Του Χρήστου Τσαντήλα
ΠΕΡΙΕΡΓΑ πράγματα, ανεξήγητα. Γεγονότα δίχως προηγούμενο, συμβαίνουν στην Ελλάδα της κρίσης. Εδώ και μια βδομάδα, ακούμε τον πρωθυπουργό να μιλάει για το «πρωτογενές πλεόνασμα», το οποίο έχει κάνει σημαία στις επαφές του με τους άλλους ηγέτες, τον ακούμε να λέει ότι «επιτέλους πιάνουμε τον στόχο μας», ότι «όλα δείχνουν να μας οδηγούν στην πόρτα εξόδου από την κρίση», αλλά κάθε που λέει τέτοια ευχάριστα ο πρωθυπουργός, έρχονται σκληρότερα μέτρα! Η φτώχεια και η απογοήτευση, εξαπλώνονται όπως η ομίχλη...
ΕΙΝΑΙ αλήθεια ότι αυτός ο χειμώνας ξεκίνησε με τους χειρότερους οιωνούς. Η ανεργία εξακολουθεί να παραμένει στα ύψη. Τα λουκέτα των επιχειρήσεων σκουριάζουν στα... ρολά. Στα περισσότερα σπιτικά, που μετά βίας τα βγάζουν πέρα, προστέθηκαν και οι ανάγκες για την αντιμετώπιση του ψύχους. Οι λογαριασμοί του πετρελαίου θέρμανσης, του φυσικού αερίου και της ΔΕΗ, στα μεσαία νοικοκυριά, έχουν φτάσει στο ύψος των μισθών. Οι τιμές στα προϊόντα ευρείας κατανάλωσης, ακόμα να μειωθούν. Τα τέλη κυκλοφορίας, περιμένουν ανεξόφλητα, ένα μήνα ακόμα, με την απειλή του εξοντωτικού προστίμου σε περίπτωση εκπρόθεσμης πληρωμής. Όλα σχεδιασμένα και αποφασισμένα από τους τροϊκανούς. Παρ΄ όλα αυτά, εμείς θα πρέπει να πιστέψουμε την κυβέρνηση και τον πρωθυπουργό. «Βγαίνουμε από την κρίση!».
ΠΕΘΑΝΕ δυστυχώς, η Ελλάδα που ξέραμε. Θα κάνουμε (εκτός απροόπτου) χρόνια να σηκώσουμε κεφάλι. Τι να πρωτοθυμηθούμε; Ότι όλα αυτά τα χρόνια της αφθονίας, χτίζαμε στην άμμο το μέλλον μας, επενδύαμε στον πολιτισμό μας; Με... λουλουδοπόλεμο στα μπουζουξίδικα! Με τα νοστιμότατα... «μακαρόνια με κιμά» του Σάκη Ρουβά! Βεβαίως δώσαμε νόημα και στη γεωργία μας. Εγκαταλείψαμε τα χωράφια μας. Τα δέντρα της παραγωγής μας, τα καταστρέψαμε! Για να κοροϊδέψουμε τους Ευρωπαίους, να μας δώσουν την επιδότηση. Να την φάμε ύστερα στην υγειά τους, στα... λουτρά της Αιδηψού! Προσευχόμενοι στον Ύψιστο να ρίξει κανένα χαλάζι, κανένα μπουρίνι, καμιά θεομηνία στους αγρούς μας, κανέναν κεραυνό στο μαντρί μας...
ΕΤΣΙ κάναμε, ξεγελούσαμε τον εαυτό μας και το ταμείο μας. Θυμάστε τότε που καταβρέχαμε το βαμβάκι για να βαραίνει στην πλάστιγγα; Κοροϊδέψαμε το σύστημα και τώρα αυτά πληρώνουμε... Τις αναπηρικές συντάξεις; Πού το πάτε αυτό. Τα ανεξέλεγκτα επιδόματα της ανεργίας και της πρόνοιας; Πόσα λεφτά δεν σπαταλούσαμε στις παροχές υγείας; Ειδικά οι ασφαλισμένοι των (τότε) γερών ταμείων και δη του δημοσίου; Αντέδρασε κανείς από μάς, όταν ο γιατρός που επισκεπτόμασταν για ένα απλό κρυολόγημα, έκοβε όσα φύλλα ήθελε από τα βιβλιάρια; Γράφοντας στα ταμεία μας εξετάσεις των 200 και 300 ευρώ! «Κόψε γιατρέ όσα θέλεις» του λέγαμε, σαν να μας έκανε και χάρη που δεν πληρώναμε. Γενναιόδωροι μεν ανόητοι δε...
ΕΤΣΙ ή κάπως έτσι, φτάσαμε εδώ που φτάσαμε. Το ζητούμενο είναι πώς θα ξεμπλέξουμε τώρα, που (κάποιοι μας έβαλαν να) χρωστάμε της... Μιχαλούς! Κάποιοι που είναι άφαντοι σήμερα, αλλά που εξακολουθούμε να τους πληρώνουμε για το καλό που μας έκαναν. Και όπως λέει και ένας φίλος, δεν βγαίνει τίποτα με τις καταγραφές της κατάστασης. Αλλά αν δεν θυμόμαστε το παρελθόν, τότε δεν μπορούμε να εμπιστευόμαστε το μέλλον...