχει καθήκον απέναντι στο κράτος να μην φοροδιαφεύγει και καθήκον απέναντι στον εαυτό του να φοροαποφεύγει.
Φοροδιαφυγή είναι στην κυριολεξία η απόκρυψη εισοδημάτων ή άλλης φορολογητέας ύλης με σκοπό την αποφυγή καταβολής φόρων ανάλογων με το ύψος των πραγματικών εισοδημάτων. Η συστηματική φοροδιαφυγή, στην οποία, πιστεύω, συνηγόρησε σε μεγάλο βαθμό η συμπεριφορά του σπάταλου, λαίμαργου και κοινωνικά πρωτόγονου κράτους, έχει σαν αποτέλεσμα φορολογικά βάρη να μεταφέρονται σε αδύναμες να φοροδιαφύγουν κοινωνικές ομάδες. Θα πρέπει εδώ να σημειώσω ότι η φορολογική συνείδηση και συνέπεια των λαών της Βόρειας κυρίως Ευρώπης, σε αντίθεση με τους λαούς της Νότιας Ευρώπης και της Βαλκανικής, έχει εδραιωθεί στην σχέση εμπιστοσύνης που έχει δημιουργηθεί στις σχέσεις κράτους - πολίτη με την έννοια ότι ο Βορειοευρωπαίος εξ αρχής γνωρίζει που θα τοποθετηθούν ή διατεθούν τα χρήματα που πληρώνει, συναινεί σ' αυτό και το αποδέχεται ενώ ο Βαλκάνιος ιδέα δεν έχει στην τσέπη ποιου ακριβώς Τσοχατζόπουλου πιθανά θα καταλήξουν.
Βρόμικο χρήμα είναι το προερχόμενο από παράνομες συναλλαγές και ανήθικα μέσα, όπως λ.χ. τα χρήματα από εμπόριο ναρκωτικών, την πορνεία, τις αγοραπωλησίες «λευκής σάρκας», την πορνογραφία, τον παράνομο τζόγο, το παρεμπόριο, τους εκβιασμούς, τη τρομοκρατία, τα φακελάκια στους κάθε λογής επίορκους «υπηρέτες» του κράτους και λοιπούς θεσιθήρες κ.α.
Το μαύρο χρήμα , σε αντιδιαστολή με το βρόμικο, δεν είναι κατ' ανάγκη προϊόν παράνομων δραστηριοτήτων. Μαύρο χρήμα μπορεί να αποτελέσει το αδήλωτο τμήμα αμοιβής δικηγόρου, γιατρού, μηχανικού ή οιουδήποτε άλλου επαγγελματία που υποχρεούται στην έκδοση σχετικών αποδείξεων για παροχή υπηρεσιών του. Το αποτέλεσμα και στην περίπτωση αυτή είναι η ενθυλάκωση από τον κάθε ιδιώτη επαγγελματία ή επιχείρηση και προς όφελός του του αδήλωτου και συνεπώς αφορολόγητου κεφαλαίου με αντίστοιχη απώλεια εσόδων για το κράτος και μετάθεση της φοροεισπρακτικής του αδυναμίας στις πλάτες των συνήθων υποζυγίων.
Επειδή κατά καιρούς γίνεται στομφώδης λόγος για κατατιθεμένα κεφάλαια Ελλήνων σε τράπεζες του εξωτερικού (αλλά και στην ημεδαπή) που δεν δικαιολογούνται από τις φαινόμενες δραστηριότητες των καταθετών, λύσεις για την σύλληψη των κεφαλαίων αυτών υπάρχουν και είναι εξόχως απλές, δεδομένου ότι για την ανεύρεση και σύλληψη του αδήλωτου χρήματος ανασταλτικές δικαιολογίες περί προσωπικών δεδομένων και παρεμφερών ανοησιών έχουν πλέον εκλείψει. Το άνοιγμα των λογαριασμών, ΟΛΩΝ ΑΝΕΞΑΙΡΕΤΩΣ, αποτελεί πανάκεια για να διακριβωθεί η προέλευση των χρημάτων, η δε προσωρινή δέσμευσή των σε ποσοστό άνω του 50% και μέχρι την ολοκλήρωση του σχετικού διαπιστωτικού ελέγχου είναι εκ των ουκ άνευ πρόσφορο μέτρο. Με τον τρόπο αυτό ο μεν πολίτης είναι επιφορτισμένος να προσέλθει στις Αρχές και να αποδείξει τη νομιμότητα απόκτησης των χρημάτων του, ζητώντας στη συνέχεια την άμεση αποδέσμευσή των, οι δε ελλιπέστατες σε εξειδικευμένο προσωπικό υπηρεσίες απαλλάσσονται από το βάρος της αναζήτησης και των δυσχερών και χρονοβόρων ελέγχων.
Απαραίτητη επίσης και η συγκρότηση ειδικών Δικαστηρίων για την άμεση εκδίκαση κραυγαλέων περιπτώσεων και επιβολή δίκαιων αλλά και παραδειγματικών ποινών στους παραβάτες, με υποχρεωτική δημοσιοποίηση των ονομάτων και στοιχείων τους για να δοθεί η δυνατότητα στον έντιμο φορολογούμενο να πληροφορηθεί πώς και από πού βρέθηκαν στους λογαριασμούς ενός ζητιάνου ή χαμηλόμισθου ασήμαντου υπαλλήλου των αρχείων των Δικαστηρίων ή κάποιου άσημου υπαλλήλου της πολεοδομίας ή φορολογικά άγνωστου - ανύπαρκτου πολίτη εκατοντάδες χιλιάδες ή και εκατομμύρια ευρώ την ίδια ακριβώς ώρα που έντιμοι και αξιοπρεπείς συμπολίτες μας δίνουν πραγματικά δραματικό αγώνα για την καθημερινή των επιβίωση.
Και κάτι ακόμη. Κατά την προσωπική μου άποψη το αδήλωτο χρήμα (βρώμικο ή μαύρο ) δεν μπορεί να νομιμοποιηθεί εκ των υστέρων με την επιβολή ποσοστού φόρου επ' αυτού. Το αδήλωτο χρήμα ανεξάρτητα από την πηγή προέλευσής του κατάσχεται στο σύνολό του και αποτελεί περιουσία του Ελληνικού Δημοσίου και κατ' επέκταση του ελληνικού λαού. Λύσεις για την πάταξη και διασκέδαση των φαινομένων αυτών και την εξεύρεση κεφαλαίων για την αντιμετώπιση των υποχρεώσεων υπάρχουν. Είναι προφανείς, εύκολες, δυνατές, αποδοτικές. Πολιτική βούληση υπάρχει όμως; Γιατί αν δεν υπάρχει όλα τα παραπάνω δεν μπορεί να είναι τίποτε άλλο παρά «έπεα πτερόεντα».
* Ο Γιάννης Εμμ. Κουτσογιαννούλης είναι δικηγόρος παρ' Αρείω Πάγω, πτυχιούχος Πολιτικών Επιστημών