Από τον Ηλία Ανδρεανίδη
Η λέξη χοληστερόλη είναι σε όλους μας γνώριμη. Αποτελεί τον κύριο θεματικό κύκλο σε πολλά κείμενα στον (ιατρικό και μη) Τύπο, την ακούμε συχνά γύρω μας στο ευρύτερο κοινωνικό και φιλικό μας περιβάλλον και, πολύ σημαντικό, την αντιμετωπίζουμε ακόμα και μέσα στην ίδια την οικογένειά μας.
Είναι τελικά πάντα επικίνδυνη; H αλήθεια είναι πως η χοληστερόλη είναι απαραίτητη για τα κύτταρα του οργανισμού μας. Έχει πολύ σημαντικό ρόλο στον σχηματισμό των εγκεφαλικών και νευρικών μας κυττάρων, καθώς και στον σχηματισμό συγκεκριμένων ορμονών (όπως η κορτιζόνη και η τεστοστερόνη), βιταμινών (όπως η βιταμίνη D), είναι βασικό στοιχείο της χολής και αποτελεί κύρια πηγή ενέργειας για τον οργανισμό μας.
Τα προβλήματα ξεκινούν όταν τα επίπεδα της χοληστερόλης στο αίμα είναι αυξημένα (υπερχοληστερολαιμία) αυξάνοντας έτσι τον κίνδυνο να προκαλέσουν βλάβες στις αρτηρίες με τη δημιουργία της αθηρωματικής πλάκας και να οδηγήσουν σε καρδιαγγειακά νοσήματα κυρίως με τη μορφή εμφράγματος μυοκαρδίου και αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου.
Υπάρχουν δύο τύποι χοληστερόλης: αυτή που βρίσκεται στις λιποπρωτεΐνες χαμηλής πυκνότητας (LDL) και αυτή που βρίσκεται στις λιποπρωτεΐνες υψηλής πυκνότητας (HDL). Η LDL χοληστερόλη, που συχνά αναφέρεται ως «κακή» χοληστερόλη έχει ως κύριο ρόλο τη μεταφορά του λίπους σε όλο το σώμα. Κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες όμως, η LDL χοληστερόλη προσκολλάται στα τοιχώματα των αρτηριών, με αποτέλεσμα η διάμετρος τους να μικραίνει και τα αγγεία να ‘στενεύουν’. Η κατάσταση αυτή είναι γνωστή ως αθηροσκλήρωση. Η αθηροσκλήρωση αυξάνει την τάση ανάπτυξης θρόμβων στο αίμα. Σε περίπτωση σχηματισμού θρόμβου, μια αρτηρία η οποία έχει ήδη γίνει πιο ‘στενή’ μπορεί να φράξει (θρόμβωση). Έτσι λοιπόν, μπορεί να προκληθεί καρδιακό ή εγκεφαλικό επεισόδιο. Προφανώς, όλη αυτή η διαδικασία είναι ιδιαίτερα επικίνδυνη για τον ασθενή και επηρεάζει προοδευτικά την καθημερινότητά του και την ποιότητα της ζωής του.
Το πρόβλημα είναι ιδιαίτερα μεγάλο. Ενδεικτικά, στη χώρα μας αναφέρονται 20.000 εμφράγματα και 35.000 εγκεφαλικά επεισόδια το χρόνο αποτελώντας έτσι δύο από τις κύριες αιτίες θανάτου. Αντίστοιχα, ολοένα και περισσότερα στοιχεία υποστηρίζουν το κλινικό όφελος από τη μείωση της LDL χοληστερόλης, καθώς σημαντική μελέτη, έδειξε πως η μείωση της LDL χοληστερόλης κατά 35% μείωσε τις καρδιακές προσβολές κατά 42%, τα εγκεφαλικά κατά 30% και τη συνολική θνησιμότητα κατά 30%.
Με βάση τις πρόσφατες συστάσεις της Ευρωπαϊκής Καρδιολογικής Εταιρείας, για τους ασθενείς πολύ υψηλού καρδιαγγειακού κινδύνου (για παράδειγμα ασθενείς μετά από έμφραγμα μυοκαρδίου, ασθενείς με διαβήτη ή χρόνια νεφρική νόσο) το όριο της LDL χοληστερόλης είναι 70 mg/dl ή χαμηλότερο. Για τους ασθενείς υψηλού κινδύνου (δηλαδή ασθενείς με δύο ή περισσότερους παράγοντες κινδύνου όπως κάπνισμα, υπέρταση, οικογενειακό ιστορικό ή ασθενείς μεγάλης ηλικία) το όριο της LDL χοληστερόλης είναι 100 mg/dl η χαμηλότερα και για τους υπόλοιπους ασθενείς η LDL χοληστερόλη θα πρέπει να είναι κάτω από 115 mg/dl.
Για τους παραπάνω λόγους η LDL χοληστερόλη αποτελεί τη βασική παράμετρο θεραπείας για τους ασθενείς με υπερχοληστερολαιμία.
Η υγιεινοδιαιτητική παρέμβαση, δηλαδή η βελτίωση του τρόπου ζωής με κύριο άξονα τη διακοπή του καπνίσματος, την ισορροπημένη διατροφή με έμφαση στα οφέλη του μεσογειακού διαιτολογίου, την απώλεια βάρους και φυσικά την άσκηση, είναι ο πρωταρχικός τρόπος αντιμετώπισης της υπερλιπιδαιμίας χαράζοντας μια διαδρομή ζωής την οποία ο ασθενής δε θα πρέπει ποτέ να πάψει να ακολουθεί.
Πολλές φορές όμως χρειάζεται οι ασθενείς να κάνουν ακόμα ένα βήμα ώστε να ελαττώσουν την LDL χοληστερόλη τους στα επίπεδα που προσδιορίζουν οι ελληνικές αλλά και οι διεθνείς καρδιολογικές συστάσεις, να πάρουν δηλαδή κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή πάντα με τη συμβουλή του θεράποντος ιατρού τους.
Η χοληστερόλη προέρχεται από δύο βασικές πηγές, το ήπαρ (συκώτι) και εξωγενώς από τη διατροφή Ενδεικτικά, το συκώτι παράγει καθημερινά περίπου 1 gr χοληστερόλης ενώ από τη διατροφή παρέχεται περίπου το 15 - 20% της χοληστερόλης στον οργανισμό μας. Η χοληστερόλη ανακυκλώνεται στον οργανισμό. Αποβάλλεται από το συκώτι με τη χολή στο έντερο. και περίπου το 50% από την αποβαλλόμενη στο έντερο χοληστερόλη, επαναπορροφάται στο λεπτό έντερο και εισέρχεται ξανά στον οργανισμό μας.
Τα φάρμακα λοιπόν που ρυθμίζουν τη χοληστερόλη δρουν ως εξής: Οι στατίνες στοχεύουν στη διακοπή της παραγωγής της χοληστερόλης από το ήπαρ και η εζετιμίμπη στοχεύει στην διακοπή της επαναπορρόφησής της από το λεπτό έντερο. Οι στατίνες υποστηρίζονται από πολυπληθείς μελέτες και υπάρχει κλινική εμπειρία σε μεγάλο αριθμό ασθενών εδώ και πολλά χρόνια. Η εζετιμίμπη είναι ένας νεότερος παράγοντας. Συμπληρωματικά με τις στατίνες ή ως έτοιμος συνδυασμός μπορεί να οδηγήσει σε πιο δραστική μείωση της LDL χοληστερόλης. Η εζετιμίμπη μόνη της επίσης μπορεί να αποτελέσει λύση σε ασθενείς που έχουν δυσανεξία, δεν μπορούν να λάβουν στατίνες και πρέπει να ελαττώσουν τη χοληστερόλη τους.
Υπάρχει λοιπόν τρόπος να ελαττωθεί η LDL χοληστερόλη και οι ασθενείς με υπερλιπιδαιμία έχουν τη δυνατότητα να απολαύσουν θεαματικά καρδιαγγειακά οφέλη. Σημαντικό είναι επίσης ότι τα φάρμακα που μειώνουν την LDL χοληστερόλη είναι ανάμεσα στα πιο καλά τεκμηριωμένα φάρμακα και με αποδεδειγμένο κλινικό όφελος για τους ασθενείς. Αρκεί να χορηγούνται μόνο από τους θεράποντες ιατρούς, εντός των ενδείξεών τους και με βάση τις εξατομικευμένες ανάγκες του κάθε ασθενή.
O Ηλίας Ανδρεανίδης είναι Ειδικός Καρδιολόγος, Διευθυντής Καρδιολογικού Τμήματος 404 ΓΣΝ