Αυτοδιοικητικά

Η τοπική αυτοδιοίκηση στα χρόνια της κρίσης

Δημοσίευση: 14 Σεπ 2013 22:45 | Τελευταία ενημέρωση: 23 Σεπ 2015 11:36
Από τον Κώστα Τσαντίλη
1. Ήταν αρκετοί 16 μήνες για να αντιληφθούν οι πάντες ότι το πολιτικό σύστημα που ανέλαβε να μας βγάλει από την κρίση είναι ουσιαστικά το ίδιο που μας οδήγησε στην κρίση.
Κι αυτό γιατί οι άνθρωποι που το υπηρετούν κινούνται με τους ίδιους τρόπους, την ίδια νοοτροπία και το ίδιο επίπεδο σκέψης που δημιούργησε τα προβλήματα. Είναι -με σπάνιες εξαιρέσεις- οπαδοί μιας διακυβέρνησης απολύτως συγκεντρωτικής και γραφειοκρατικής, η οποία συμπορεύεται με μια μικροπολιτική και ρουσφετολογική αντίληψη της πολιτικής.
Οι άνθρωποι αυτοί δεν προσπαθούν να σκεφτούν διαφορετικά (είναι ικανοί να το κάνουν;), δεν μελετούν ούτε και τώρα την εμπειρία άλλων χωρών και απ’ ότι φαίνεται δεν θέλουν να ανατρέψουν εκείνες τις πολιτικές πρακτικές πάνω στις οποίες έστησαν καριέρες, αναγνωρισιμότητα και κάποιοι απέκτησαν πλούτο.
Σήμερα λοιπόν ευτελίζουν το αίτημα για μεταρρυθμίσεις στο δημόσιο τομέα σ’ ένα οριζόντιο κούρεμα υπαλλήλων, σε μια αμφίβολης αποτελεσματικότητας κινητικότητα και δεν υποψιάζονται ότι υπάρχουν κι άλλες μορφές διακυβέρνησης, περισσότερο αποκεντρωμένες, αντιγραφειοκρατικές και ευέλικτες που αν συνδυαστούν με προσωπική υπευθυνότητα και συγκεκριμένους ελεγκτικούς μηχανισμούς μπορούν να εμπνεύσουν και να εξασφαλίσουν θετικά αποτελέσματα.
Εμμένοντας όμως στην ίδια λογική είναι φανερό ότι οι προσπάθειες τους μοιάζουν «των συφοριασμένων», των Τρώων για να θυμηθούμε τον Καβάφη.
2. Δομημένο το πολιτικό μας σύστημα, σ’ όλη την περίοδο της μεταπολίτευσης πάνω σ’ αυτή τη συγκεντρωτική αντίληψη, ήταν λογικό να βλέπει την αυτοδιοίκηση με μάτι εχθρικό, ως αναγκαίο κακό, παρά τις κατά καιρούς διακηρύξεις «περί βάθρου της δημοκρατίας» και άλλα ηχηρά παρόμοια.
Άλλωστε ποτέ αυτό το πολιτικό σύστημα δεν πίστεψε στη δημιουργικότητα και στην ικανότητα των τοπικών κοινωνιών, γι’ αυτό και διέπραξε μεγάλα «εγκλήματα», όπως η απαξίωση του παραγωγικού ιστού της περιφέρειας, η διόγκωση των μεγάλων αστικών κέντρων, η οργάνωση ενός καθόλου αποδοτικού τομέα του δημοσίου και βεβαίως η «κατασκευή» μιας αυτοδιοίκησης «κατ’ εικόνα και ομοίωσή του» ακόμη και στη σπατάλη, την ασυδοσία και τη διαφθορά.
Σ’ όλη την περίοδο της μεταπολίτευσης οικοδομήθηκε μία απολύτως ετεροβαρής σχέση ανάμεσα σ’ ένα ισχυρό κεντρικό πολιτικό και κομματικό σύστημα-άμεσα διαπλεκόμενο με την οικονομική εξουσία και τα ΜΜΕ- και σε μια αδύνατη, απολύτως ισχνή και εξαρτημένη αυτοδιοίκηση, η οποία απλώς διεκπεραίωνε κάποιες αρμοδιότητες που το κράτος της ανέθετε.
Αρκεί να θυμηθούμε ότι στα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης (1974-1982) η αυτοδιοίκηση είχε ελάχιστες αρμοδιότητες (πιστοποιητικά, συλλογή σκουπιδιών, νεκροταφεία, λαϊκές αγορές και μικρά έργα εξωραϊσμού). Είχε ελάχιστους πόρους, οι οποίοι ανήκαν στη διακριτική ευχέρεια της εκάστοτε κυβέρνησης, ενώ υπήρχε ασφυκτικός έλεγχος του εκάστοτε Νομάρχη.
Στα επόμενα χρόνια είχαμε μια σταδιακή μεταφορά αρμοδιοτήτων από το κράτος στην αυτοδιοίκηση, δόθηκε η δυνατότητα να οργανωθούν δημοτικές επιχειρήσεις για να καλύψουν βασικές ανάγκες των πολιτών, περιορίστηκε ο έλεγχος του διορισμένου Νομάρχη έως ότου φθάσαμε στην κατάργησή του και υπήρξε ένας διακανονισμός των οικονομικών πόρων, αρκετά όμως αμφιλεγόμενος.
Την ίδια στιγμή υπήρξαν πολλά αρνητικά μέσω των οποίων το κεντρικό πολιτικό και κομματικό σύστημα υπονόμευε το θεσμό. Είχαμε π.χ. μια άγαρμπη και άγρια εισβολή των πολιτικών κομμάτων στον χώρο της αυτοδιοίκησης με αποτέλεσμα οι περισσότερες παρατάξεις να λειτουργούν όχι ως αυτόνομα πολιτικά σώματα, αλλά ως κομματικοί βραχίονες μέσα στα δημοτικά συμβούλια, τα οποία συγκροτούνταν στην πλειοψηφία τους από άτομα του κομματικού σωλήνα και ελάχιστα από ενεργούς πολίτες.
Είχαμε επίσης ένα εκλογικό σύστημα που οδηγούσε σε τραγελαφικές συνθέσεις των δημοτικών συμβουλίων, οι οποίες δεν είχαν καμιά αντιστοιχία με τη ψήφο των πολιτών.
Ήταν λοιπόν επόμενο τα δημοτικά συμβούλια από όργανα χάραξης πολιτικής πάνω σε συγκεκριμένα προβλήματα που αντιμετώπιζαν οι τοπικές κοινωνίες να μετατρέπονται σε όργανα νομιμοποίησης προαλειμμένων αποφάσεων που έπαιρνε ο δήμαρχος και πιθανόν μια μικρή ομάδα γύρω του. Τα συμπτώματα δημαρχοκρατίας, νεποτισμού και αυταρχισμού από εκεί ξεκίνησαν και έγιναν καθεστώς.
Τα φαινόμενα αυτά σε συνδυασμό με την ανικανότητα, την αδιαφάνεια και τα συνεχώς αυξανόμενα κρούσματα διαφθοράς απαξίωσαν τον θεσμό και οδήγησαν τους πολίτες να χάσουν την εμπιστοσύνη τους σ’ αυτόν και συνεχώς να αποστασιοποιούνται. Δείτε π.χ. το ποσοστό των πολιτών και ιδιαίτερα των νέων που δεν προσήλθαν στις κάλπες στις τελευταίες δημοτικές εκλογές.
Στα χρόνια που όλα έμοιαζαν να κυλούν «ομαλά και καλά» ήταν ελάχιστοι εκείνοι που είχαν αντιληφθεί ότι η τοπική αυτοδιοίκηση από ένα θεσμό-κυβερνήτη των τοπικών κοινωνιών και ένα σχολείο δημοκρατικής διαπαιδαγώγησης μετατρέπονταν σταδιακά σ’ ένα κακέκτυπο του κεντρικού πολιτικού συστήματος. Και αυτό υπήρξε ένα από τα πολλά αμαρτήματα που σήμερα πληρώνουμε και που θα χρειαστεί μεγάλη προσπάθεια για να ανατραπούν.
3. Κυρίως πρέπει να ανατραπεί η ετεροβαρής σχέση ανάμεσα στο κεντρικό πολιτικό σύστημα και στην τοπική αυτοδιοίκηση. Η ανατροπή αυτή πρέπει να λειτουργήσει υπέρ της αυτοδιοίκησης και όχι υπέρ του καταρρέοντος κεντρικού συστήματος, όπως σήμερα εντελώς αβασάνιστα και ανιστόρητα επιχειρείται με τις περικοπές αρμοδιοτήτων, πόρων και προσωπικού.
Η τοπική αυτοδιοίκηση πρέπει να αποκτήσει εκείνη την «ηγεμονία» που έχει στις χώρες της Ευρώπης. Αυτή η ανατροπή πρέπει να γίνει τώρα- «τώρα είναι η πιο μεγάλη ώρα».
Κι αυτό το επιτρέπει και το επιβάλλει η σημερινή συγκυρία. Το κεντρικό πολιτικό σύστημα βρίσκεται σε κατάσταση αποσύνθεσης και δεν έχει πια τις δυνάμεις για να «καπελώσει» την αυτοδιοίκηση, όπως το έπραξε στην περίοδο της μεταπολίτευσης, ενώ οι «αμαρτίες» του το έχουν καταστήσει στα μάτια των πολιτών απολύτως αναξιόπιστo.
Από την άλλη μεριά οι πολίτες σήμερα αναζητούν μια «κιβωτό ασφάλειας» πολύ πέρα από αυτούς που θεωρούν ότι τους «πρόδωσαν» δηλ. το κράτος και τα κόμματα. Αυτή η «κιβωτός ασφάλειας» οφείλει να είναι ο Δήμος, η μικρή κοινωνική κλίμακα, η τοπικότητα και ο θεσμός που ιστορικά πάντα βρέθηκε δίπλα του, η τοπική αυτοδιοίκηση.
Οι άνθρωποι της αυτοδιοίκησης σήμερα αναλώνονται σε διαμαρτυρίες, απεργίες και καταλήψεις που όπως έδειξε η εμπειρία δεν οδηγούν πουθενά.
Αντίθετα, θα πρέπει να αποφασίσουν να κινηθούν εντελώς θετικά και να σχεδιάσουν (ΑΥΤΟΙ και όχι κάποιοι κρατικοί υπάλληλοι ή κάποια δήθεν «φωτισμένη» επιτροπή κατά κανόνα άσχετων) και να επιβάλουν έναν καινούργιο Χάρτη της Αυτοδιοίκησης.
Σ’ αυτόν τον χάρτη θα ξεκαθαρίζονται οι αρμοδιότητες (με γνώμονα την ουσιαστική αποκέντρωση και όχι ότι επιθυμεί να ξεφορτωθεί το κράτος), οι οικονομικοί πόροι (πως θα εξασφαλιστούν σε μόνιμη βάση, πώς θα αποδίδονται κ.ά.), ο εκλογικός νόμος (ώστε να εξασφαλίζεται η ισότιμη παρουσία όλων), τα οργανογράμματα, οι τρόποι ελέγχου και επαφής με τους πολίτες κ.λπ.
Αυτός ο χάρτης θα αποκαθιστά την αυτοδιοίκηση στη θέση που επιβάλλεται να έχει σ’ ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος.
Από την άλλη μεριά οι πολίτες πρέπει να αντιληφθούν ότι στις σύγχρονες δημοκρατίες τα κόμματα δεν αποτελούν το μοναδικό θεσμό της δημοκρατίας και ότι οι άλλοι θεσμοί πρέπει να υπακούουν σ’ αυτόν. Αυτό έγινε κατά κόρον στον συνδικαλισμό σ’ όλη τη μεταπολιτευτική περίοδο και είδαμε πού κατέληξε ο συνδικαλισμός. Έγινε στην αυτοδιοίκηση με πολύ αρνητικά αποτελέσματα. Ο πολίτης πρέπει να στηρίξει την αυτονομία και της αυτοδιοίκησης και του συνδικαλισμού. Η παρουσία πολλών και υγιών πόλων εξουσίας θωρακίζει τη δημοκρατία.
4. Παρά τις όποιες αντιρρήσεις μπορεί κάποιος να διατυπώσει για τον «Καλλικράτη» (όσον αφορά τον τρόπο που οργανώθηκε, το μέγεθος των δήμων, τη νομιμοποίηση των λαθών του «Καποδίστρια» κ.ά.) σήμερα φαίνεται ότι μπορεί να αποβεί ένα χρήσιμο εργαλείο, το οποίο μπορεί να ανταποκριθεί στην κατάσταση που δημιούργησε η κρίση.
Κι αυτό γιατί ο «Καλλικράτης» δεν έχει πια ως αντικείμενο έναν ή μια μικρή συστάδα οικισμών, αλλά μια πολύ ευρύτερη περιοχή η οποία περιλαμβάνει περισσότερους οικισμούς με ποικίλα πληθυσμιακά φορτία, με ποικίλους παραγωγικούς πόρους, με καλλιεργήσιμες γαίες, με δάση και άλλο φυσικό πλούτο, με μνημεία και προστατευόμενα μέρη κ.ά, τα οποία αποτελούν το υπόβαθρο και το ανάγλυφο πάνω στο οποίο γεννιέται η ανάπτυξη.
Συνεπώς η τοπική αυτοδιοίκηση είναι υποχρεωμένη να μετατραπεί από έναν θεσμό, ο οποίος παλαιότερα αφορούσε ορισμένα από τα προβλήματα ενός οικισμού σ’ ένα θεσμό ο οποίος να αφορά τη συνολική ανάπτυξη μιας ευρύτερης περιοχής.
Και όταν μιλάμε για ανάπτυξη πρέπει να έχουμε στη σκέψη μας ότι ουσιαστική ανάπτυξη είναι η τοπική ανάπτυξη που δημιουργεί θέσεις εργασίας.
Αυτή λοιπόν η διαδικασία απαιτεί απαραίτητα μια τοπική διακυβέρνηση η οποία θα περιλαμβάνει όλη την γκάμα των δραστηριοτήτων που αναπτύσσονται στην περιοχή. Και μια τέτοια διακυβέρνηση φέρνει την αυτοδιοίκηση πολύ μακριά από αυτή που γνωρίσαμε μέχρι τώρα.
Με πολλές αρμοδιότητες και άλλες τόσες πρωτοβουλίες που είναι υποχρεωμένη να πάρει, με ελάχιστους οικονομικούς πόρους από την κρατική επιχορήγηση και άλλους τόσους που είναι υποχρεωμένη η ίδια να εξασφαλίσει, μέσα σε μια κρίση που φαίνεται ότι θα κρατήσει χρόνια, είναι ανάγκη να σχεδιάσει και να υλοποιήσει ένα «σχέδιο επιβίωσης και ανασυγκρότησης» της τοπικής κοινωνίας.
Αυτό το σχέδιο σε μια πρώτη προσέγγιση πρέπει να απαντάει σ’ ένα πλήθος ερωτήματα
Α) Ποιό πρέπει να είναι και πώς θα υλοποιηθεί το τοπικό παραγωγικό μοντέλο; Ποιες δράσεις απαιτούνται; Πώς θα εξασφαλιστούν οι οικονομικοί πόροι; Σε ποιές αγορές θα διοχετευτούν προϊόντα; Τι θα γίνει με τη μεταποίηση, το εμπόριο; Τι είδους τουρισμός μπορεί να αναπτυχθεί; Πώς θα εξασφαλιστεί η σύνδεση της καινοτομίας με την παραγωγή; Με ποιούς τρόπους θα ενσωματωθεί η κοινωνική εργασία στην τοπική κοινωνία;
Β) Με ποιο τρόπο πρέπει να στηθεί ένα πυκνό δίχτυ αλληλεγγύης και κοινωνικής πρόνοιας ώστε να μην υπάρχουν πολίτες χωρίς φαγητό, θέρμανση, στοιχειώδεις κοινωνικές παροχές; Με ποιόν τρόπο θα εξασφαλιστεί η λειτουργία των κοινωνικών υποδομών που σήμερα το κράτος αφήνει στην τύχη τους;
Γ) Πώς θα συντηρηθούν και θα βελτιωθούν οι υποδομές που κατασκευάστηκαν τα προηγούμενα χρόνια (δρόμοι, σχολεία, μουσεία, πάρκα κ.λπ.) και τώρα κινδυνεύουν να απαξιωθούν;
Δ) Με ποιό τρόπο θα ανατραπούν στερεότυπα, μοντέλα και συνήθειες κατανάλωσης και συμπεριφορών; Πώς θα εξασφαλισθεί καλύτερη συμμετοχή των πολιτών στα «κοινά»;
Αυτά τα ερωτήματα στα οποία πιθανόν θα πρέπει να προστεθούν κι άλλα πρέπει να απαντηθούν στις εκλογές για την αυτοδιοίκηση και να αποτελέσουν ένα μοχλό ανατροπής της κρίσης.
Οι εκλογές δεν πρέπει να μετατραπούν σ’ ένα κομματικό ματς-προκριματικό των βουλευτικών εκλογών, όπως γινόταν μέχρι τώρα, αλλά να αποτελέσουν μια μάχη των τοπικών κοινωνιών κόντρα στην κρίση.
* Ο Κώστας Τσαντίλης είναι πολιτικός μηχανικός
Περισσότερα σε αυτή την κατηγορία: « Προηγούμενο Επόμενο »

Συνδρομητική Υπηρεσία

διαβάστε την ελευθερία online

Ηλεκτρονικό Αρχείο Εφημερίδας


Σύνδεση Εγγραφή

Πρωτοσέλιδο εφημερίδας

Δείτε όλα τα πρωτοσέλιδα της εφημερίδας

Ψιθυριστά

Ο καιρός στη Λάρισα

Διαφημίσεις

SYNERGEIO
ΛΙΟΠΡΑΣΙΤΗΣ

Η "Ελευθερία", ήταν από τις πρώτες εφημερίδες που σηματοδότησε την παρουσία της στο Internet, μ' ένα ολοκληρωμένο site.

Facebook Twitter Youtube

 

Θεσσαλικές Επιλογές

 sel ejofyllo karfitsa 1

Γενικές Πληροφορίες

Η Εφημερίδα

Ταυτότητα

Όροι Χρήσης

Προσωπικά Δεδομένα

Επικοινωνία

 

Η σελίδα είναι πλήρως συμμορφωμένη με τη σύσταση (ΕΕ) 2018/334 της επιτροπής της 1ης Μαρτίου 2018 , σχετικά με τα μέτρα για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του παράνομου περιεχομένου στο διαδίκτυο (L63).

 

Visa Mastercard  Maestro  MasterPass